Όπως επισημαίνεται στο άρθρο αυτό, η Πράσινη Συμφωνία μάς δίνει την ευκαιρία να ξαναδούμε το θέμα «ευάλωτες σε κινδύνους πόλεις» με νέα ματιά, εφαρμόζοντας δηλαδή καλές πρακτικές διαχείρισης κινδύνου ενσωματωμένες στα μέσα για την καταπολέμηση της κλιματικής κρίσης.
Το 2019 η ΕΕ ανακοίνωσε το σχέδιο της λεγόμενης «Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας», η οποία στοχεύει στον μετασχηματισμό της ΕΕ σε μια δίκαιη και ευημερούσα κοινωνία, όπου ως το 2050 θα έχουν μηδενιστεί οι καθαρές εκπομπές αερίων θερμοκηπίου και η οικονομική ανάπτυξη θα έχει αποσυνδεθεί από τη χρήση των πόρων. Είναι σημαντικό ότι η Συμφωνία αποσκοπεί επίσης στην προστασία, τη διατήρηση και την ενίσχυση του φυσικού κεφαλαίου της ΕΕ, καθώς και στην προστασία της υγείας και της ευημερίας των πολιτών από κινδύνους και επιπτώσεις που σχετίζονται με το περιβάλλον. Ταυτόχρονα, η μετάβαση αυτή πρέπει να είναι δίκαιη και χωρίς αποκλεισμούς. Η Επιτροπή αναγνωρίζει ότι η ενίσχυση των προσπαθειών για θωράκιση έναντι του κλίματος, η οικοδόμηση ανθεκτικότητας, η πρόληψη και η ετοιμότητα είναι καίριας σημασίας.
Οι μέχρι τώρα συζητήσεις, προτάσεις και δράσεις έχουν κυρίως επικεντρωθεί στο πρώτο σκέλος, έχοντας μάλλον παραμελήσει το δεύτερο, που αναφέρεται στους περιβαλλοντικούς-φυσικούς κινδύνους και την προστασία από αυτούς. Ωστόσο, οι παλιότερες αλλά και πιο πρόσφατες εμπειρίες σε ό,τι αφορά τις επιπτώσεις των περιβαλλοντικών κινδύνων είναι πολύ πικρές. Στην Ελλάδα, τα πρόσφατα παραδείγματα είναι πολλά: σεισμός Αθήνας (Πάρνηθας) με 143 θύματα, μόνο 18 χιλιόμετρα από την Ακρόπολη, και με άμεσο οικονομικό κόστος ύψους περίπου 3 δισ. δολαρίων, το μεγαλύτερο που προκλήθηκε ποτέ από φυσική καταστροφή στη νεότερη ιστορία της χώρας. Ακολούθησαν οι μεγάλες πυρκαγιές του 2007 με 85 θύματα, οι πλημμύρες στη Μάνδρα και τα πέριξ (2017, 24 θύματα), η πυρκαγιά στο Μάτι (2018, πάνω από 100 θύματα), η καταιγίδα στη Χαλκιδική (2019, 7 θύματα), η πλημμύρα στην Εύβοια (2020, 8 θύματα) και μετά στην Καρδίτσα, όπου το πέρασμα του "Ιανού" άφησε πίσω του ανθρώπινα θύματα και μεγάλες καταστροφές σε οικοδομές, υποδομές και καλλιεργημένες εκτάσεις άμεσου οικονομικού κόστους τουλάχιστον 200 εκατ. ευρώ. Η υπενθύμιση ότι η χώρα βρίσκεται και θα εξακολουθήσει να βρίσκεται σε κίνδυνο είναι σαφέστατη. Αλλά και στην υπόλοιπη Ευρώπη οι εμπειρίες είναι εξίσου τραγικές.
Ως κοινό παρονομαστή όλων αυτών των καταστροφών βρίσκουμε κατά κύριο λόγο την τρωτότητα (vulnerability) των πόλεων και oικισμών μας, που συχνά δομούνται, αναπτύσσονται και επεκτείνονται σε ακατάλληλα εδάφη, πάνω σε μπαζωμένους χειμάρρους, ακόμη και σε ποτάμιους δελταϊκούς σχηματισμούς. Πόλεις και οικισμοί πολύ συχνά δομούνται με χωροταξία και πολεοδόμηση που αυξάνουν κατακόρυφα την έκθεσή τους (exposure) και την τρωτότητά τους στους φυσικούς κινδύνους, με ακραίο παράδειγμα το Μάτι. Κτίρια πολλές φορές αυθαίρετα και συνεπώς εξαιρετικά ευάλωτα στους σεισμούς, όπως στα δυτικά προάστια των Αθηνών το 1999. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι το σύστημα πολιτικής προστασίας υπήρξε άψογο σε όλες τις προηγούμενες περιπτώσεις. Αντίθετα, με ακραίο παράδειγμα και πάλι το Μάτι, τα τελευταία χρόνια αναδείχτηκαν τα πλέον αρνητικά χαρακτηριστικά ενός πεπαλαιωμένου και αναποτελεσματικού συστήματος πολιτικής προστασίας.
Η Πράσινη Συμφωνία, σε συνδυασμό με το παράλληλο ελληνικό σχέδιο για την «Ανάκαμψη και Ανθεκτικότητα», παρέχουν μεγάλη ευκαιρία να ξαναδούμε το θέμα «ευάλωτες σε κινδύνους πόλεις» με νέα ματιά, δηλαδή με τη δυνατότητα να εφαρμοστούν καλές πρακτικές διαχείρισης κινδύνου ενσωματωμένες στα μέσα που θα εφαρμοστούν για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής. O ενταγμένος στην υπηρεσία της αντιμετώπισης της κλιματικής κρίσης πολεοδομικός και χωροταξικός σχεδιασμός είναι ταυτόχρονα εξαιρετικά επωφελής στην πρόληψη και μείωση των φυσικών κινδύνων, όπως σεισμοί, πλημμύρες, δασικές πυρκαγιές κλπ.
Στα πλαίσια του άξονα «Κλιματική φιλοδοξία» εντάσσονται δράσεις τόσο για τη «χρήση της γης - αλλαγή στη χρήση της γης» όσο και η δασική στρατηγική της ΕΕ. Εδώ τα σχέδια μπορούν να ενσωματώσουν πρόνοιες που θα αποσκοπούν στη μείωση των δασικών πυρκαγιών αλλά και των πλημμυρών.
Η νέα πρωτοβουλία «Κύμα ανακαινίσεων» για τον οικοδομικό τομέα και η πρόκληση της βελτίωσης της ενεργειακής απόδοσης των κτιρίων μπορούν να συνδυαστούν κάλλιστα με τον έλεγχο της ανθεκτικότητάς τους έναντι φυσικών κινδύνων. Ο προσεισμικός έλεγχος των περίπου 80.000 δημόσιων κτιρίων στη χώρα μας καρκινοβατεί από το 2001. Ένα δυνατό «κύμα» ανακαινίσεων μπορεί να επιταχύνει δραστικά και τον προσεισμικό έλεγχο, αν οι δύο δράσεις συνδυαστούν σε μια συντονισμένη συνέργεια. Ιδιαίτερη έμφαση επιβάλλεται να δοθεί σε κτίρια και εγκαταστάσεις στρατηγικής σημασίας, η αδιάλειπτη λειτουργία των οποίων είναι πάντα επιβεβλημένη για την οικονομία και την κοινωνία (π.χ. σταθμοί ενέργειας, τηλεπικοινωνιών κλπ.), όχι μόνο σε κανονικές συνθήκες αλλά και στη διάρκεια καταστροφικών συμβάντων. Το αντίστοιχο «κύμα» ανακαινίσεων σε ιδιωτικά κτίρια μπορεί να αποτελέσει κίνητρο για την έναρξη και ενός μεγάλου σχεδίου για τον προσεισμικό έλεγχο και στα ιδιωτικά κτίρια, θέμα που ουδέποτε μέχρι σήμερα άνοιξε στη χώρα. Είναι περιττό να υπομνησθεί η ιδιαίτερη μέριμνα προστασίας από κινδύνους των χώρων πολιτιστικής αξίας, π.χ. αρχαιολογικών χώρων, μνημείων και μουσείων.
Μετά το τραγικό τσουνάμι του 2004, που σκότωσε πάνω από 220.000 ανθρώπους στον Ινδικό ωκεανό, συνειδητοποιήθηκε ότι ο κίνδυνος αυτός, αν και δεν είναι συχνός στην Ευρώπη και τη Μεσόγειο, εντούτοις απειλεί θανάσιμα την περιοχή. Γιατί όταν συμβεί το ακραίο φαινόμενο οι συνέπειες θα είναι τραγικές, αν δεν υπάρχει προετοιμασία. Παρά τα συστήματα έγκαιρης προειδοποίησης που αναπτύχθηκαν υπό τον συντονισμό της UNESCO και με τεχνογνωσία που παρήχθη κυρίως στα πλαίσια προγραμμάτων της ΕΕ, συστήνεται η λήψη και άλλων μέτρων, όπως η ενημέρωση του πληθυσμού. Έχει παραμεληθεί όμως η αναγνώριση της παράκτιας χωροταξίας ως σημαντικού παράγοντα που αυξάνει ή μειώνει την έκθεση στον κίνδυνο και την τρωτότητα. Με δράσεις ορθής χωροταξίας μπορούν αύριο να σωθούν πολλές ζωές, ειδικά εκεί που δεν θα υπάρχουν εγκαταστάσεις μεγάλης συγκέντρωσης πληθυσμού με μειωμένη κινητικότητα, π.χ. νοσοκομεία, σχολεία μικρών παιδιών ή κατοικίες ηλικιωμένων, σε παράκτιες ζώνες υψηλού κινδύνου.
Η Πράσινη Συμφωνία προβλέπει την ανάπτυξη και αξιοποίηση ψηφιακών και άλλων νέων τεχνολογιών. Αυτές είναι πράγματι απολύτως απαραίτητες και για την υποστήριξη των πολυποίκιλων δράσεων που αποσκοπούν στην οργάνωση νέων προτύπων για τις πόλεις και τους οικισμούς στα πλαίσια ενός μακροπρόθεσμου και αποτελεσματικού σχεδίου για τη μείωση των φυσικών κινδύνων. Αλλά η ανάπτυξη και εφαρμογή τεχνολογιών είναι απόλυτα συνυφασμένη με την έρευνα και την καινοτομία, οι οποίες σύμφωνα με την Πράσινη Συμφωνία θα ενισχυθούν δραστικά, π.χ. μέσα από το πρόγραμμα «Ορίζων Ευρώπη», με τέσσερις κύριες αποστολές σε τομείς όπως η προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή, οι ωκεανοί, οι πόλεις και το έδαφος. Η χώρα μας, δυστυχώς, βρίσκεται επί χρόνια στα τελευταία σκαλοπάτια στον τομέα της έρευνας στα πλαίσια της ΕΕ27, τόσο από χρηματοδοτικής πλευράς όσο και από την άποψη της κατάρτισης και εφαρμογής ενός συνεκτικού σχεδίου για την έρευνα και την καινοτομία με προτεραιότητες, στόχους και βηματισμό για την επίτευξη των στόχων. Εδώ χρειάζονται δραστικές θεσμικές παρεμβάσεις. Δυστυχώς, το ελληνικό σχέδιο για την «Ανάκαμψη και Ανθεκτικότητα» δεν αφήνει πολλά περιθώρια αισιοδοξίας στον τομέα αυτό.
Προ δύο ακριβώς ετών, είχα προτείνει την ανάγκη κατάστρωσης μιας «Ευρωπαϊκής Χάρτας Πολιτικής Προστασίας». Οι εξελίξεις τρέχουν, οπότε σήμερα μπορούμε να ανανεώσουμε και να επικαιροποιήσουμε την πρόταση και να μιλήσουμε για μια «Ευρωπαϊκή Χάρτα Προστασίας από Περιβαλλοντικούς Κινδύνους» ως ένα απαραίτητο συστατικό της Πράσινης Συμφωνίας.