Μακεδονικό: συλλαλητήρια της οργής και εθνικιστικά αδιέξοδα

ΑΡΘΡΟ

Στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη πραγματοποιήθηκαν μαζικές συγκεντρώσεις με αίτημα να μην περιλαμβάνεται ο όρος Μακεδονία στο όνομα της γειτονικής χώρας. Το Μακεδονικό επανέρχεται με σφοδρότητα στη δημόσια συζήτηση. Φαίνεται πως δεν είμασταν ποτέ τόσο κοντά σε μια κοινά αποδεκτή λύση, αν και για καμιά από τις δυο πλευρές δε θα είναι εύκολο να κινηθεί στην κατεύθυνση αυτή μέχρι τέλους.



Σύντομη αναδρομή:

Τον Ιανουάριο του 1991 ο πρόεδρος της Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας (Δημοκρατία της ομόσπονδης Γιουγκοσλαβίας) Kiro Gligorov κήρυξε την ανεξαρτησία της Δημοκρατίας της Μακεδονίας. Αυτή ήταν η αφετηρία της σύγχρονης φάσης του Μακεδονικού. Η Ελλάδα υποστηρίζει ότι η ονομασία Μακεδονία είναι δική της ιστορική και πολιτιστική κληρονομιά και η χρήση του όρου από τη νέα χώρα αποτελεί μέρος μιας δυνάμει επεκτατικής αλυτρωτικής πολιτικής. Τον Απρίλιο 1992 στην Αθήνα το Συμβούλιο των πολιτικών αρχηγών αποφάσισε να μην γίνει αποδεκτό όνομα που θα περιλαμβάνει τον όρο «Μακεδονία» ή παράγωγά του. Η ελληνική κοινωνία ήταν σε πρωτοφανή αναβρασμό. Πραγματοποιήθηκαν τεράστιες συγκεντρώσεις και κινητοποιήσεις, μέχρι και μποϊκοτάζ σε προϊόντα χωρών που αναγνώριζαν τη Δημοκρατία της Μακεδονίας(!). Στη Λισαβώνα η ΕΟΚ δήλωσε την υποστήριξή της στις Ελληνικές θέσεις και συνέδεσε την αναγνώριση του νέου κράτους με αλλαγή της αμφισβητούμενης ονομασίας, παύση της αλυτρωτικής και εχθρικής της προπαγάνδας και προσφορά συνταγματικών και πολιτικών εγγυήσεων. Στις 8 Απριλίου 1993 τα ΗΕ αναγνώρισαν τη χώρα με προσωρινή ονομασία: πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας (FYROM).

Οι δύο χώρες ξεκίνησαν διαπραγματεύσεις υπό την αιγίδα των ΗΕ. Όμως τον Φεβρουάριο 1994 η Ελλάδα κήρυξε εμπάργκο στη FYROM με σκοπό την αποδοχή των ελληνικών όρων. Τον Σεπτέμβριο 1995 υπογράφτηκε Ενδιάμεση Συμφωνία που προέβλεπε σεβασμό των υπαρχόντων συνόρων, υποχρέωση της Ελλάδας να αναγνωρίσει την προσωρινή ονομασία FYROM και να τερματίσει το εμπάργκο. Σε αντιστάθμισμα καταργήθηκαν από τα Σκόπια σύμβολα και αναφορές που θεωρούνταν αλυτρωτικά (σημαία, χαρτονόμισμα κ.λπ.). Τον Απρίλιο του 2008 η Ελλάδα άσκησε βέτο στην ένταξη της FYROM στο ΝΑΤΟ. Το Δικαστήριο της Χάγης καταδίκασε την Ελλάδα για τις επίσημες δηλώσεις της κατά τη σύνοδο κορυφής του Βουκουρεστίου. Σήμερα περισσότερες από 130 χώρες έχουν αναγνωρίσει την χώρα με το συνταγματικό της όνομα, Δημοκρατία της Μακεδονίας. Το ίδιο έχουν κάνει 3 στα 5 μόνιμα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας των ΗΕ.



Η κυβέρνηση των Σκοπίων ακολούθησε τα τελευταία χρόνια σκληρή εθνικιστική γραμμή και επένδυσε πολύ στη συμβολική ισχύ του ονόματος και της θεωρίας της κοινής καταγωγής, ως μέσων για την ενίσχυση ενός κοινού εθνικού ανήκειν. Στο πλαίσιο αυτό ας ιδωθούν και οι κακόγουστες γραφικότητες, ο συμβολικός μαξιμαλισμός με τα τεράστια αγάλματα, την ονοματοδοσία αυτοκινητοδρόμων, αεροδρομίων, γηπέδων με ιστορικά ονόματα κ.λπ. Με την τελευταία κυβερνητική αλλαγή όμως και ενόψει της θερινών Συνόδων του ΝΑΤΟ και της ΕΕ το ζήτημα αναθερμαίνεται. Το ΝΑΤΟ επιδιώκει συμβιβαστική λύση για να προχωρήσει στην ταχεία ένταξη της FYROM, τελευταίας χώρας στα Δυτ. Βαλκάνια μαζί με την Σερβία που δεν είναι ακόμη μέλη του. Αυτό φυσικά εντάσσεται στους ευρύτερους γεωστρατηγικούς σχεδιασμούς και το bras de fer με τη Ρωσία. Από την πλευρά της η ΕΕ επίσης προωθεί τον συμβιβασμό. Υπενθυμίζεται  η πρόσφατη εισήγηση της Κομισιόν να προτείνει στις χώρες των Δυτ. Βαλκανίων ενταξιακές διαδικασίες με ορίζοντα το 2025, εισήγηση η οποία εγκρίθηκε από το Ευρωκοινοβούλιο με μεγάλη πλειοψηφία. Προϋπόθεση να έχουν λύσει  τις διαφορές με τους γείτονες. Είναι λοιπόν σαφές ότι η επίλυση του Μακεδονικού θα αποτελούσε ευρύτερα ένα καλό παράδειγμα για όσες χώρες χρειάζεται να επιλύσουν εκκρεμότητες ώστε να γίνουν μέλη.

Επομένως, η κυβέρνηση της FYROM πιέζεται για  μια κοινά αποδεκτή λύση που θα της ανοίξει τον ενταξιακό δρόμο. Η ελληνική κυβέρνηση επίσης εκδήλωσε σαφή πρόθεση συμφωνίας με αμοιβαίο συμβιβασμό στη βάση ενός σύνθετου ονόματος με γεωγραφικό ή άλλο προσδιορισμό.



Το μακεδονικό στην Ελλάδα σήμερα

Δεν είναι βέβαιο ότι η ελληνική κυβέρνηση εκτίμησε σωστά τις αντιδράσεις που θα προκαλούσε η πρόθεσή της να προχωρήσει σε συμφωνία γύρω από το όνομα. Σε κάθε περίπτωση, μοιάζει πως ο σχεδιασμός περιλάμβανε και την πρόθεση να βρεθεί σε δύσκολη θέση η δεξιά αντιπολίτευση. Στο εσωτερικό της Νέας Δημοκρατίας (ΝΔ) υπάρχουν διαφορετικές απόψεις για το μακεδονικό. Η ηγεσία υπέκυψε στις πιέσεις των πιο σκληρών στελεχών και στον φόβο μεγάλων πολιτικών απωλειών, ιδίως στη Βόρεια Ελλάδα. Στις σταθμίσεις αυτές παίζουν ρόλο τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της περιοχής.



Ας σημειωθεί πως στην ελληνική Μακεδονία έγιναν στο πρώτο μισό και ιδίως στο πρώτο τέταρτο του 20ου αιώνα μεγάλες πληθυσμιακές αλλαγές. Ένα μικρό ποσοστό ήταν αυτόχθονες, το μεγαλύτερο μέρος έχει προσφυγική καταγωγή, μετά την καταστροφή στη Μικρά Ασία και τον Πόντο το 1922 και τον ερχομό περίπου 650.000 προσφύγων. Κυριαρχούν για χρόνια στην περιοχή βαθιά συντηρητικές αντιλήψεις στα ζητήματα της εθνοτικής ομοιογένειας, των μειονοτήτων και της ετερότητας. Ο συντηρητισμός αυτός αντανακλάται και στην ώσμωση ανάμεσα στο πολιτικό προσωπικό, ακραίους μητροπολίτες και άλλους τοπικούς παράγοντες.

Με αυτά τα δεδομένα και με τις κλιμακούμενες αντιδράσεις στη Β. Ελλάδα απέναντι στην προοπτική ενός συμβιβασμού, η ηγεσία της ΝΔ διολίσθησε ταχέως σε μια τακτική έντασης: αποδέχτηκε και στη συνέχεια αγκάλιασε με τρόπο δημαγωγικό τις συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας για το όνομα της Μακεδονίας. Όσο για την ουσία, έχει αποφύγει πεισματικά να εκφέρει άποψη. Ως αποτέλεσμα, η ίδια η ΝΔ αναιρεί την προηγούμενη θέση της για συμβιβασμό στη βάση ενός σύνθετου ονόματος erga omnes χωρίς να προτείνει άλλη λύση. Στην προσπάθειά της να συγκρατήσει τις φυγόκεντρες δυνάμεις στα δεξιά της, σύρεται σε μια αδιέξοδη αδιαλλαξία.

Η στάση αυτή της ΝΔ σχετίζεται άμεσα με τις εσωκομματικές ισορροπίες και τον ρόλο του πρώην πρωθυπουργού κ. Σαμαρά., ο οποίος οικοδόμησε την πολιτική του διαδρομή πάνω στο όχημα της αδιαλλαξίας για το μακεδονικό. Αυτή η αδιαλλαξία του, όταν ήταν Υπουργός Εξωτερικών (1990-92), οδήγησε στην παύση του από τον τότε Πρωθυπουργό Κ. Μητσοτάκη (πατέρα του σημερινού αρχηγού της ΝΔ) και την αποπομπή του από το Συμβούλιο Πολιτικών Αρχηγών.



Καθαρή δεν είναι ούτε η στάση της Κεντροαριστερής αντιπολίτευσης και ιδίως του ΠΑΣΟΚ: μεγάλο μέρος προσπαθεί να αφήσει ανοιχτό το δρόμο ενός συμβιβασμού χωρίς να αναλάβει το κόστος της ανοιχτής στήριξης της σύνθετης ονομασίας.

Τα συλλαλητήρια επιταχύνουν την αναδιάταξη στο δεξιό και άκρο δεξιό του πολιτικού φάσματος. Η υπόδικη ηγεσία της νεοναζιστικής Χρυσής Αυγής, κατηγορούμενη για πολλά κακουργήματα (μεταξύ των οποίων συγκρότηση εγκληματικής οργάνωσης), επιδιώκει να επανανομιμοποιηθεί με τη συμμετοχή της στις διαμαρτυρίες. Άλλοι παράγοντες της Ακροδεξιάς, ανάμεσά τους και απόστρατοι, επίσης αναλαμβάνουν πρωταγωνιστικό ρόλο. Αυτό το κομμάτι της πολιτικής πίτας είναι μεγάλο και ορφανό. Αναζητά λοιπόν ηγέτη. Το μακεδονικό, για μια ακόμα αφορά μπορεί να λειτουργήσει ως καταλύτης.

 

Minister of the Hellenic Ministry of Foreign Affairs Nikos Kotzias meeting with the FYROM Minister of Forein Affairs N. Dimitrov (Ministry of Forein Affairs, 14.6.2017)
 
Ο παραμορφωτικός καθρέφτης του μακεδονικού

Η κοινή γνώμη φαίνεται σε μεγάλο μέρος να συμμερίζεται την σκληρή γραμμή που συμβολοποιείται στην απόρριψη ονομασίας που περιλαμβάνει τον όρο Μακεδονία. Υφίστανται διάχυτοι φόβοι περί βλέψεων των γειτόνων στην ελληνική Μακεδονία καθώς και οργή για την προσπάθεια σφετερισμού/κλοπής σημαντικού τμήματος της ελληνικής πολιτισμικής κληρονομιάς. Τμήμα αυτής της αντίδρασης υποκινείται από ακραίους εθνικιστικούς κύκλους που δε θα ήταν αρνητικοί ακόμα και στο ενδεχόμενο διάλυσης της FYROM.

Τονίζουμε πάντως ότι η σημερινή υποστήριξη της σκληρής γραμμής έχει εμφανώς μικρότερη ένταση και έκταση συγκριτικά με την αρχή της διαμάχης πριν 25 χρόνια. Η αδιαλλαξία συνεχίζει ωστόσο να τροφοδοτεί μια συλλογική αυταπάτη που παραβλέπει πέντε καίρια δεδομένα: πρώτον, ο όρος Μακεδονία υπάρχει ήδη στο όνομα της γειτονικής χώρας. Δεύτερον, είναι οριακή από κάθε άποψη απαίτηση να καθορίσουμε το όνομα άλλης χώρας. Τρίτον, η παράταση της εκκρεμότητας οδηγεί με βεβαιότητα σε μια de facto αναγνώριση με το όνομα Μακεδονία, δεδομένου ότι με αυτό το όνομα έχει ήδη αναγνωρισστεί από μεγάλο αριθμό κρατών. Τέταρτον, η Ελλάδα έχει κάθε λόγο και συμφέρον να επιδιώκει σταθερότητα στην περιοχή. Η FYROM μπορεί να λειτουργεί ως μέρος αυτού του πλαισίου σταθερότητας και ως ανάχωμα στον αναδυόμενο αλβανικό εθνικισμό και επεκτατικό μεγαλοϊδεατισμό από τον οποίο εξάλλου πραγματικά απειλείται. Πέμπτον, μια χώρα με το 1/30 του ΑΕΠ μας, το 1/6 του πληθυσμού και το 1/5 της έκτασης δεν αποτελεί απειλή. Αποτελεί ευκαιρία συνεργασίας και ανάπτυξης. Ήδη λειτουργούν εκεί 400 ελληνικές επιχειρήσεις όπου απασχολείται το 10% του εργατικού δυναμικού.

Για όλους αυτούς τους λόγους πρέπει να υπάρξει μια συμφωνία αμοιβαία αποδεκτή. Εξάλλου, για την Ελλάδα αυτή ήταν μια μάχη εξαρχής χαμένη. Εξάντλησε πολιτικό και διπλωματικό κεφάλαιο. Μας εγκλώβισε στη βαλκανική εσωστρέφεια και μιζέρια. Έδωσε στη σκληρή πτέρυγα της Ελλαδικής Εκκλησίας χώρο και ρόλο για να επεμβαίνει ακόμα περισσότερο στην πολιτική. Ακόμα και στα πρόσφατα συλλαλητήρια πολλοί ομιλητές ήταν μητροπολίτες. Συνολικά το μακεδονικό έγινε ένα πεδίο όπου οικοδομήθηκαν πολιτικές  και άλλες καριέρες με μόνο γνώμονα την άρθρωση ενός ακραίου εθνικιστικού λόγου. Η πολιτική τάξη παγιδεύτηκε σε αυτό το μονόδρομο. Χαρακτηριστικό τεκμήριο είναι το σύνθημα που κυριαρχεί στην Ελλάδα από την αρχή της κρίσης στη δεκαετία του 90: «Η Μακεδονία είναι Ελληνική». Πρόκειται για σύνθημα εξόχως προβληματικό: συγχέει το πολιτιστικό, ιστορικό και γεωγραφικό περιεχόμενο του όρου. Ταυτόχρονα, ενώ καταδικάζουμε αλυτρωτικές τάσεις εκ μέρους της FYROM, το σύνθημα αυτό εκλαμβάνεται στο εξωτερικό ως δείγμα επεκτατισμού, καθώς μοιάζει οι Έλληνες να θεωρούν ελληνική τη νεοσύστατη χώρα.

 

Οι προοπτικές λύσης

Είναι πολύ ανησυχητική η ενίσχυση του ακροδεξιού περιθωρίου που δεν εξηγείται μόνο με την παραδοσιακή διάχυση των εθνικιστικών ιδεών στην ελληνική κοινωνία. Σχετίζεται άμεσα με τη δεκαετή ύφεση και την ακραία λιτότητα, την άνοδο της ανεργίας και την αποστέρηση βασικών αγαθών και δικαιωμάτων. Σχετίζεται επίσης με την απονομιμοποίηση του πολιτικού συστήματος που η κρίση προκάλεσε. Μεγάλο μέρος της κοινής γνώμης αναζητά μια στοιχειώδη αίσθηση αξιοπρέπειας σε ζητήματα που σχετίζονται με την εθνική ταυτότητα. Δεν είναι ακροδεξιοί φυσικά όλοι όσοι ανησυχούν για το όνομα της FYROM. Αλλά όλοι οι ακροδεξιοί το εκμεταλλεύονται για να δημιουργήσουν μια νέα δυναμική.

Ο εθνικισμός στα Βαλκάνια είναι παντού, σαν το χώμα και το νερό. Τα εθνικά οράματα έφτιαξαν πατρίδες, ήρωες, προδότες, εθνικούς μύθους. Υπάρχει φυσικά αλυτρωτισμός στη ρητορική κύκλων της FYROM. Θεμιτή λοιπόν η πρόνοια απέναντι στις κορώνες αυτού του μικρού βαλκανικού μεγαλοϊδεατισμού. Αλλά ελπίζω η κυβέρνηση να μην υποκύψει στις πιέσεις και να προχωρήσει σε λύση. Λύση που θα βρει αντιστάσεις ακόμα και στο εσωτερικό της: ο μικρότερος κυβερνητικός εταίρος, οι Ανεξάρτητοι Έλληνες, έχει ακροδεξιά ρητορική και δε θέλει να φανεί πολύ υποχωρητικός. Αντιστάσεις θα υπάρξουν και από την αντιπολίτευση. Ίσως υπάρξουν και ανακατατάξεις, καθώς συζητιέται η δημιουργία μιας Λίγκας του Ελληνικού Βορρά (στα ιταλικά πρότυπα). Και βέβαια, η μεγαλύτερη δυσκολία είναι να κατορθώσει η εύθραυστη κυβέρνηση των Σκοπίων, η οποία στο εσωτερικό κατηγορείται για ενδοτισμό και προδοσία από μεγάλη μερίδα  του Τύπου, να προχωρήσει σε συμφωνία αναλαμβάνοντας και τις αναγκαίες δεσμεύσεις για το μέλλον. Αλλά σε ό, τι μας αφορά, η κυβέρνηση πρέπει να κινηθεί, έστω με κόστος προσωρινό. Στο τέλος το όφελος θα είναι πολλαπλό.

Η προηγούμενη κυβέρνηση του Γκρουέφσκι είχε μετατρέψει τις πλατείες των Σκοπίων σε Disneyland με τεράστια αγάλματα. Η νέα κυβέρνηση γκρεμίζει τα αγάλματα του αδιέξοδου εθνικισμού και μετονομάζει τον αυτοκινητόδρομος μεταξύ των δύο γειτονικών χωρών σε Δρόμο Φιλίας. Πρέπει να κάνουμε το ίδιο. Μη λύση σημαίνει τέλμα και κίνδυνο αποσταθεροποίησης.