
Ένα πολύ μεγάλο μέρος των ελληνικών δασών είναι μη δημόσιο και ιδιοκτησιακά χαρακτηρίζεται ως ιδιόκτητο, συνιδιόκτητο, διακατεχόμενο, συνδιακατεχόμενο, κοινοτικό, ή μοναστηριακό. Παρακολουθώντας την περιπετειώδη ιστορία μιας τέτοιας μη δημόσιας έκτασης, του Δάσους Προκοπίου - Δραζίου ή Δάσους Μπαίηκερ στη Βόρεια Εύβοια, μπορούμε ουσιαστικά να παρακολουθήσουμε όλη την ιστορία του ελληνικού κράτους: τις παθογένειες, τις ανισότητες, τις εξαρτήσεις από τον εξωτερικό παράγοντα, την έλλειψη συνεκτικής και συνεπούς δασικής πολιτικής, αλλά και τους κοινωνικούς αγώνες. Μετά τη μεγάλη πυρκαγιά στο νησί το 2021, το Δάσος Προκοπίου - Δραζίου, που γλίτωσε ως εκ θαύματος, αποτελεί σήμερα πολύτιμο απόθεμα για τη μελλοντική αποκατάσταση των δασών της Βόρειας Εύβοιας.
* Το άρθρο που ακολουθεί είναι η συντομευμένη εκδοχή μιας εκτενέστερης ιστορικής αναδρομής, την οποία μπορείτε να βρείτε σε μορφή pdf στο τέλος του κειμένου.

Το ιστορικό του Δάσους Μπαίηκερ στην Εύβοια ξεκινά από το μακρινό 1832, όταν δύο νεαροί φίλοι, ο Edward H. Noel και ο Friedrich Rudolph von Fellenberg, άρχισαν μια περιπέτεια με σκοπό να ιδρύσουν μια αγροτική σχολή στην Ελλάδα, στα πρότυπα του γεωργικού σχολείου Hofwyl της Ελβετίας, από όπου μόλις είχαν αποφοιτήσει.
Η έκταση για τη σχολή αυτή ήταν το τσιφλίκι «Αχμέταγα», το οποίο βρισκόταν σε απόσταση περίπου 48 χλμ. από τη Χαλκίδα, σε μια περιοχή ιδιαίτερα απομονωμένη και αραιοκατοικημένη. Δεν υπήρχε οικισμός, αλλά περίπου 20 οικογένειες ζούσαν εκεί σε διάσπαρτες καλύβες στις δασωμένες πλαγιές (Noel-Baker 2003).
Αρχικά αγοράστηκαν 60.000 στρέμματα, στην τιμή των 10.000 λιρών Αγγλίας, ενώ σε άλλες πηγές αναφέρεται το ακόμη ευτελέστερο ποσό των 2.200 λιρών Αγγλίας (Noel-Baker 2003). Η έκταση αυτή περιελάμβανε εκτεταμένα δάση, αλλά και αγροτική γη, με δικαιώματα επικυρωμένα από τον μέχρι τότε ιδιοκτήτη του Αχμέταγα, Χατζή Ισμαήλ Μπέη, που ήταν επίσης ο εκπρόσωπος της οθωμανικής κυβέρνησης για τις υποθέσεις μεταβίβασης των τουρκικών κτημάτων σε Αττική και Εύβοια μετά την ίδρυση του ελληνικού κράτους και την υποχρεωτική αποχώρηση των Οθωμανών (Noel-Baker 2003).
Η οριστική ενσωμάτωση της Εύβοιας στην Ελλάδα πραγματοποιήθηκε μόνο τον Μάρτιο του 1833 από την κυβέρνηση του βασιλιά Όθωνα. Οι πρώτες αμφιβολίες σχετικά με την εγκυρότητα των συμβολαίων για την πώληση της γης είχαν αρχίσει να εμφανίζονται ήδη από το 1833, με σχετικές ερωτήσεις από τον Μαυροκορδάτο, που ήταν υπουργός Οικονομικών της ελληνικής κυβέρνησης, και 150 χρόνια μετά, το ερώτημα θα ανέκυπτε ξανά (Noel-Baker 2003). Η εγκύκλιος του Μαυροκορδάτου όριζε ότι «σε κανέναν ιδιώτη δεν θα παραχωρούνταν το δικαίωμα ιδιοκτησίας της γης, παρά μόνο το αποκλειστικό δικαίωμα της καλλιέργειας». Αποτέλεσμα των ενεργειών του Μαυροκορδάτου ήταν να κατασχεθούν ιδιοκτησίες και να απαγορευτεί σε πολλούς από τους ιδιοκτήτες να χρησιμοποιούν τα βοσκοτόπια. Η καλλιέργεια διαφόρων μεγάλων κτημάτων εγκαταλείφθηκε και τα μεγάλα κεφάλαια έφυγαν από την Ελλάδα.
Το έτος 1834 βρίσκει τον νεαρό E. H. Noel σε αδιέξοδο, αφού είχε επενδύσει τα περισσότερα από τα χρήματά του στην αγορά ενός κτήματος που τώρα δεν ήταν βέβαιος αν του ανήκε ή όχι, και για τον λόγο αυτό είχε εγκαταλείψει τελικά και όλα τα αγροτικά σχέδιά του. Ο Friedrich Rudolph von Fellenberg πεθαίνει εκείνη τη χρονιά και ο άλλος συνεργάτης τους, ο Karl vonMüller, έχει ήδη φύγει πίσω στην πατρίδα του.
Ωστόσο το 1835 ο Noel παίρνει άδεια για υλοτόμηση (Noel-Baker 2003), η οποία του επιτρέπει να αποπληρώσει το δάνειο για την αγορά του Αχμέταγα, ενώ το 1836 επιλύεται το θέμα με τις δασικές εκτάσεις και η κυριότητα επί του δάσους αναγνωρίζεται τελικά από την επιτροπή για την πώληση των τουρκικών ιδιοκτησιών το 1837 (Noel-Baker 2003). Έχοντας αναθαρρήσει, ο Noel αγόρασε το 1839 από τον Bracebridge το γειτονικό κτήμα στο Δράζι (Δαφνούσα), με το παλιό όνομα «Χοτζέτι», έκτασης περί τα 10.000 στρέμματα, στην τιμή των 40.000 χρυσών δραχμών.
Η εκμετάλλευση του δάσους και οι προκλήσεις της
Από την εποχή της πρώτης του εγκατάστασης στο Αχμέταγα, ο E. Η. Noel είχε διαβλέψει ότι τα δάση της Βόρειας Εύβοιας ήταν δυνατό να εξελιχθούν σε σημαντική πλουτοπαραγωγική πηγή, προκειμένου να συμβάλουν στην υποκατάσταση των εισαγωγών οικοδομήσιμης ξυλείας από την Τεργέστη και στην τροφοδοσία των ναυπηγείων της Σύρου με την αναγκαία πρώτη ύλη. Το 1836, μετά την εκκαθάριση της εκκρεμότητας του ιδιοκτησιακού καθεστώτος των δασικών εκτάσεων, αντιλήφθηκε την ευκαιρία που του παρείχε η ευνοϊκή συγκυρία της οικοδόμησης της Αθήνας, ως νέας πρωτεύουσας του βασιλείου, για την πώληση οικοδομήσιμης ξυλείας, και δεν την άφησε να παρέλθει ανεκμετάλλευτη. Αισιόδοξος πως θα ήταν σε θέση να τροφοδοτήσει τη ζήτηση σε τιμές χαμηλότερες από εκείνες της εισαγόμενης από το εξωτερικό ξυλείας και έτσι να καρπωθεί ένα σημαντικό όφελος, ρίχτηκε με ενθουσιασμό στην υλοτόμηση.
Ωστόσο μετά τα μέσα του 19ου αιώνα είχε εγκαταλείψει ως ασύμφορη κάθε είδους εκμετάλλευση των δασικών του εκτάσεων, μην υποφέροντας τα έξοδα, την υπέρμετρη αυστηρότητα των δασικών υπαλλήλων σε βάρος του και τις συνεχείς οικονομικές απαιτήσεις τους. Μάλιστα ακόμη και η οικοδομήσιμη ξυλεία, την οποία είχε ανάγκη για ιδία χρήση στο κτήμα του, κόστιζε σχεδόν φθηνότερα όταν μεταφερόταν από τη Σύρο παρά όταν προερχόταν από τα ιδιόκτητα δάση του στην περιοχή! Η οικοδομήσιμη ξυλεία του, παρά την υψηλότερη ποιότητά της, δεν ήταν εύκολο τελικά να ανταγωνιστεί τη διείσδυση στην αγορά εκείνης που εισαγόταν από την Τεργέστη, επειδή ήταν επιβαρυμένη με ανώτερο φορολογικό συντελεστή (10%-14%), μολονότι προοριζόταν για εσωτερική κατανάλωση.
Σαν να μην έφταναν όλα αυτά, τον Σεπτέμβριο του 1877 μια μεγάλη πυρκαγιά κατέκαψε πολύ μεγάλο τμήμα του δάσους του Αχμέταγα και έκτοτε για τα επόμενα δύο ή τρία χρόνια αποδείχτηκε ότι η εκχέρσωση και η καλλιέργεια μιας δασικής έκτασης ήταν τελικά αποδοτικότερη από τη διατήρησή της.
Οι δύο συνεταίροι όμως είχαν και μία ακόμη πηγή εισοδήματος, που ήταν ο μαγνησίτης ή λευκόλιθος. Ο K. von Müller ήδη από το 1845 είχε στείλει δείγματα στην Αγγλία, προκειμένου να διερευνηθεί η αξιοποίηση των κοιτασμάτων. Ήταν ο πρώτος που έκανε αυτή την εργασία, η οποία είχε μετέπειτα μεγάλη σημασία για τη βιομηχανική ανάπτυξη της Εύβοιας. Η ανακάλυψη αυτών των κοιτασμάτων τούς εξασφάλισε μία επιπλέον εργασία, αν και πάλι υπήρχαν κόστη για την εκμετάλλευση των ορυχείων (άνοιγμα δρόμου, γέφυρα, άμαξες, βόδια κλπ.). Το 1889 ωστόσο η οικογένεια Noelθα πουλούσε τα δικαιώματα εξόρυξης λευκόλιθου στην Ανώνυμο Εταιρία Δημοσίων και Δημοτικών Έργων(ΑΕΔΔΕ), πρόδρομο του μετέπειτα Ομίλου Σκαλιστήρη, μια δουλεία που βάρυνε το δασόκτημα για πολλές δεκαετίες (Διαχειριστική μελέτη 2010).
Το 1867 οι δύο φίλοι αποτραβήχτηκαν από τη διοίκηση του κτήματος και την ανέθεσαν στους γιους τους, ενώ ως το 1870 όλα τα μερίδια είχαν περιέλθει στην ιδιοκτησία του Frank E. Noel.
Σταθεροποίηση της κατάστασης και δημιουργία της οικογένειας Νόελ-Μπαίηκερ
Το 1889, τρία χρόνια μετά το θάνατο του E. H. Noel, το κτήμα έφτασε στα 90.000 στρέμματα, το μέγιστο του μεγέθους του, περιλαμβάνοντας δάση, βοσκότοπους και καλλιεργούμενα εδάφη. Είχαν ήδη αγοραστεί το Δράζι από τον Bracebridge και το 1889 ο οικισμός της Φαράκλας, που μέχρι τότε ανήκε στους Έλληνες εφοπλιστές Γκουρδή και Τομπάζη από την Ύδρα (ΕΟΑ 1990).
Η φάση αυτή της ιστορίας του δασοκτήματος μπορεί να θεωρηθεί ως η πιο ειρηνική. Ο Frank Noel είχε καλή φήμη ανάμεσα στον ντόπιο πληθυσμό για τη δράση του ως γιατρός. Η κόρη του Ειρήνη, εθελόντρια νοσοκόμα κατά τους Βαλκανικούς Πολέμους και τον A’ Παγκόσμιο Πόλεμο, παρασημοφορήθηκε για τις υπηρεσίες της προς την Ελλάδα. Το 1915 παντρεύεται τον Philip Baker και το όνομα της οικογένειας γίνεται από τότε Noel-Baker, ή Νόελ-Μπαίηκερ όπως συνήθως μεταγράφεται στα ελληνικά. Μετά τον θάνατο της Ειρήνης Νόελ-Μπαίηκερ, το όλο αυτό αγροδασόκτημα περιήλθε με διαθήκη στον γιο της, Φράνσις Νόελ-Μπαίηκερ, και τους δύο γιους του, Εδουάρδο και Μαρτίνο, κατά ισομοιρία εξ αδιαιρέτου.
Πρόσφυγες και απαλλοτριώσεις
Το 1925 και ως αποτέλεσμα της ανταλλαγής πληθυσμών μετά τη Μικρασιατική καταστροφή, εγκαταστάθηκαν στο Αχμέταγα πρόσφυγες από την κωμόπολη Ουργκιούπ (Προκόπι), που ήταν κοντά στο Νέβσεχιρ της Καππαδοκίας. Συγκεκριμένα ήρθαν 220 οικογένειες, που διέμεναν σε αντίσκηνα ως το 1927, οπότε και χτίστηκαν τα πρώτα 100 προσφυγικά σπίτια από τον Εποικισμό. Οι συνθήκες διαβίωσης ήταν εξαιρετικά αντίξοες. Οι περισσότεροι πρόσφυγες δεν είχαν δουλειά, το νερό ήταν λιγοστό και η ελονοσία προκάλεσε πολλούς θανάτους. Έτσι, μέχρι το τέλος του 1925 περισσότεροι από τους μισούς είχαν ήδη εγκαταλείψει το χωριό και γι’ αυτό η κυβέρνηση έφερε πρόσφυγες από τη Μούγλα (Στελλάκου 1999).
Το 1928, η Επιτροπή Απαλλοτριώσεων Χαλκίδας κήρυξε απαλλοτριωτέους υπέρ των γηγενών κατοίκων Προκοπίου τους αγρούς που βρίσκονταν μέσα στο κτήμα, έκτασης 550 εκταρίων, καθώς η Ειρήνη Νόελ-Μπαίηκερ δεν θέλησε να κάνει χρήση της εξαίρεσης του δασοκτήματος από τις απαλλοτριώσεις, η οποία δόθηκε λόγω της ανθρωπιστικής δραστηριότητάς της (Ελληνικά Δάση 2010). Τα χωράφια αυτά μοιράστηκαν στους πρόσφυγες αλλά και τους ντόπιους ακτήμονες, που ως τότε ήταν κολίγοι.
Το έτος 1939, η Ειρήνη Νόελ-Μπαίηκερ πούλησε τους αγρούς της περιοχής Δραζίου στους κατοίκους του, μια έκταση 645 εκταρίων. Έτσι, η συνολική έκταση των αγρών που περικλείονταν μέσα στη δασοσκεπή έκταση ανερχόταν πλέον σε 1.195 εκτάρια, από τα οποία αρκετά παρέμειναν μεταγενέστερα ακαλλιέργητα. Η απαλλοτρίωση συμπληρώθηκε το 1955, όταν άλλα 5.188 στρέμματα μοιράστηκαν στους ντόπιους καλλιεργητές (ΕΟΑ 1990).
Το Ίδρυμα Βόρειας Εύβοιας, ο Παττακός και οι συνέπειες
Ο Φίλιπ Μπαίηκερ και ο γιος του Φράνσις Νόελ-Μπαίηκερ, αμφότεροι βουλευτές στη Βρετανία με τους Εργατικούς, ίδρυσαν το 1961 το Ίδρυμα Βόρειας Εύβοιας με στόχο να βοηθήσουν τους φτωχούς κατοίκους του νησιού. Συγκέντρωναν χρήματα από δωρεές και εράνους στην Αγγλία και τα έστελναν στην Εύβοια για γιατρούς, κτηνιάτρους, δασοκόμους, γεωπόνους και άλλο εξειδικευμένο προσωπικό ώστε να βοηθήσουν στην ανάπτυξη της περιοχής. Το έργο του Ιδρύματος ήταν σημαντικό αν και αποδείχθηκε βραχύβιο, καθώς ήδη από το 1969 άρχισε να αντιμετωπίζει οικονομικά προβλήματα, που ώθησαν τον Φράνσις Νόελ-Μπαίηκερ να προσκαλέσει τον δικτάτορα Παττακό στο κτήμα, προκειμένου να τον παρακαλέσει να αναλάβει το κράτος τη χρηματοδότηση του Ιδρύματος. Η δημόσια υποστήριξή του στο καθεστώς των συνταγματαρχών ήταν και το μεγαλύτερο λάθος του.
Μετά τη Μεταπολίτευση, στις 9 Μαΐου 1975, «ολόκληρη η περιοχή ξεσηκώθηκε κατά του Εγγλέζου δυνάστη», όπως αναφερόταν σε δημοσιεύματα εκείνης της περιόδου. Το Σωματείο της 9ης Μαΐου, στο οποίο συμμετείχε η πλειονότητα των κατοίκων, αλλά και χιλιάδες Έλληνες που δεν κατοικούσαν στην Εύβοια, απαιτούσαν το μοίρασμα της έκτασης των 45.000 στρεμμάτων: τα χωράφια στους ακτήμονες, τα οικόπεδα στους κατοίκους, το δάσος στο Δημόσιο.
Το 1975 το Συμβούλιο της Επικρατείας έκρινε ότι οι αποφάσεις της επιτροπής επί των πωλήσεων των οθωμανικών ιδιοκτησιών δεν συνιστούν προκειμένου περί δασών αναγνωριστικές της κυριότητας των ιδιωτών πράξεις του Δημοσίου και το Υπουργείο Γεωργίας χαρακτήρισε το δασόκτημα Μπαίηκερ ως διακατεχόμενο, εφόσον δεν υφίσταται επίσημη απόφαση της Διοίκησης που να αναγνωρίζει την κυριότητα των Μπαίηκερ (Διαχειριστική μελέτη 2010). Τα διακατεχόμενα δάση αποτελούν μία sui generis κατηγορία δασικών εκτάσεων, το ιδιοκτησιακό καθεστώς των οποίων για διάφορους λόγους δεν έχει επιλυθεί και διακατέχονται από ιδιώτες.
Η μακρόχρονη δικαστική διένεξη
Μετά την απόφαση για τον χαρακτηρισμό του δασοκτήματος ως διακατεχόμενου, η οικογένεια κατέθεσε το 1976 αίτηση διεκδίκησης στο τότε Υπουργείο Γεωργίας. Σχεδόν ένα χρόνο μετά, το 1977, ο Υφυπουργός Γεωργίας, κατόπιν σχετικής γνωμοδότησης του Συμβουλίου Ιδιοκτησίας Δασών, αποφάσισε ότι το αγροδασόκτημα Προκοπίου - Δραζίου είναι κτήση ιδιωτική και ανήκει εξ αδιαιρέτου κατά το 1/3 στους Φράνσις, Εδουάρδο και Μαρτίνο Νόελ-Μπαίηκερ. Μάλιστα συντάχθηκε και πρωτόκολλο παράδοσης - παραλαβής της έκτασης στους αναγνωρισμένους ιδιοκτήτες.
Η επόμενη ανατροπή ήρθε το 1983, όταν με διαταγή του Υπουργείου Γεωργίας ανακλήθηκε το πρωτόκολλο παράδοσης - παραλαβής, ενώ παράλληλα διαβιβάστηκε στο Αναθεωρητικό Συμβούλιο Ιδιοκτησίας Δασών (ΑΣΙΔ) αίτημα για επανάκριση περί του ιδιοκτησιακού του δάσους. Ακολούθως το ΑΣΙΔ έκανε δεκτό κατά πλειοψηφία ότι δεν υπάρχει δικαίωμα κυριότητας υπέρ των Μπαίηκερ για το δασόκτημα και ότι ακολούθως οι δασικές αυτές εκτάσεις θα διαχειρίζονται ως δημόσιες. Έτσι, το 1984 με απόφαση του Υπουργού Γεωργίας το εν λόγω δάσος κηρύχτηκε δημόσιο.
Οι Μπαίηκερ αμέσως κατέθεσαν ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Χαλκίδας αναγνωριστική της κυριότητας αγωγή για το δημόσιο πλέον δάσος Προκοπίου - Δραζίου.
Μετά από δικαστικούς αγώνες της οικογένειας και διαδοχικές αποφάσεις των αρμόδιων οργάνων, με τις αποφάσεις του Αρείου Πάγου το 2004 αναγνωρίστηκε εντέλει αμετάκλητα η κυριότητα των Φράνσις Νόελ-Μπαίηκερ και Εδουάρδου Νόελ-Μπαίηκερ επί ποσοστού 2/3 εξ αδιαιρέτου του όλου δασοκτήματος. Οριστική και τελεσίδικη απόφαση για την αναγνώριση της ιδιοκτησίας των Μπαίηκερ ήρθε μόλις το 2017 και αμετάκλητη από τον Άρειο Πάγο το 2019.
Το παρόν και το μέλλον – υπό την απειλή της πυρκαγιάς
Σήμερα τα πράγματα έχουν πλέον εξομαλυνθεί. Στην άμεση περιοχή του ιδιόκτητου δάσους υπάρχουν τρεις οικισμοί: το Προκόπι (κάτοικοι 948), η Δαφνούσα (κάτοικοι 58) και το Τρούπι (κάτοικοι 16). Ένας σημαντικός αριθμός των κατοίκων των δύο αυτών κοινοτήτων απασχολούνταν στα μεταλλεία λευκολίθου της ευρύτερης περιοχής. Τα τελευταία χρόνια, όταν σταμάτησε ή περιορίστηκε η λειτουργία των μεταλλείων, δημιουργήθηκε πρόβλημα απασχόλησης του εργατικού δυναμικού της περιοχής. Τότε ιδρύεται ο Αγροτικός Δασικός Συνεταιρισμός Προκοπίου - Δαφνούσας με αντικείμενο υλοτομικές εργασίες και ρητίνευση της χαλεπίου πεύκης. Σήμερα υφίστανται δύο Δασικοί Συνεταιρισμοί Εργασίας, ο ΔΑΣΕ Προκοπίου - Δαφνούσας (35 μέλη) και ο ΔΑΣΕ Κηρέως. Μέρος του εργατικού δυναμικού απασχολείται με τη γεωργία και πολύ λίγο με την κτηνοτροφία. Παράλληλα παρατηρείται μια ραγδαία αύξηση της τουριστικής κίνησης στο Προκόπι λόγω και της θέσης του, χωρίς να συμβαίνει το ίδιο στη σχετικά απομακρυσμένη Δαφνούσα. Το Προκόπι, που βρίσκεται επάνω στον οδικό άξονα Χαλκίδας - Βόρειας Εύβοιας, δέχεται έναν πολύ μεγάλο αριθμό τουριστών που το επισκέπτεται για να προσκυνήσει το σκήνωμα του Αγίου Ιωάννου του Ρώσου. Για τον λόγο αυτό μεγάλο μέρος της οικονομίας του στηρίζεται στον τουρισμό, με πολλά καταστήματα τουριστικών ειδών, ταβέρνες, εστιατόρια κ.ά., όπου απασχολείται σημαντικός αριθμός ατόμων (Διαχειριστική 2021).
Εν τω μεταξύ, ο ιδιοκτήτης του δασοκτήματος είχε δαπανήσει μεγάλα ποσά ήδη πριν το 1966 για τη διάνοιξη κυρίως αντιπυρικών ζωνών συνολικού μήκους 64 χιλιομέτρων, όπως επίσης και για τη συντήρηση αυτών κατά χρονικά διαστήματα. Επίσης συνέχισε να δαπανά για τη διάνοιξη οδικού δικτύου ανερχόμενου σε 110 χιλιόμετρα όπως και για τη συντήρηση αυτού, ώστε σε περίπτωση πυρκαγιάς τα συνεργεία κατάσβεσης να φθάνουν έγκαιρα. Επιπλέον, δαπανήθηκαν κατά καιρούς ποσά για φρυγανεύσεις, αποφράξεις και καθαρισμό του εύφλεκτου υπορόφου, ενώ σημαντική ήταν και η δαπάνη για την κατασκευή του πυροφυλακίου κάτω από την κορυφή «Αγκόρτζα».
Μετά το 1985, όταν το δάσος περιήλθε στην κυριότητα του Δημοσίου, το Δημόσιο συνέχισε την προσπάθεια για την αντιπυρική θωράκισή του, με νέες διανοίξεις δασοδρόμων, συντήρηση των υπαρχόντων δρόμων και των αντιπυρικών ζωνών, καθώς και με τη διενέργεια κλαδεύσεων και φρυγανεύσεων.
Όπως όμως φάνηκε καθαρά από τις φωτιές του 2021 που κατέκαψαν τη Βόρεια Εύβοια και έφτασαν στα όρια του δασοκτήματος, ο κίνδυνος πυρκαγιάς είναι και θα είναι πολύ μεγάλος. Γι’ αυτό και η προσπάθεια θα πρέπει να συνεχιστεί και να ληφθούν και πρόσθετα μέτρα για την περαιτέρω θωράκιση του δάσους από τη μεγαλύτερη ίσως πρόκληση που αντιμετωπίζει στη μακρόχρονη και περιπετειώδη ιστορία του.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Γκουζιώτη, Κ., 2019. Μικρασιάτες πρόσφυγες στην Εύβοια. Μεταπτυχιακή διατριβή, Παιδαγωγικό τμήμα δημοτικής εκπαίδευσης, Τομέας Ανθρωπιστικών σπουδών, Αθήνα 2019
- Δημητριάδης, Σ., 2018. Οι μεγαλοκτηματίες της Εύβοιας του 19ου αιώνα. Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας, Φιλοσοφική Σχολή, ΕΚΠΑ, Διδακτορική διατριβή
- Διαχειριστική μελέτη 2021. Διαχειριστική μελέτη για τη δεκαετία 2021-2030. Ιδιωτικό Δασόκτημα Προκοπίου - Δραζίου. Ελληνικά Δάση, Ο.Ε. & Όλυμπος ΙΚΕ, 2021
- Διαχειριστική μελέτη, 2010. Διαχειριστική μελέτη για τη δεκαετία 2010-2019. Συνιδιόκτητο δάσος Προκοπίου - Δραζίου, περιοχής Δασαρχείου Λίμνης Εύβοιας. Ελληνικά Δάση, Ο.Ε, 2010
- ΕΟΑ - Εταιρεία Οικολογίας & Ανάπτυξης, “Agenzia per la ricerca, la documentazione e l' educazione ambientale”, 1990. «Πρόγραμμα για τη δημιουργία Φυσικού Πάρκου στην περιοχή Καντηλίου της Εύβοιας». Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, αρ. Συμβολαίου 6613 (87/02), Τελική Έκθεση
- Μπαλτά, Ε., 2009. «Η καταγραφή των μικρασιατικών συνοικισμών της Εύβοιας από το Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών (1948-1964)». Αρχείον Ευβοϊκών Μελετών, 38/2008-2009
- Παπαγιάννης, Γ., 2011. Η δασική ιδιοκτησία, Νομική Βιβλιοθήκη, Αθήνα 2011
- Στελλάκου Β., 1999. Οι πρόσφυγες της Καππαδοκίας στην Ελλάδα: κοινωνικές-πολιτισμικές και λειτουργικές διαστάσεις στη σχέση ανθρώπου και δομημένου περιβάλλοντος. Πανεπιστήμιο Αιγαίου, Εργαστήριο περιβαλλοντικού σχεδιασμού, Τμήμα περιβάλλοντος, Μυτιλήνη 1999. Διδακτορική διατριβή
- Noel-Baker, B., 2003. Μια νήσος στην Ελλάδα. Οι Noel-Baker στην Εύβοια. Οι Εκδόσεις των Φίλων, Αθήνα 2003
- Reber, K. 2001. Γράμματα από το Αχμέτ-Αγά, Μεγαλοκτηματίες από την Ελβετία στην Εύβοια του 19ου αιώνα. Στο https://www.academia.edu/3101164/Γραμματα_απο_το_Αχμετ_Αγα_Μεγαλοκτηματιες_απο_την_Ελβετια_στην_Ευβοια_του_19ου_αιωνα (ανάτυπο από το Αρχείο Ευβοϊκών Μελετών 33/1998-2000, Εταιρεία Ευβοϊκών Σπουδών Αθήνα 2001, σελ. 339-351), ανάκτηση Δεκέμβριος 2024