Κάθε χρόνο περίπου 10 εκατομμύρια τόνοι πλαστικών αποβλήτων καταλήγουν στους ωκεανούς – σαν να άδειαζε ένα φορτηγό κάθε λεπτό το φορτίο του. Τα πλαστικά που καταλήγουν στη θάλασσα συγκεντρώνονται σε πέντε μεγάλες δίνες: από μία στον Βόρειο και τον Νότιο Ειρηνικό, στον Βόρειο και τον Νότιο Ατλαντικό καθώς και μία στον Ινδικό Ωκεανό. Η δίνη του Βόρειου Ειρηνικού, επονομαζόμενη και «Great Pacific Garbage Patch» είναι η πιο γνωστή.
Όμως, αντίθετα με τις κοινές αντιλήψεις, αυτά δεν είναι σημεία στα οποία σχηματίζεται ενιαία μάζα πλαστικών αποβλήτων, αλλά μέρη όπου η συγκέντρωση τους είναι υψηλότερη. Στην πραγματικότητα, τα μικροπλαστικά είναι διασκορπισμένα σε όλο το θαλάσσιο περιβάλλον· σχηματίζουν μια «ομίχλη» πλαστικού, όπως η ατμοσφαιρική ρύπανση σχηματίζει την αιθαλομίχλη πάνω από τις μεγάλες πόλεις.
Μπορούμε να φανταστούμε τα ποτάμια σαν οριζόντιες καπνοδόχους που αντί καπνό απελευθερώνουν πλαστικά στους ωκεανούς. Ακόμα και στις πιο απομακρυσμένες περιοχές, στα βάθη των ωκεανών ή στην Αρκτική, πλέουν πλαστικά ή φτάνουν στις ακτές και τις ρυπαίνουν. Τα επίπεδα ρύπανσης αυξάνονται με ταχύτατο ρυθμό: Μέσα σε μία δεκαετία, η ποσότητα σκουπιδιών στα βαθιά νερά του Αρκτικού Ωκεανού έχει εικοσαπλασιαστεί. Στις θαλάσσιες επιφάνειες επιπλέουν 15-52 τρισεκατομμύρια πλαστικά, τα οποία ζυγίζουν 93.000-236.000 τόνους.
Στη Μεσόγειο υπάρχει συγκέντρωση πλαστικών αντίστοιχη με αυτή των πέντε μεγάλων ωκεάνιων δινών. Αποτελώντας λιγότερο από το 1% της θαλάσσιας επιφάνειας του πλανήτη, η Μεσόγειος «φιλοξενεί» περίπου 7% των μικροπλαστικών. Περιτριγυρισμένη από στεριά, «ανταλλάσσει» μικρή ποσότητα νερού –και πλαστικών– με τους ωκεανούς, επιτρέποντας στα απόβλητα να συσσωρεύονται στα νερά της. Μεγάλες συγκεντρώσεις πλαστικού παρατηρούνται και σε άλλες θάλασσες: Σε κάθε τετραγωνικό χιλιόμετρο του βυθού της Βόρειας Θάλασσας υπάρχουν 11 κιλά θαλάσσιων απορριμμάτων.
Τα σκουπίδια στις θάλασσες προέρχονται από διάφορες πηγές. Στη Μεσόγειο, τα περισσότερα προέρχονται από την ελλιπή διαχείριση των απορριμμάτων και την κατανάλωση πλαστικών μιας χρήσης στις παράκτιες περιοχές. Στη Βόρεια Θάλασσα, πάλι, πολλά απόβλητα προέρχονται από τη θαλάσσια βιομηχανία και τις αλιευτικές και ναυτιλιακές δραστηριότητες, ενώ η Βαλτική επιβαρύνεται κυρίως από τα απόβλητα των τουριστών. Η σύνθεση των αποβλήτων εξαρτάται από τον τρόπο με τον οποίο «χρησιμοποιείται» η κάθε θάλασσα και από το είδος των οικισμών που υπάρχουν κατά μήκος των ακτών της.
Οι θαλάσσιες δραστηριότητες όπως η υδατοκαλλιέργεια, η αλιεία και η ναυτιλία, είναι πηγές μέρους από τα επιπλέοντα πλαστικά. Άλλα προέρχονται από τη στεριά: σκουπίδια από παραλίες και μικροπλαστικά που μεταφέρονται από τον άνεμο. Τα περισσότερα, όμως, καταλήγουν στις θάλασσες από τα ποτάμια. Οι εκτιμήσεις για την ποσότητά τους είναι δύσκολες εξαιτίας της έλλειψης δεδομένων και έχουν μεγάλο εύρος: από 0,41 εκατομμύρια έως και 12,7 εκατομμύρια τόνοι ετησίως. Δέκα μεγάλα ποτάμια, οκτώ από αυτά στην Ασία, πιστεύεται ότι αποτελούν την πηγή των περισσότερων από αυτά τα απόβλητα – μέρος τους είναι σκουπίδια που εξάγονται από τις ΗΠΑ και την Ευρώπη. Όμως και τα ποτάμια άλλων περιοχών μεταφέρουν σημαντικές
ποσότητες αποβλήτων. Ο Ρήνος, για παράδειγμα, κουβαλάει μέσο φορτίο μικροπλαστικών 893.000 σωματιδίων ανά τετραγωνικό χιλιόμετρο.
Στοιχεία δείχνουν ότι τα πλαστικά δεν μένουν στην επιφάνεια του νερού για πολύ. Τα ρεύματα, οι βιολογικές διαδικασίες και η αποικοδόμηση δείχνουν ότι σταδιακά μετακινούνται αλλού: σε πιο ρηχά νερά, στον πυθμένα και στις ακτές. Από το σύνολο των πλαστικών στους ωκεανούς από τη δεκαετία του ’50, το 98,8% δεν βρίσκεται πλέον στην επιφάνεια. Τα περισσότερα έχουν διασπαστεί και έχουν βουλιάξει.
Χημικές διεργασίες, μηχανική διάβρωση και φωτοαποικοδόμηση μέσω του ηλιακού και του υπεριώδους φωτός αποικοδομούν σταδιακά τα πλαστικά που επιπλέουν στην επιφάνεια ή κοντά σε αυτή, διασπώντας τα σε όλο και μικρότερα κομμάτια. Αλλά υπάρχουν πολύ λιγότερα ελάχιστου μεγέθους μικροπλαστικά (δηλαδή σωματίδια με διάμετρο έως 1 mm· γενικά, τα μικροπλαστικά ορίζονται ως σωματίδια μικρότερα των 5 mm) απ’ ό,τι αναμενόταν.
Φαίνεται ότι τα σωματίδια αυτά δεν παραμένουν επιφάνεια αλλά μεταφέρονται αλλού. Μερικά ξεβράζονται στις ακτές. Τα περισσότερα, όμως, βυθίζονται. Παύουν να επιπλέουν καθώς αποικοδομούνται, «κατοικούνται» από τους θαλάσσιους οργανισμούς και γίνονται βαρύτερα, ή καταναλώνονται από τη θαλάσσια ζωή και κατόπιν απεκκρίνονται ως περιττώματα. Ψάρια τα οποία ζουν σε βάθος μεταξύ 200 και 1.000 μέτρων στον Βόρειο Ειρηνικό καταναλώνουν περίπου 12.000-24.000 τόνους μικροπλαστικών ετησίως, ενώ τα θαλασσοπούλια φαίνεται να καταναλώνουν περίπου 100 τόνους ετησίως.
Όσο τα πλαστικά γίνονται μικρότερα, είναι όλο και πιο απίθανο να εξαφανιστούν τελείως. Μια πρόσφατη μελέτη σχετικά με τις θαλάσσιες μικροβιακές συγκεντρώσεις σε μικροπλαστικά διαπίστωσε ότι τα βακτήρια δεν μπορούν να αποσυνθέσουν πλαστικό και ότι είναι απίθανο να αποκτήσουν αυτή την ικανότητα μέσω της εξέλιξης.
Όπως συμβαίνει και με την επιφάνεια των ωκεανών, ούτε τα ποτάμια είναι το τελικό μέρος παραμονής των πλαστικών. Μια μελέτη σε ιζήματα ποταμού στην βορειοδυτική Αγγλία, αποκάλυψε πάνω από 517.000 μικροπλαστικά σωματίδια ανά τετραγωνικό μέτρο. Μετά τις εποχιακές βροχές, όμως, περίπου 70% από αυτά μετακινήθηκε: Οι πλημμύρες τα μετέφεραν παρακάτω. Μια άλλη μελέτη έδειξε ότι τα μικροπλαστικά στα ποτάμια φιλοξενούν ένα ξεχωριστό σύνολο βακτηρίων, βοηθώντας τα να μεταφερθούν προς τη θάλασσα και να καταλήξουν εντός της.
Τα ψάρια και τα πουλιά είναι, επίσης, εκτεθειμένα στους κινδύνους από τα επιπλέοντα πλαστικά, καθώς μπερδεύονται σε αυτά ή τα περνούν για φαγητό. Οι συσκευασίες και ειδικά τα πλαστικά «δαχτυλίδια» και οι ταινίες είναι ιδιαίτερα επικίνδυνα.
Παγκοσμίως, τουλάχιστον 2.249 διαφορετικοί θαλάσσιοι οργανισμοί έρχονται σε επαφή με πλαστικά απόβλητα με κάποιο τρόπο. Πολλοί τραυματίζονται και έχουν κηρυχθεί απειλούμενα είδη. Από τα 120 είδη θαλάσσιων θηλαστικών που βρίσκονται στην Κόκκινη Λίστα Απειλούμενων Ειδών της Διεθνούς Ένωσης Προστασίας της Φύσης (IUCN), πενήντα τέσσερα είναι γνωστό ότι τρώνε πλαστικά σκουπίδια ή έχουν παγιδευτεί σε αυτά.
Στο Χελγκόλαντ, ένα νησί στη Βόρεια Θάλασσα, για παράδειγμα, 97% των φωλιών της αποικίας της Σούλας (morus bassanus) περιείχε πλαστικά και ένα στα τρία από αυτά τα θαλασσοπούλια που βρέθηκαν τραυματισμένα ή νεκρά ήταν παγιδευμένα σε πλαστικά. Μια ακόμα περίπτωση είναι τα αρκτικά θυελλοπούλια (arctic fulmars). Αυτά αποτελούν καλούς «δείκτες» της ρύπανσης των ωκεανών από τα πλαστικά καθώς, πέρα από την περίοδο αναπαραγωγής τους, ζουν αποκλειστικά στη θάλασσα και τρέφονται στην επιφάνειά της ή κοντά σε αυτή. Συχνά, λοιπόν, περνούν τα πλαστικά για φαγητό. Το 95% των πτηνών αυτών που βρέθηκαν νεκρά στις παραλίες της Βόρειας Θάλασσας είχαν πλαστικά στο στομάχι τους. Όταν τα πουλιά καταπιούν πλαστικά, το πεπτικό τους σύστημα μπλοκάρεται, τραυματίζεται ή μολύνεται, κι εντέλει πεθαίνουν από την πείνα.
Τέλος, πρέπει να σημειωθεί ότι στα επιπλέοντα πλαστικά συγκεντρώνονται τοξικές ουσίες όπως τα PCB και τα DDT. Έτσι, τα ζώα απορροφούν όχι μόνο τις βλαβερές ουσίες των ίδιων των πλαστικών αλλά και τις υψηλές συγκεντρώσεις αυτών των τοξικών ενώσεων.
Αποτελεί άρθρο αφιερώματος από τον Άτλαντα του Πλαστικού