Ενώ αρκετές φορές ο λόγος γύρω από την κατοικία αναπτύσσεται γύρω από το δικαίωμα στην πρόσβαση στην κατοικία ή σε στεγαστικές πολιτικές, είναι σημαντικό η κατοικία να γίνει εξίσου κατανοητή ως ο βιωμένος φυσικός και κοινωνικός χώρος όπου αναπτύσσουμε, διαπραγματευόμαστε και αμφισβητούμε έμφυλες σχέσεις και πρότυπα. Η κατοικία εξάλλου είναι ένα ζήτημα με έμφυλες διαστάσεις για πολλούς λόγους. Για παράδειγμα, η έλλειψη επιλογών προσιτής κατοικίας θέτει γυναίκες και θηλυκότητες σε κίνδυνο ενδοοικογενειακής κακοποίησης και πιθανόν εμποδίζει τα υποκείμενα που βιώνουν κακοποίηση να φύγουν. Επίσης, η έλλειψη ενός ασφαλούς σπιτιού έχει πιο δυσμενείς επιπτώσεις σε όσα άτομα έχουν ευθύνες φροντίδας.
Η έμφυλη διάσταση της (συλλογικής) κατοικίας
Η έμφυλη διάσταση της κατοικίας μπορεί να γίνει κατανοητή σε δύο αλληλένδετα επίπεδα. Το πρώτο αφορά το δομημένο περιβάλλον και την οργάνωση και σχεδιασμό του φυσικού χώρου της κατοικίας. Η αρχιτεκτονική και ο σχεδιασμός των κατοικιών παίζει αδιαμφισβήτητα σημαντικό ρόλο στην αναπαραγωγή ή αμφισβήτηση των κυρίαρχων έμφυλων ρόλων και κοινωνικών προτύπων. Ο φυσικός χώρος της κατοικίας δεν είναι απλώς ένα δοχείο όπου οι άνθρωποι ζουν, αλλά διαμορφώνει ενεργά την κατοίκηση. Το μέγεθος της κατοικίας, ο σχεδιασμός των χώρων και η διαμόρφωση του εσωτερικού χώρου και των επίπλων επηρεάζουν σημαντικά τον τρόπο με τον οποίο η κατοικία βιώνεται ως χώρος φροντίδας ή όχι. Σημαντικά παραδείγματα εναλλακτικού σχεδιασμού κατοικιών αποτελούν τα συγκροτήματα κοινωνικής ή/και συλλογικής κατοικίας, μέσα από τα οποία σχεδιάστριες και κάτοικοι πειραματίζονται με διαφορετικά μοντέλα κατοίκησης. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το συγκρότημα κατοικιών Frauen-Werk-Stadt στη Βιέννη, το οποίο σχεδιάστηκε από γυναίκες αρχιτεκτόνισσες με βασικούς άξονες την καθημερινή ζωή των κατοίκων, την έμφαση στους ανοιχτούς συλλογικούς χώρους, τον σχεδιασμό διαμερισμάτων για ανθρώπους που βρίσκονται σε διαφορετικά στάδια της ζωής τους και την ενίσχυση τους αισθήματος της ασφάλειας των γυναικών και των παιδιών.
Το δεύτερο επίπεδο αφορά τις έμφυλες κοινωνικές σχέσεις που αναπτύσσονται μέσα στον χώρο της κατοικίας. Η κατοικία είναι κόμβος πρακτικών φροντίδας και κοινωνικής αναπαραγωγής, περιλαμβάνει τη φυσική και συναισθηματική (συνήθως απλήρωτη) εργασία που σχετίζεται με τη φροντίδα παιδιών ή ηλικιωμένων, τη φροντίδα του ίδιου του σπιτιού, την αυτοφροντίδα, αλλά επίσης και πρακτικές φροντίδας που σχετίζονται με την κοινότητα, όταν για παράδειγμα οι γείτονες προσέχουν ο ένας το σπίτι του άλλου, φροντίζουν κατοικία και παιδιά ή υποστηρίζουν τις πιο ηλικιωμένες γειτόνισσές τους. Ωστόσο, η φροντίδα δεν μπορεί να θεωρηθεί φυσικό ένστικτο ή a priori ηθικά καλή πρακτική, αλλά πρέπει να γίνει κατανοητή ως μια πολιτική πρακτική που περιλαμβάνει πάντα σχέσεις εξουσίας. Έτσι, στο επίπεδο της κατοικίας, η δουλειά της φροντίδας (care labour) μοιράζεται άνισα σύμφωνα με το φύλο, τη φυλή, την τάξη, την ηλικία κ.ο.κ. και θεωρείται ότι ανήκει κατά βάση στην ιδιωτική γυναικεία σφαίρα.
Προς μια διαθεματική προσέγγιση της πρόσβασης σε κατοικία
Οι έμφυλες διαστάσεις της στεγαστικής επισφάλειας επεκτείνονται –πέρα από τις γυναίκες– στα άτομα της ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητας, τα οποία έρχονται σταθερά αντιμέτωπα με συνθήκες αποκλεισμού. Σε πολλές περιπτώσεις, κύρια αιτία αποκλεισμού αποτελεί η παύση της οικογενειακής βοήθειας, η οποία μπορεί να λάβει τη μορφή άμεσης ή έμμεσης εκδίωξης από το σπίτι –ακόμη και πριν την ενηλικίωση– ή και την παύση της οικονομικής βοήθειας. Ιδιαίτερα στην Ελλάδα, η απουσία ενός ευρύτερου πλαισίου υποστήριξης της πρόσβασης στην κατοικία, καθώς και εναλλακτικών εκτός της συμβατικής αγοράς, καθιστά κομβικό τον ρόλο των οικογενειακών δικτύων. Ταυτόχρονα, συχνές είναι οι ομοφοβικές και τρανσφοβικές συμπεριφορές ιδιοκτητών οι οποίοι αρνούνται να ενοικιάσουν τις ιδιοκτησίες τους σε άτομα των οποίων οι ΛΟΑΤΚΙ+ ταυτότητες είναι ορατές. Επιπλέον, μια διαθεματική προσέγγιση των συνθηκών πρόσβασης των ΛΟΑΤΚΙ+ στη στέγη αναδεικνύει μια σειρά πολυεπίπεδων αποκλεισμών που αφορούν την πρόσβαση σε εκπαίδευση, αξιοπρεπή εργασία, την κοινωνική συμπερίληψη και την ορατότητα και οδηγούν, τόσο αυτόνομα όσο και μέσα από τις τομές τους, σε μειωμένο εισόδημα και ευκαιρίες.
Οι παραπάνω συνθήκες σε καμία περίπτωση δεν αμβλύνονται από το υφιστάμενο θεσμικό πλαίσιο, καθώς οι υπάρχουσες δομές φιλοξενίας είτε απορρίπτουν ΛΟΑΤΚΙ+ άτομα είτε αδυνατούν να τους προσφέρουν συνθήκες ασφάλειας και συμπερίληψης. Στο πλαίσιο αυτό, τα ΛΟΑΤΚΙ+ άτομα αναπτύσσουν ατομικές στρατηγικές «επιβίωσης», ενώ συχνά στηρίζονται σε άτυπα δίκτυα υποστήριξης της κοινότητας προκειμένου να αποκτήσουν σταθερή ή προσωρινή πρόσβαση στην κατοικία. Οι πρώτες περιλαμβάνουν τη συγκάλυψη ή απόκρυψη των ΛΟΑΤΚΙ+ ταυτοτήτων και των διαπροσωπικών σχέσεων, καθώς και τη μεταβίβαση ενοικιαστηρίων που αφορούν κατοικίες των οποίων οι ιδιοκτήτες είναι μέλη ή σύμμαχοι της κοινότητας. Τα δίκτυα υποστήριξης είναι κυρίως ψηφιακά (ομάδες σε πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης), σε πολλές περιπτώσεις με την υποστήριξη ή και τον συντονισμό σχετικών Μη Κυβερνητικών Οργανώσεων, κινηματικών και άτυπων ομάδων της ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητας. Μέσα από τα δίκτυα αυτά, μέλη της κοινότητας προσφέρουν προσωρινή φιλοξενία σε ΛΟΑΤΚΙ+ άτομα τα οποία βρίσκονται σε αναζήτηση στέγης και διαθέτουν περιορισμένους πόρους και πρόσβαση σε δίκτυα και ευκαιρίες εργασίας. Ωστόσο, οι λύσεις που προσφέρονται είναι κυρίως προσωρινές, ενώ μια σειρά από ευρύτερα ζητήματα –όπως οι περιορισμένοι πόροι των ΜΚΟ και οι νομικές επιπλοκές στις οποίες μπορεί να οδηγήσει η φιλοξενία ανηλίκων– θέτουν επιπλέον περιορισμούς.
Συνεταιριστική κατοικία και έμφυλα ζητήματα
Το ερώτημα λοιπόν είναι πώς –με ποιον τρόπο και σε ποιο βαθμό– μορφές συνεταιριστικής και συλλογικής κατοικίας επιδιώκουν να αμφισβητήσουν στην πράξη έμφυλα στερεότυπα στην οργάνωση της κατοικίας και να επαναδιαπραγματευτούν τους έμφυλους ρόλους των μελών μιας κατοικίας. Στο επίπεδο του σχεδιασμού των χώρων, χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν οι κοινοί χώροι, οι οποίοι είναι δομικό στοιχείο των συνεταιριστικών κατοικιών. Οι κοινοί χώροι συνεισφέρουν στην αμφισβήτηση του αυστηρού δίπολου «δημόσιο – ιδιωτικό», το οποίο κυριαρχεί στις σύγχρονες καπιταλιστικές κοινωνίες και ταυτίζει το ιδιωτικό με τη γυναίκα, υποβαθμίζοντας τη σημασία της εργασίας που απαιτείται για την κοινωνική αναπαραγωγή των μελών ενός νοικοκυριού. Σε θεσμικό επίπεδο, ανάμεσα στα πάγια αιτήματα της ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητας, όπως αυτή εκφράζεται από θεσμικές και άτυπες οργανώσεις και ομάδες, είναι η δημιουργία ξενώνων φιλοξενίας, στους οποίους θα πρέπει να υπάρξει πρόβλεψη και για ανήλικα άτομα. Ωστόσο, παράλληλα με τη διεκδίκηση αυτή, η θεσμοποίηση ενός ευρύτερου πλαισίου για τη συνεταιριστική κατοικία θα προσφέρει την ευκαιρία σε ΛΟΑΤΚΙ+ άτομα να δημιουργήσουν τους δικούς τους ασφαλείς χώρους συνύπαρξης και αμοιβαίας υποστήριξης, συμβάλλοντας παράλληλα στην αυξημένη ορατότητα της κοινότητας.
Ενδεικτική βιβλιογραφία
- Dagkouli-Kyriakoglou, M. (2021) ‘When housing is provided, but you have only the closet’. Sexual orientation and family housing support in Athens, Greece, Social & Cultural Geography. doi: 10.1080/14649365.2021.1910989.
- Pettas D., Arampatzi A. and Dagkouli-Kyriakoglou M. (2022) LGBTQ+ housing vulnerability in Greece: Intersectionality, coping strategies and the role of solidarity networks. Housing Studies. DOI: 10.1080/02673037.2022.2092600.
- Kapsali, M. (2020) Political infrastructures of care: Collective home making in refugee solidarity squats. Radical Housing Journal, 2(2), 13-34.
- Power, E. R. & Mee, K. J. (2020) Housing: an infrastructure of care. Housing Studies, 35(3), 484-505.
- Γκελτής, Θ. (2019) ΛΟΑΤΚΙ Άστεγοι και Δίκτυα Στεγαστικής υποστήριξης. Στο Κουραχάνης Ν. (επιμ.) Κατοικία και Κοινωνία: Προβλήματα, Πολιτικές και Κινήματα. Αθήνα: Εκδόσεις Διόνικος. ISBN: 9789606619915.