Σμαρώ Οικού: "Έχω διαγράψει μνήμες να είμαι μέσα στο τρένο"

Ιδιωτική υπάλληλος. Κάτοικος Θεσσαλονίκης. Καταγωγή από οικογένεια σιδηροδρομικών της Αλεξανδρούπολης. Ο αδερφός της, Δημήτρης, μηχανοδηγός τρένου, έχασε τη ζωή του ως επιβάτης στα Τέμπη.

Χρόνος ανάγνωσης: 7 λεπτά
Treno Tempi 1 Smaro Oikou

Εγώ είμαι από Αλεξανδρούπολη και ο μπαμπάς μου ήταν 35 χρόνια μηχανοδηγός. Ο θείος του το ίδιο. Γενικά υπήρχε μια μικρή οικογενειακή παράδοση, οπότε μεγάλωσα σε μια οικογένεια σιδηροδρομικών και υπήρχε μεγάλη εξοικείωση με τα τρένα. Ήταν το μέσον που θεωρούσα το πιο ασφαλές. Ήταν το επάγγελμα του μπαμπά μου. Είχα μπει από μωρό στα χειριστήρια, μπρος-πίσω στις μηχανές, οπουδήποτε. Κάναμε ταξίδια ατελείωτα.

Οπότε κάποια στιγμή είχε ανακοινωθεί ότι η Hellenic Train θα κάνει προσλήψεις. Ο αδελφός μου ήταν μηχανικός πληροφορικής, που ήταν ένα από τα τυπικά προσόντα που ζητούσαν. Είχαν πει στον αδερφό μου ότι θα βγει αυτή η προκήρυξη και εκείνος είχε ενθουσιαστεί, γιατί εμάς το τρένο μάς ήταν κάτι πολύ οικείο, όσο ένα αυτοκίνητο ας πούμε.

Είπε ο αδερφός μου ότι θα κάνει τα χαρτιά του. Ο μπαμπάς μου ήταν αρκετά αρνητικός. Δεν μπορώ να πω ότι τον έσπρωχνε να πάει σ’ αυτή τη δουλειά, γιατί είχε πολλές αντικειμενικές δυσκολίες, εννοώντας κυρίως τα ωράρια, ότι δεν έχει γιορτές και όλα αυτά.

Το δίκτυο στην Αλεξανδρούπολη, όπου ήταν μηχανοδηγός ο μπαμπάς μου, έχει μονή γραμμή, αλλά οι μηχανοδηγοί ήταν πάρα πολλοί, όπως επίσης και τα μηχανοστάσια, οι αρχές, οι σταθμάρχες. Ο ΟΣΕ ήταν ένας δομημένος οργανισμός κάποτε. Παρόλα αυτά, οι τελευταίοι μηχανοδηγοί που είχαν προσληφθεί στον ΟΣΕ, πριν αναλάβει η Hellenic Train, ήταν η χρονιά του μπαμπά μου, ο οποίος είναι γεννημένος το 1957. Για χρόνια ολόκληρα δουλεύανε οι ίδιοι άνθρωποι και το ρόστερ δεν ανανεωνόταν ποτέ. Όταν λέω ότι μεγάλωσα μέσα στον ΟΣΕ, εννοώ ότι οι οικογενειακοί φίλοι των γονιών μου ήταν μηχανοδηγοί, κι εμένα οι φίλοι μου, που μεγαλώσαμε μαζί, ήμασταν παιδιά συναδέλφων. Αυτοί οι άνθρωποι σταδιακά μεγάλωναν και τα 40 έγιναν 50, έγιναν 55, και οι ρόλοι στον ΟΣΕ παρέμεναν οι ίδιοι.

Σταδιακά λοιπόν άρχισαν να έρχονται τα κύματα συνταξιοδοτήσεων. Προφανώς όλοι αυτοί οι άνθρωποι που συνταξιοδοτούνταν δεν αντικαταστάθηκαν με κάποιον τρόπο. Δεν έβγαιναν πέντε, έμπαιναν πέντε. Στην αρχή λοιπόν άρχισαν να κόβουν τα εμπορικά δρομολόγια, γιατί δεν έβγαιναν, και μετά ουσιαστικά άρχισε να καταστρατηγείται το επάγγελμα. Έβγαιναν τα δρομολόγια σε βάρος των μηχανοδηγών, οι οποίοι τσινούσαν, αντιδρούσαν, δεν έπαιρναν ρεπό… Φτάσανε να κάνουν πάρα πολλά βραδινά.

Κάποτε ήταν 30-40 μηχανοδηγοί κι έφτασαν να είναι πέντε. Στην ουσία αφήσανε τον ΟΣΕ να ρημάξει. Για μένα ήταν κάτι πολύ οργανωμένο. Αφού δεν αντικαθίστατο το προσωπικό, άρχισαν να κλείνουν και οι ενδιάμεσοι σταθμοί σε βασικές πόλεις, κωμοπόλεις, που δεν υπήρχε πια προσωπικό να τους στελεχώσει

Ο μπαμπάς μου είχε κουραστεί πάρα πολύ, παρότι ήταν ένα επάγγελμα το οποίο το αγαπούσε και το έκανε κατ’ επιλογήν όλα αυτά τα χρόνια. Γιατί ήταν μηχανικός, θα μπορούσε να κάνει κι άλλα πράγματα. Έφτασε σε ένα οριακό σημείο, να κάνει 7-8 βραδινά, τα οποία θεωρούσε ότι δεν είναι για τα 60 και τα 62 του χρόνια. Κι έφυγε δυσαρεστημένος, γιατί ουσιαστικά δεν ανανεώθηκε ποτέ αυτό το προσωπικό.

Έκανε κάποια στιγμή το τελευταίο δρομολόγιο και είπε «εντάξει, φτάνει, δεν πάει άλλο». Δούλευε παράλογα πολύ, ενώ ηλικιακά θα έπρεπε ουσιαστικά να μείνει πίσω και να συμπληρώνει, να κάνει τον δεύτερο μηχανοδηγό.

Μπορώ να πω δηλαδή ότι ο μπαμπάς μου οριακά απέτρεπε τον σιδηρόδρομο, αλλά ο αδελφός μου ήθελε. Ήταν όμως και αυτά τα χρόνια που ήταν πολύ χαμηλοί οι μισθοί. Δεν μπορούσε να μείνει μόνος του με αυτά που έβγαζε. Θεώρησε ότι θα έχει έναν καλύτερο μισθό και θα κάνει κάποια καλύτερα πράγματα για τη ζωή του. Και έτσι πήγε.

Ήταν από αυτή τη φουρνιά, την τελευταία που είχαν προσλάβει. Όταν έγινε το δυστύχημα, δεν είχε πολύ καιρό. Σαν μηχανοδηγός ενάμιση χρόνο δούλευε, δεν μπορούσε να πάρει τρένο μόνος του ακόμα.

Αν θυμάμαι καλά, ο αδερφός μου ήταν η δεύτερη φουρνιά. Δηλαδή έκανε μια πρώτη φουρνιά προσλήψεων η Hellenic Train και ακολούθησε μια δεύτερη. Μπήκε αρκετά χαρούμενος και αισιόδοξος. Πήγε στην Αθήνα, έκανε τις εκπαιδεύσεις, και όταν πήρε μετά τη μετάθεση στη Θεσσαλονίκη, ήταν τρισευτυχισμένος.

Κάποια στιγμή άρχισε να συνειδητοποιεί ότι υπάρχουν αρκετά θέματα, τα οποία υποτίθεται ότι θα τα έλυνε η Hellenic Train και δεν τα έλυνε. Είχε αυξηθεί μεν αρκετά το προσωπικό, με την έννοια ότι είχε προσληφθεί νέος κόσμος, αλλά είχαν πολλά προβλήματα.

Κάποια στιγμή βρήκα κάτι ηχητικά μηνύματα του αδερφού μου με φίλους του. Δεν τα είχα δει πιο πριν, γιατί προφανώς δεν έβλεπα τις συνομιλίες του. Τα είδα πολύ πιο μετά από τα Τέμπη, όταν βρήκα το κουράγιο.

Έλεγε ότι έχουν προσλάβει πολλούς σταθμάρχες με μπλοκάκι. «Τι κάνουν αυτοί ρε μ..., θα μας σκοτώσουν;». Υπήρχε δηλαδή μια ανησυχία, προσλαμβάνονταν άτομα σε κομβικά πόστα που δεν είχαν καμία πείρα. Δεν πιστεύω ότι έφτασε ποτέ να σκεφτεί ότι θα βρουν ένα τρένο στη στροφή. Η μαμά μου καμιά φορά έλεγε, «πολλά τρένα, δεν φοβάσαι;». «Έλα ρε μαμά, ένα τρένο πάει, ένα τρένο έρχεται». Φοβόντουσαν όμως μην μπει κάποιος με πολλά χιλιόμετρα, τον εκτροχιασμό, και έπειτα είχαν και συχνά παρατημένες τις γραμμές. Ξεκίνησαν να πάνε στη Φλώρινα και μπήκε ένα κλαδί στις ράγες, είχαν και τέτοια θέματα.

Γκρίνιαζε αρκετά ο αδερφός μου. Γκρίνιαζε πολύ στον μπαμπά μου, επειδή μιλούσαν και την ίδια γλώσσα. Ουσιαστικά αυτό έλεγαν: ότι είναι αρκετά υποστελεχωμένοι. Γι’ αυτό κι έκαναν πολλά εξώδικα οι μηχανοδηγοί και απεργίες, οι οποίες έβγαιναν –ως συνήθως– παράνομες και καταχρηστικές

Είναι ψυχολογικό. Δεν μπορώ, ούτε και διανοούμαι να ξαναμπώ σε τρένο. Κατ’ αρχάς με πολύ ζόρι κοιτάω τον ΟΣΕ στη Θεσσαλονίκη. Στις πορείες που κατέληξαν στον σταθμό, απλά γύρισα την πλάτη. Μου είναι πολύ δύσκολο να μπω ακόμα και στο κτίριο, όχι σε τρένο.

Το θεωρώ όμως και βλακώδες να μπεις αυτή τη στιγμή σε ένα τρένο. Δεν έχουμε συστήματα ασφαλείας. Δεν έχει αλλάξει τίποτα. Γιατί να μπω σ’ ένα τρένο δηλαδή; Δεν βρίσκω λόγο, εκτός κι αν έχω τάσεις αυτοκτονίας.

Παρόλα αυτά, θα σου πω ότι ήμουν πρόσφατα στην Αυστρία, που έχει από τα πιο σύγχρονα μέσα. Ήμασταν στη Βιέννη και θα πηγαίναμε Μπρατισλάβα, οπότε μπήκαμε σε τρένο. Ήταν μία ώρα διαδρομή και με έπιασε κρίση πανικού και πήγα και στο τελευταίο βαγόνι. Περίμενα να περάσει μπροστά μου, προς τα πού είναι η κατεύθυνση, να μπω τελευταίο βαγόνι, να είμαι σίγουρη ότι δεν θα είμαι στα πρώτα.

Ήμασταν με τα παιδιά μου και τον σύζυγό μου και μου λέει «χαλάρωσε, το ξέρω, κι εμένα με έχει πιάσει – αλλά εδώ είναι Βιέννη, υπάρχει μια ατελείωτη διέλευση τρένων, αυτοί τα έχουν λυμένα τα προβλήματά τους».

Να πω ότι εγώ δεν έχω μπει ούτε στο μετρό της Θεσσαλονίκης, που είναι και μονή γραμμή. Έχω πει να περάσουν κάποιοι μήνες, να γίνει ένα κρας τεστ, και μετά μπορεί να μπω στο τελευταίο βαγόνι.

Θέλω να σου πω ότι δεν τους εμπιστεύομαι. Γι αυτό δεν μπαίνω. Δεν είναι ότι είμαι άνθρωπος που δεν έπαιρνα μέσα. Τα έπαιρνα όλα. Αλλά δεν νομίζω να ξαναμπώ ποτέ σε τρένο στην Ελλάδα. Έχω αποκτήσει μια πολύ τραυματική σχέση με τα τρένα. Δεν θέλω να ξέρω. Ούτε ο μπαμπάς μου θέλει καν να μιλάει για τον ΟΣΕ. Είναι σαν να έχουμε διαγράψει γενικά αυτό το πράγμα. Οριακά έχω διαγράψει μνήμες να είμαι μέσα στο τρένο – και έχω πάρει πάρα πολύ τρένο σ αυτή τη ζωή. Είναι ατελείωτες οι φορές που έχω μπει. Σπούδαζα πηγαινοερχόμουν, κατεβαίναμε Αθήνα, Αλεξανδρούπολη, ταξίδια, βόλτες, ατέλειωτο τρένο, και δεν γίνεται πια.

Και ήμουν και από αυτούς που όποιος μου έλεγε ότι δεν παίρνει τρένο και παίρνει το λεωφορείο, τον μούτζωνα. Και έλεγα, εντάξει ρε παιδιά, το τρένο είναι το πιο ασφαλές μέσο. Δεν ξέρω πόσες φορές στη ζωή μου το έχω πει αυτό. Είναι τρελό.