Μετά το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, όταν το πλαστικό μόλις είχε αρχίσει να διαδίδεται, οι άνθρωποι το μεταχειρίζονταν με προσοχή και ξαναχρησιμοποιούσαν τα πλαστικά προϊόντα· τα αντιμετώπιζαν, δηλαδή, όπως τα άλλα είδη και υλικά συσκευασίας. Στα τέλη της δεκαετίας του ’50, όμως, η οικονομία άλλαξε: Άρχισε να καθοδηγείται από την ανάγκη που γεννούσε η αυξανόμενη κατανάλωση πόρων. Η βιομηχανία εκμεταλλεύτηκε την ευκαιρία να εξοικονομήσει χρήματα και να απλοποιήσει τις αλυσίδες εφοδιασμού, φυτεύοντας τον σπόρο για τη γέννηση της νοοτροπίας να πετιούνται τα προϊόντα ύστερα από μία χρήση. Ήδη έως τις αρχές της επόμενης δεκαετίας, δισεκατομμύρια πλαστικά αντικείμενα γέμιζαν τις χωματερές, τους χώρους υγειονομικής ταφής και τους αποτεφρωτές του δυτικού κόσμου. Η μεταστροφή προς τις αναλώσιμες συσκευασίες αναπτύχθηκε σταδιακά έως τα τέλη της δεκαετίας του ’70, οπότε η χρήση τους εδραιώθηκε παγκοσμίως. Το 1978 η Coca-Cola εισήγαγε το πλαστικό μπουκάλι PET μιας χρήσης, με το οποίο θα αντικαθιστούσε το θρυλικό γυάλινο. Η αλλαγή αυτή σηματοδότησε την αρχή μιας νέας εποχής στην κατανάλωση πόσιμων προϊόντων. Έως τα μέσα της δεκαετίας του ’80 η ιδέα ότι η ανακύκλωση μπορούσε να λύσει το εντεινόμενο πρόβλημα των πλαστικών μιας χρήσης ήταν ιδιαίτερα διαδεδομένη στον δυτικό κόσμο. Στα τέλη της ίδιας δεκαετίας, σχεδόν κάθε επαναχρησιμοποιούμενο μπουκάλι αναψυκτικού ή γάλακτος είχε εξαφανιστεί, δίνοντας τη θέση του σε αναλώσιμο πλαστικό.
Αυτή η μέθοδος του μονόδρομου εφοδιασμού βοήθησε τους κατασκευαστές τροφίμων και πόσιμων ειδών να αποκτήσουν πρόσβαση σε μακρινές, νέες αγορές, ενώ την ίδια στιγμή οι αναπτυσσόμενες χώρες άρχισαν να ακολουθούν το πρωτοποριακό μοντέλο της Δύσης. Ο τρόπος ζωής με προϊόντα μιας χρήσης ήταν σημάδι προόδου και εκσυγχρονισμού.
Προς το τέλος του 20ού αιώνα, ο τρόπος ζωής έγινε πιο έντονος. Το ποσοστό των εργαζομένων αυξήθηκε, καθώς περισσότερες γυναίκες μπήκαν στην αγορά εργασίας. Οι πόλεις μεγάλωσαν και μαζί τους ο αριθμός όσων κατευθύνονταν σε αυτές. Οι απαιτήσεις για απασχόληση αυξήθηκαν και έτσι οι οικογένειες (ιδιαίτερα οι γυναίκες) είχαν όλο και λιγότερο χρόνο για μαγείρεμα, νοικοκυριό ή κηπουρική. Το σπιτικό φαγητό, φτιαγμένο από φρέσκα υλικά, άρχισε να αντικαθίσταται από προμαγειρεμένα γεύματα, χάρη στα ψυγεία και τους φούρνους μικροκυμάτων. Αυτός ο «εύκολος» τρόπος ζωής έχει στηριχθεί στα πλαστικά μιας χρήσης. Πλαστικά καλαμάκια, σακούλες, πιάτα από πολυστυρένιο και συσκευασίες από πολυπροπυλένιο για έτοιμο φαγητό, αποτελούν την υλική βάση της καθημερινότητας. Όλα μπορούν να αποκτηθούν γρήγορα, να καταναλωθούν εύκολα και ό,τι απομένει να πετιέται απλώς στα σκουπίδια. Τα προϊόντα μιας χρήσης έχουν πια γίνει το σύμβολο της καπιταλιστικής οικονομίας, και ένας τέτοιος τρόπος ζωής είναι ταυτόχρονα αιτία και συνέπεια της «φορτωμένης» και εντατικής σύγχρονης καθημερινότητας.
Η νοοτροπία αυτή αποτυπώνεται και στους βασικούς τομείς της λαϊκής κουλτούρας, για παράδειγμα σε αθλητικές και μουσικές εκδηλώσεις ή σε ταινίες του Χόλιγουντ. Από τα στιγμιότυπα σε πάρτι με πλαστικά πιάτα και ποτήρια μέχρι την εικόνα του ήρωα σε τηλεοπτικές σειρές, που πηγαίνει στη δουλειά με ένα πλαστικό ποτήρι καφέ στο χέρι, τα προϊόντα μιας χρήσης έχουν μπει στη μικρή και τη μεγάλη οθόνη. Και από εκεί αυτή η εικόνα ταξιδεύει σε όλο τον κόσμο. Σε φτωχότερες περιοχές, θεωρείται ότι τα αναλώσιμα πλαστικά προϊόντα προσδίδουν υψηλό κύρος και γι’ αυτό χρησιμοποιούνται μαζικά. Οι εταιρείες, από την πλευρά τους, στηρίζουν και προωθούν ενεργά αυτή την τάση.
Σε φεστιβάλ και άλλες μεγάλες εκδηλώσεις συσσωρεύονται φορτία σκουπιδιών που μπορούν μόνο να αποτεφρωθούν ή να απορριφθούν σε χώρους υγειονομικής ταφής. Αυτή η κατάσταση, όμως, φαίνεται να έχει ενεργοποιήσει και έναν άλλον τρόπο σκέψης σε κάποιους από τους διοργανωτές τέτοιων εκδηλώσεων. Μερικοί χρεώνουν ένα ποσό για τα ποτήρια, τα οποία οι πελάτες πρέπει να επιστρέψουν για να πάρουν πίσω τα χρήματα τους, ενώ το φαγητό σερβίρεται σε πιάτα που μπορούν να κομποστοποιηθούν. Όλο και περισσότεροι προμηθευτές φαγητού και πόσιμων ειδών στο χέρι προσφέρουν
στους πελάτες τους μια έκπτωση αν φέρουν τα δικά τους επαναχρησιμοποιούμενα σκεύη. Όμως, η νοοτροπία υπέρ των απορριμμάτων παραμένει κυρίαρχη μέχρι σήμερα επειδή διευκολύνει ορισμένες πτυχές της ζωής. Επιπλέον, τα έξοδα που προκύπτουν από τη διαχείριση των απορριμμάτων δεν επιβαρύνουν την τιμή των προϊόντων.
Διαφορετικοί μηχανισμοί εφαρμόζονται από χώρα σε χώρα. Σε πολλές αναπτυσσόμενες χώρες έχει παίξει καθοριστικό ρόλο η απόφαση κολοσσών της βιομηχανίας, όπως η Unilever και η Procter & Gamble, να προσφέρουν προϊόντα τους όπως σαμπουάν, απορρυπαντικά ή κέτσαπ, σε μικρά σφραγισμένα πλαστικά φακελάκια, διεκδικώντας μεγαλύτερο μερίδιο στην ανάλογη αγορά. Οι εταιρείες υποστηρίζουν ότι αυτός είναι ο μόνος τρόπος με τον οποίο οι καταναλωτές με χαμηλό εισόδημα μπορούν να αντέξουν οικονομικά την κατανάλωση τέτοιων προϊόντων. Η συνέπεια, ωστόσο, είναι περισσότερα σκουπίδια…
Η καταστροφική πτυχή αυτής της τακτικής είναι ότι υπάρχει δυσαναλογία μεταξύ της απαιτούμενης συσκευασίας και του περιεχομένου ανά μονάδα προϊόντος, ενώ παράλληλα, αυξάνεται κατά πολύ η κατανάλωση. Αυτό έχει τεράστιες συνέπειες σε περιοχές όπου οι καταναλωτές δεν διαθέτουν επαρκείς ποσότητες πόσιμου νερού και πρέπει να το αγοράζουν σε πλαστικά μπουκάλια. Χωρίς λειτουργική διάθεση απορριμμάτων, οι περιοχές αυτές πλημμυρίζουν από πλαστικά σκουπίδια, ενώ οι παραγωγοί δεν προσφέρουν λύσεις για τη διάθεση ή την ανακύκλωση των συσκευασιών. Τα απορρίμματα από είδη σε ατομικές συσκευασίες αποτελούν τεράστιο πρόβλημα για πολλές πόλεις αναπτυσσόμενων χωρών, καθώς δεν υπάρχει οικονομικό κίνητρο για τη συλλογή τους και κανένας φιλικός προς το περιβάλλον τρόπος απόρριψής τους.
Αποτελεί άρθρο αφιερώματος από τον Άτλαντα του Πλαστικού