Τον Νοέμβριο του 2022 συνεργαστήκαμε με την εταιρεία ερευνών Kapa Research για τη διεξαγωγή μιας πανελλαδικής ποσοτικής δημοσκόπησης σχετικά με το δημογραφικό πρόβλημα στην Ελλάδα, τις βαθύτερες αιτίες του, τις συνέπειες στην καθημερινότητα των κατοίκων, καθώς και το επίπεδο διακυβέρνησης το οποίο θα κληθεί να δώσει λύσεις στην πρόκληση αυτή.
Το χάσμα μεταξύ πόλης και υπαίθρου στην ελληνική επικράτεια αποτελεί ένα κεντρικό ζήτημα που απασχολεί το Ίδρυμα Χάινριχ Μπελ. Μέσα από διάφορες δραστηριότητες το Ίδρυμα προσπαθεί να αποτυπώσει και να αποκωδικοποιήσει αυτό το φαινόμενο, την ένταση αλλά και τον αντίκτυπο που έχει στην καθημερινότητα των ανθρώπων, και ταυτόχρονα να αναδείξει τη σημασία του σχεδιασμού μιας στρατηγικής για την άμβλυνσή του. Η απογραφή πληθυσμού που διενεργήθηκε από την ΕΛΣΤΑΤ το 2021 ήρθε να επιβεβαιώσει το χάσμα αυτό. Κατέδειξε μια μείωση του πληθυσμού στην ελληνική επικράτεια της τάξης του 3,5%, ενώ σε ορισμένες περιφέρειες όπως αυτή της Δυτικής Μακεδονίας η μείωση αγγίζει το 10%. Λαμβάνοντας υπόψιν και τις μελλοντικές προβολές για εντατικοποίηση αυτού του φαινομένου, κρίναμε σκόπιμο να διερευνήσουμε τις βαθύτερες αιτίες, τι συνεπάγεται αυτό στην καθημερινότητα των κατοίκων, καθώς και το επίπεδο διακυβέρνησης (ευρωπαϊκό, εθνικό, περιφερειακό, τοπικό) το οποίο θα κληθεί να δώσει λύσεις στην πρόκληση αυτή.
Με σκοπό τη διερεύνηση των παραπάνω, τον Νοέμβριο του 2022 συνεργαστήκαμε με την εταιρεία ερευνών Kapa Research για τη διεξαγωγή μιας πανελλαδικής ποσοτικής δημοσκόπησης, λαμβάνοντας και ενισχυμένο δείγμα από τις τέσσερις περιφέρειες ενδιαφέροντος για το Ίδρυμα (Αττική, Κεντρική Μακεδονία, Ιωάννινα και Κρήτη) με συνολικό αριθμό ερωτηθέντων τα 1.639 άτομα.
Τα κυριότερα συμπεράσματα από τη δημοσκόπηση είναι τα παρακάτω:
Η συντριπτική πλειοψηφία όσων ερωτήθηκαν, 7 στους 10, θεωρούν ότι ο τόπος τους μπορεί να τους προσφέρει μια αξιοπρεπή διαβίωση, ωστόσο ταυτόχρονα ένα αρκετά μεγάλο ποσοστό, της τάξης του 22%, σκέφτεται ή σχεδιάζει να μετακομίσει από τον τόπο κατοικίας του, ενώ το ποσοστό αυτό αυξάνεται σε 50% όταν η ίδια ερώτηση αφορά τα παιδιά του. Για ένα σημαντικό ποσοστό αυτών που σχεδιάζουν να μετακομίσουν (46%) ο λόγος είναι η υποβάθμιση του τόπου διαμονής. Επομένως, διαφαίνεται να καλλιεργείται ένα σημαντικό κύμα φυγής, το οποίο θα απασχολήσει μελλοντικά τη χώρα.
Τα προβλήματα που απασχολούν κατά προτεραιότητα τη συντριπτική πλειοψηφία των ερωτώμενων είναι ζητήματα οικονομικής φύσης: ακρίβεια, οικονομικές δυσκολίες, ανεργία και φτώχεια. Το δημογραφικό πρόβλημα, πάντως, όπως η γήρανση του πληθυσμού και η τάση φυγής των νέων, αναδεικνύεται ως ένα αρκετά σοβαρό εθνικό ζήτημα, το οποίο σε ημιαστικές και αγροτικές περιοχές λαμβάνει ακόμα μεγαλύτερες διαστάσεις σε σχέση με τα μεγάλα αστικά κέντρα. Επιπλέον, ενώ τα προβλήματα φαίνεται να είναι κοινά σχεδόν παντού, η έντασή τους καταγράφεται πολύ μεγαλύτερη στις αγροτικές απ’ ό,τι στις αστικές περιοχές.
Τα περισσότερα άτομα που συμμετείχαν στην έρευνα θεωρούν ότι το δημογραφικό έχει συνέπειες και στη δική τους ζωή, καθώς επιδρά στο μέλλον της περιοχής, στην τοπική οικονομική ανάπτυξη, στην ποιότητα ζωής και στις υποδομές. Η εκπόνηση ενός εθνικού σχεδίου για την αντιστροφή αυτής της τάσης θεωρείται αναγκαία από την πλειοψηφία.
Τέλος, αναδεικνύεται μια σύμπνοια στις απαντήσεις αναφορικά με το επίπεδο διοίκησης που καλείται να λύσει τα προβλήματα, καθώς η πλειοψηφία των ερωτώμενων αναφέρει ότι η κεντρική κυβέρνηση όπως και η τοπική αυτοδιοίκηση έχουν την ευθύνη τόσο για τη δημιουργία των προβλημάτων όσο και για την επίλυσή τους. Οι τοπικοί φορείς εξουσίας θεωρείται ότι μπορούν να έχουν ουσιαστική συμβολή στην ανάπτυξη και την προοπτική μιας περιοχής, οπότε και αποτελούν βασικούς πυλώνες στο σχεδιασμό της στρατηγικής για την αντιστροφή της δημογραφικής συρρίκνωσης.
Πατήστε παρακάτω για να δείτε αναλυτικά την έκθεση αποτελεσμάτων της έρευνας.