Από το 2024 μέχρι το 2027, η Αίγυπτος θα λάβει περισσότερα χρήματα από οποιαδήποτε άλλη χώρα, στο πλαίσιο μιας μεταναστευτικής συμφωνίας που μόνο σκοπό έχει την αποτροπή της άφιξης προσφύγων και μεταναστών στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Έρευνα: Christian Jakob, Σταύρος Μαλιχούδης
Μετάφραση: Κορίνα Πετρίδη, Δανάη Μαραγκουδάκη
Εικονογράφηση: Γαλάτεια Ιατράκη
Περιεχόμενα: Συμφωνίες με Γερμανία, Ιταλία ∗ Η πρώτη συμφωνία Αιγύπτου – Γερμανίας ∗ Η εισαγωγή του CEAS ∗ Η Συμφωνία του Μαρτίου 2024 ∗ Το πρώτο δισ. ευρώ ∗ Το επενδυτικό Συνέδριο ΕΕ – Αιγύπτου ∗ Η επίσκεψη της Ίλβα Γιόχανσον ∗ Η «Κοινή Πλατφόρμα για τους μετανάστες και τους πρόσφυγες» ∗ Σε ιστορικά υψηλά ο πληθωρισμός ∗ Οι επιχορηγήσεις ύψους 200 εκατ. ευρώ για τη μετανάστευση ∗ «Η ΕΕ δεν έχει ξαναδώσει παρόμοιο ποσό»
Όταν ο Αιγύπτιος στρατηγός Αμπντέλ Φατάχ αλ-Σίσι επισκέφτηκε το Βερολίνο τον Νοέμβριο του 2018, η Γερμανίδα καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ στάθηκε στο πλάι του ηγέτη με το συντριπτικό παρελθόν στην καταπάτηση ανθρωπίνων δικαιωμάτων, κατά την καταληκτική συνέντευξη Τύπου.
Η καγκελάριος υπενθύμισε ότι τα επόμενα χρόνια, με την ανάληψη της προεδρίας της Αφρικανικής Ένωσης από τον αλ-Σίσι, η Αίγυπτος θα μπορούσε να «παίξει ακόμα πιο σημαντικό ρόλο (…) στο πεδίο της μετανάστευσης».
Ύστερα είπε: «Έχουμε συζητήσει ότι η Αίγυπτος κάνει εξαιρετική δουλειά στη φύλαξη των θαλάσσιων συνόρων, ούτως ώστε ξεκινώντας από την Αίγυπτο, αναχαιτίζεται η μετανάστευση προς την Ευρώπη, παρότι υπάρχει μεγάλος αριθμός προσφύγων που ζουν στην Αίγυπτο. Αυτό είναι κάτι που αξίζει αναγνώρισης».
Έτσι, «όλες οι προσπάθειες της Αιγύπτου για οικονομικές μεταρρυθμίσεις θα υποστηριχθούν», συμπλήρωσε η καγκελάριος, που έσπευσε να συμπληρώσει πως στην Αίγυπτο θα διατεθεί «ένα ακόμα οικονομικό δάνειο της τάξης των 500 εκατ. ευρώ».
Συμφωνίες με Γερμανία, Ιταλία
Ο Αιγύπτιος ηγέτης έλαβε τα χρήματα επειδή κρατά τους πρόσφυγες μακριά από την Ευρώπη. Οι προσπάθειες αυτές έχουν τις ρίζες τους στο 2004. Αποτέλεσαν κομμάτι των ευρωμεσογειακών Συμφωνιών Σύνδεσης, τις οποίες σύναψε τότε η Ευρωπαϊκή Ένωση με συνολικά επτά χώρες της Μεσογείου.
Ακόμη και τότε, η συμφωνία αφορούσε στη συνεργασία για την πρόληψη και τον έλεγχο της παράτυπης μετανάστευσης. Μεταξύ άλλων, είχε συμφωνηθεί η επανεισδοχή απελαθέντων πολιτών: οι Αιγύπτιοι σπάνια παίρνουν άσυλο στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Η Ιταλία ήταν που άνοιξε το δρόμο με μία διμερή συμφωνία το 2007, ενώ κατά προηγούμενη συνάντηση της Μέρκελ με τον αλ-Σίσι, στο Κάιρο το 2017, οι δύο ηγέτες είχαν συζητήσει την απέλαση περίπου 1.000 Αιγυπτίων από τη Γερμανία.
Ευρωπαϊκές χώρες παρέχουν στην Αίγυπτο εκπαίδευση και εξοπλισμό προκειμένου να κρατά κλειστά τα σύνορά της. Οι περισσότερες συμφωνίες που έχουν ήδη υπογραφεί είναι διμερείς: Η Μεγάλη Βρετανία και η Γαλλία συνεργάζονται με την Αίγυπτο κυρίως σε στρατιωτικό επίπεδο, η Γερμανία και η Ιταλία σε επίπεδο αστυνομίας. Η ιταλική εταιρεία IVECO, κατασκευάστρια οχημάτων και φορτηγών, έχει εξοπλίσει την αιγυπτιακή αστυνομία με βαν.
Όταν η Ιταλία και η Αίγυπτος υπέγραψαν τη συμφωνία για τις απελάσεις, το 2007, η Ιταλία παρέδωσε δύο περιπολικά σκάφη στην αιγυπτιακή ακτοφυλακή.
Η στήριξη της Γερμανίας προς την Αίγυπτο για τον έλεγχο της μετανάστευσης είχε εκκινήσει μετά από ακόμα μια συνάντηση του αλ-Σίσι με τη Μέρκελ στο Βερολίνο, τον Ιούνιο του 2015. Ενώ τον Απρίλιο του 2016, κατά τη διάρκεια δικής του επίσκεψης στο Κάιρο, ο τότε ομοσπονδιακός υπουργός Οικονομικών Σίγκμαρ Γκάμπριελ δεν είχε αναφερθεί μόνο στην προγραμματισμένη πώληση δύο υποβρυχίων, αλλά είχε δηλώσει γενναιόδωρα ότι είναι «έτοιμος» να «βοηθήσει» τη χώρα να ελέγξει τα σύνορά της με τη Λιβύη.
Η πρώτη συμφωνία Αιγύπτου – Γερμανίας
H άφιξη άνω του ενός εκατ. προσφύγων στην κεντρική Ευρώπη μεταξύ Αυγούστου 2015 και άνοιξης 2016 πυροδότησε μία πρωτοφανή διπλωματική προσπάθεια να αναχαιτιστεί η μετανάστευση με την αξιοποίηση ενδιάμεσων χωρών.
Το ενδιαφέρον στράφηκε πολύ γρήγορα στην Αίγυπτο. Τον Ιούλιο του 2016 η γερμανική και η αιγυπτιακή κυβέρνηση υπέγραψαν «Συμφωνία για τη Συνεργασία σε θέματα Ασφάλειας», η οποία περιελάμβανε και την υποχρέωση καταπολέμησης της ανεπιθύμητης μετανάστευσης. Τον Αύγουστο του 2017, οι κυβερνήσεις συμφώνησαν σε ένα διμερή «διάλογο για τη μετανάστευση», ο οποίος προέβλεπε:
- την καταπολέμηση της παράτυπης μετανάστευσης και των διακινητών,
- μεγαλύτερες προσπάθειες για την πρόληψη παράνομων αφίξεων στις αιγυπτιακές ακτές,
- πρόληψη της παράτυπης transit μετανάστευσης, ιδιαίτερα μέσω των χερσαίων συνόρων με τη Λιβύη,
- επιστροφή των προσφύγων που εντοπίζονται στην Αίγυπτο, χωρίς να έχουν άδεια διαμονής, στις χώρες προέλευσής τους,
- μέριμνα για τα άτομα που χρήζουν διεθνούς προστασίας σύμφωνα με τον αιγυπτιακό νόμο,
- επανεισδοχή Αιγυπτίων που ζουν παράνομα στη Γερμανία.
Έκθεση του Οργανισμού Ευρωπαϊκής Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής (Frontex) για την Αφρική, που συντάχθηκε το 2016, κατέγραφε ήδη την άφιξη ολοένα περισσότερων προσφύγων από το Σουδάν στη Μεσόγειο μέσω της Αιγύπτου.
Αυτό έκανε την Άνγκελα Μέρκελ, κατά τη διάρκεια σύσκεψης για την ευρωπαϊκή πολιτική γύρω από το προσφυγικό, στη Βιέννη τον Σεπτέμβριο του 2016, να δηλώσει πως «συμφωνίες αντίστοιχες με αυτή που έχουμε σήμερα με την Τουρκία πρέπει πρώτα και κύρια να συναφθούν με την Αίγυπτο, αλλά και με άλλες αφρικανικές χώρες».
Από εκείνη τη χρονιά, σε ανώτατο επίπεδο της ΕΕ διεξάγεται ένας «διάλογος για τη μετανάστευση», όπως αποκαλείται, για τη «στενότερη στρατηγική συνεργασία γύρω από τη μετανάστευση». Ταυτόχρονα, ο Οργανισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το Άσυλο (EUAA, πρώην EASO) παρέχει υποστήριξη στις αιγυπτιακές Αρχές προκειμένου να αναπτύξουν το εθνικό σύστημα ασύλου τους.
Η εισαγωγή του CEAS
Τον Δεκέμβριο του 2023, η Κομισιόν υιοθέτησε το νέο ευρωπαϊκό σύστημα ασύλου CEAS. Η Κομισιόν αργότερα δήλωσε σε επεξηγηματικό έγγραφο ότι το CEAS περιλαμβάνει ένα «νέο πρότυπο το οποίο βασίζεται στις ολοκληρωμένες συνεργασίες με χώρες transit, μία εκ των οποίων είναι η Αίγυπτος».
Έτσι, η μετανάστευση θα μπορούσε να είναι «ενταγμένη σε ένα πλαίσιο στενής συνεργασίας (...) μαζί με άλλα θέματα όπως είναι η οικονομία και το εμπόριο, οι επενδύσεις στην πράσινη ανάπτυξη, η ασφάλεια και οι σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων». Η Κομισιόν έκανε λόγο για μία ολοκληρωμένη προσέγγιση η οποία θα καλύπτει πολλές πτυχές, από την αντιμετώπιση των βαθύτερων αιτιών της παράτυπης μετανάστευσης, μέχρι τη συνεργασία σε πτυχές όπως η διαχείριση των συνόρων.
Το 2024, οι Αιγύπτιοι πολίτες ήταν η τέταρτη μεγαλύτερη ομάδα που έφτασε παράτυπα στην κεντρική Μεσόγειο και η τρίτη μεγαλύτερη στην ανατολική. Σε αντίθεση με το παρελθόν, καταγράφεται επίσης ένας ολοένα αυξανόμενος αριθμός σκαφών που φεύγουν από την Αίγυπτο.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες, στα τέλη του 2024, οι Αιγύπτιοι αντιπροσώπευαν το 7% των συνολικά 11.990 διαμενόντων στις κλειστές δομές υποδοχής των νησιών του Αιγαίου, αποτελώντας την τρίτη πληθυσμιακά εθνικότητα πίσω από τη Συρία (38%) και το Αφγανιστάν (36%).
Από το ρεπορτάζ του Solomon προκύπτει πως, λόγω των αυξημένων ελέγχων που ισχύουν στην Αίγυπτο, οι Αιγύπτιοι που επιθυμούν να φτάσουν στην Ευρώπη συνήθως κατευθύνονται στη γειτονική Λιβύη. Εκεί συχνά παραμένουν εγκλωβισμένοι σε αποθήκες για αρκετές βδομάδες, καθώς τα κυκλώματα διακίνησης ζητούν πρόσθετα χρήματα από τις οικογένειές τους.
Η Συμφωνία του Μαρτίου 2024
Στις 17 Μαρτίου 2024, η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, ταξίδεψε στο Κάιρο συνοδεία έξι Ευρωπαίων αρχηγών κρατών. Ανάμεσά τους βρισκόταν ο Έλληνας πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, ο Βέλγος πρωθυπουργός Αλεξάντερ ντε Κρου, η Ιταλίδα πρωθυπουργός Τζόρτζια Μελόνι, και ο Αυστριακός καγκελάριος Καρλ Νέχαμερ.
«Η Αίγυπτος είναι και θα είναι μία σημαντική χώρα για την Ευρώπη», είπε εκπρόσωπος της Κομισιόν στην αρχή της επίσκεψης, κάνοντας λόγο για μία «δύσκολη γειτονιά που συνορεύει με Λιβύη, Σουδάν και Λωρίδα της Γάζας». Η φον ντερ Λάιεν και ο αλ-Σίσι υπέγραψαν Μνημόνιο Συνεργασίας (MOU), με τον τίτλο «Κοινή Δήλωση για τη Στρατηγική και Συνολική Εταιρική Σχέση ΕΕ – Αιγύπτου».
Η μετανάστευση αναμφισβήτητα παίζει κεντρικό ρόλο στη συγκεκριμένη συνεργασία, αλλά το έγγραφο αναφέρει τον τομέα ως έναν από τους έξι πυλώνες. Το σχετικό απόσπασμα επισημαίνει, μεταξύ άλλων, ότι ο στόχος είναι μία «ολιστική προσέγγιση για τη διαχείριση της μετανάστευσης». Τα χρήματα που θα δοθούν προορίζονται για «προγράμματα σχετικά με τη μετανάστευση», «νόμιμες μεταναστευτικές οδούς», και «προγράμματα κινητικότητας».
Αναφορά γίνεται ακόμα στις «βαθύτερες αιτίες της παράτυπης μετανάστευσης, στην καταπολέμηση της διακίνησης, στην ενίσχυση της διαχείρισης συνόρων και στη διασφάλιση αξιοπρεπούς και βιώσιμης επιστροφής και επανένταξης». Επιπλέον, θα πρέπει να υπάρξει περαιτέρω υποστήριξη στις «προσπάθειες της Αιγύπτου για υποδοχή προσφύγων».
Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει υπογράψει παρόμοια μνημόνια συνεργασίας και με άλλες χώρες. Η διαφορά, όσον αφορά τη συμφωνία με την Αίγυπτο, εντοπίζεται στο εξωφρενικό ποσό που διατέθηκε: 7,4 δισ. ευρώ. Για να τεθεί ένα μέτρο σύγκρισης, τα τελευταία πέντε χρόνια η ΕΕ έχει δώσει μόλις 5 δισ. ευρώ για το Καταπιστευματικό Ταμείο Έκτακτης Ανάγκης της ΕΕ για την Αφρική (EUTF), το οποίο υπηρετεί παρόμοιους σκοπούς.
Από το 2024 μέχρι το 2027, η Αίγυπτος θα λάβει περισσότερα χρήματα από οποιαδήποτε άλλη χώρα στο παρελθόν, στο πλαίσιο μιας μεταναστευτικής συμφωνίας με την ΕΕ. Τα χρήματα αφορούν:
- δάνεια με ευνοϊκούς όρους ύψους 5 δισ. ευρώ,
- 1,8 δισ. ευρώ πρόσθετων επενδύσεων, στο πλαίσιο του «Οικονομικού και επενδυτικού σχεδίου για τη Νότια Γειτονία»,
- 600 εκατ. ευρώ σε πρόσθετες επιχορηγήσεις, εκ των οποίων 200 εκατ. ευρώ για τη διαχείριση της μετανάστευσης.
Κατά πάσα πιθανότητα, βασικό παράγοντα γι’ αυτή τη γενναιοδωρία αποτέλεσε ο φόβος της ΕΕ για κατεύθυνση μεγάλου αριθμού εκτοπισμένων Σουδανών προς την Ευρώπη μέσω Αιγύπτου.
Η Ελλάδα, ειδικότερα, κατέγραψε πρόσφατα αυξανόμενες αφίξεις μεταναστών αιγυπτιακής καταγωγής μέσω μιας νέας προσφυγικής διαδρομής από τη λιβυκή πόλη Τομπρούκ προς την Κρήτη. Μετά την υπογραφή της συμφωνίας, η φον ντερ Λάιεν έκανε λόγο για ένα «ιστορικό ορόσημο» στις σχέσεις μεταξύ ΕΕ και Αιγύπτου.
Το πρώτο δισ. ευρώ
Τέσσερις εβδομάδες αργότερα, στις 12 Απριλίου 2024, τα κράτη μέλη της ΕΕ άνοιξαν το δρόμο για οικονομική βοήθεια ύψους ενός δισ. ευρώ προς την Αίγυπτο βάσει της Συμφωνίας του Μαρτίου.
Οι υπουργοί Οικονομικών εξουσιοδότησαν την Κομισιόν να δανειστεί τα απαραίτητα κεφάλαια και να τα μεταβιβάσει στην Αίγυπτο ως δάνεια σε μία δόση.
Η εκταμίευση των κονδυλίων εξαρτάται από την προϋπόθεση ότι «η Αίγυπτος θα συνεχίσει να καταγράφει συγκεκριμένη και αξιόπιστη πρόοδο όσον αφορά τον σεβασμό των αποτελεσματικών δημοκρατικών μηχανισμών (...) και του κράτους δικαίου και θα εγγυάται τον σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων».
Επιπλέον, η χώρα θα πρέπει να εκπληρώσει τους οικονομικούς και δημοσιονομικούς όρους και να σημειώσει πρόοδο στις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις. Μετά το πρώτο δάνειο ύψους ενός δισ. ευρώ, θα ακολουθήσουν δάνεια ύψους τεσσάρων δισ. ευρώ μεταξύ 2024-2027.
Το επενδυτικό Συνέδριο ΕΕ – Αιγύπτου
Στις 29-30 Ιουνίου 2024, η Ευρωπαϊκή Ένωση και η κυβέρνηση της Αιγύπτου συνδιοργάνωσαν το «Επενδυτικό Συνέδριο ΕΕ – Αιγύπτου» στο Διεθνές Συνεδριακό Κέντρο Al Manara, το «πιο λαμπερό συνεδριακό κέντρο του Καΐρου».
Το συνέδριο είχε στόχο την ενίσχυση των επενδύσεων του ιδιωτικού τομέα στην Αίγυπτο. Με την ευκαιρία, η πρόεδρος της Κομισιόν, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, και ο αλ-Σίσι υπέγραψαν Μνημόνιο Συνεργασίας, που προβλέπει τη χορήγηση μακροοικονομικής χρηματοδοτικής συνδρομής ύψους έως 1 δισ. ευρώ. Πρόκειται για την πρώτη δόση της Συμφωνίας που είχε υπογραφεί τον Μάρτιο.
Παρουσία περισσότερων από 1.000 εκπροσώπων επιχειρήσεων, η φον ντερ Λάιεν δήλωσε ότι η ΕΕ δεσμεύεται για «περισσότερη οικονομική βοήθεια, περισσότερες επενδύσεις σε στρατηγικούς τομείς και περισσότερες δεξιότητες για τους Αιγύπτιους εργαζόμενους».
Τα χρήματα του Μνημονίου «θα δημιουργήσουν κίνητρα για μια ατζέντα μεταρρυθμίσεων στην Αίγυπτο» και «θα συμβάλουν στη δημιουργία ενός ισχυρότερου επιχειρηματικού περιβάλλοντος». Όπως δήλωσε, η ΕΕ είχε δεσμευτεί «να εντείνει τις στρατηγικές επενδύσεις στην Αίγυπτο».
Πλέον, μπορούν οι πρόσθετες ευρωπαϊκές επενδύσεις ύψους 1,8 δισ. ευρώ να κινηθούν σε «στρατηγικούς τομείς», όπως η καθαρή ηλεκτρική ενέργεια και το υδρογόνο. Ως αποτέλεσμα, θα χρηματοδοτηθεί ένα νέο πρόγραμμα ύψους 25 εκατ. ευρώ, με στόχο την παροχή κατάρτισης σε θέματα καθαρής τεχνολογίας και ψηφιακής εκπαίδευσης σε νέους Αιγύπτιους.
Η επίσκεψη της Ίλβα Γιόχανσον
Τον Σεπτέμβριο του 2024, η Επίτροπος Μετανάστευσης της ΕΕ, Ίλβα Γιόχανσον, χαιρέτισε «τις επιτυχείς προσπάθειες της Αιγύπτου (...) να αποτρέψει τον απόπλου σκαφών που μεταφέρουν παράτυπους μετανάστες από την Αίγυπτο μέσω της Μεσογείου».
Και οι δύο πλευρές υπογράμμισαν τη «σημασία της συνεργασίας για την ενίσχυση της διαχείρισης των συνόρων και την καταπολέμηση των εγκληματικών δικτύων που εμπλέκονται στην εμπορία ανθρώπων».
Ανακοινώθηκε η περαιτέρω συνεργασία μεταξύ των αιγυπτιακών εθνικών αρχών και των οργανισμών εσωτερικών υποθέσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως ο Οργανισμός της ΕΕ για το άσυλο (EUAA), ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής (Frontex), ο Οργανισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη Συνεργασία στον Τομέα της Επιβολής του Νόμου (Europol), ο Οργανισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την Κατάρτιση στον Τομέα της Επιβολής του Νόμου (CEPOL) και ο Οργανισμός της ΕΕ για τα Ναρκωτικά (EUDA).
Η «Κοινή Πλατφόρμα για τους μετανάστες και τους πρόσφυγες»
Στις 2 Οκτωβρίου 2024, ο πρέσβης Κρίστιαν Μπέργκερ, επικεφαλής της αντιπροσωπείας της ΕΕ στην Αίγυπτο, εγκαινίασε την «Κοινή πλατφόρμα για τους μετανάστες και τους πρόσφυγες».
Το κοινό πρόγραμμα των Ηνωμένων Εθνών που υλοποιείται από την Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες, τον Διεθνή Οργανισμό Μετανάστευσης, τη UNICEF και τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας στοχεύει στην υποστήριξη της δέσμευσης της Αιγύπτου στο πλαίσιο του Δικτύου των Ηνωμένων Εθνών για τη Μετανάστευση ως μία από τις «25 χώρες-πρωταθλήτριες του Παγκόσμιου Συμφώνου για την ασφαλή, ομαλή και κανονική μετανάστευση», καθώς και τη δέσμευση της Αιγύπτου στο Παγκόσμιο Σύμφωνο για τους Πρόσφυγες .
Η ΕΕ συνεισέφερε 12,2 εκατ. ευρώ σε αυτή την καινοτόμο πρωτοβουλία. «Παρά τις αυξανόμενες ανάγκες μετά την εισροή από το Σουδάν από τον Απρίλιο του 2023, η Αίγυπτος συνεχίζει τις προσπάθειές της για την παροχή βασικών υπηρεσιών», δήλωσε ο ΟΗΕ.
Η πλατφόρμα θα «διασφαλίσει ότι οι βασικές υπηρεσίες προστασίας θα παραμείνουν διαθέσιμες στους πιο ευάλωτους» και «θα ωφελήσει τις κοινότητες υποδοχής σε επιλεγμένες περιοχές».
Σε ιστορικά υψηλά ο πληθωρισμός
Μέχρι το τέλος του 2024, δεν είχαν εκταμιευθεί χρήματα από την Κοινή Συμφωνία. Η Αίγυπτος ωστόσο έχει απόλυτη ανάγκη τα χρήματα.
Ο πληθωρισμός έχει εκτοξευθεί στο 33,5% και η εξεύρεση χρημάτων από τη διεθνή χρηματοπιστωτική αγορά έχει γίνει εξαιρετικά δαπανηρή για την κυβέρνηση.
Η απόδοση των αιγυπτιακών κρατικών ομολόγων έχει πλησιάσει το 31%, ενώ στις αρχές Δεκεμβρίου η Κεντρική Τράπεζα της Αιγύπτου ανακοίνωσε πως πρόκειται να εκδόσει κρατικά ομόλογα ύψους 84 δισ. αιγυπτιακών λιρών (1,8 δισ. δολαρίων).
Οι επιχορηγήσεις ύψους 200 εκατ. ευρώ για τη μετανάστευση
Η Κοινή Συμφωνία κάνει λόγο για «600 εκατ. ευρώ σε πρόσθετες επιχορηγήσεις, συμπεριλαμβανομένων 200 εκατ. ευρώ για τη διαχείριση της μετανάστευσης». Τα 200 εκατ. ευρώ που σχετίζονται με τη μετανάστευση προορίζονται για συγκεκριμένα προγράμματα και θα εκταμιεύονται μετά από διαγωνισμούς που θα διενεργεί η Κομισιόν.
Ωστόσο, τον Σεπτέμβριο του 2024 το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο δημοσίευσε αξιολόγηση για το καταπιστευματικό ταμείο της ΕΕ για την Αφρική, εκφράζοντας ανησυχίες σχετικά με «πιθανούς κινδύνους για τα ανθρώπινα δικαιώματα που συνδέονται με αρκετές δραστηριότητες του καταπιστευματικού ταμείου της ΕΕ στη Λιβύη».
Παρόμοιες ανησυχίες εξέφρασε και η διαμεσολαβήτρια της ΕΕ για τα ανθρώπινα δικαιώματα, Έμιλι Ο’Ράιλι, σχετικά με τα μεταναστευτικά προγράμματα της ΕΕ στην Τυνησία. Και τα δύο οδήγησαν σε αυξανόμενες αμφιβολίες σχετικά με το πώς τα νέα προγράμματα στην Αίγυπτο θα μπορούσαν να διασφαλίσουν τις προϋποθέσεις προστασίας των ανθρώπινων δικαιωμάτων.
Αυτό είναι πιθανό να καθυστερήσει την έναρξη των προγραμμάτων προστασίας και διαχείρισης των συνόρων που χρηματοδοτούνται με τα 200 εκατομμύρια από την Κοινή Συμφωνία του 2024.
Οργανώσεις της αιγυπτιακής κοινωνίας των πολιτών έχουν ζητήσει να συμπεριληφθούν «σαφή κριτήρια αναφοράς για μεταρρυθμίσεις στην επερχόμενη Συμφωνία, ώστε να προωθηθεί το κράτος δικαίου, η λογοδοσία και η σταθερότητα».
Σε αντίθετη περίπτωση, η οικονομική στήριξη της ΕΕ θα κινδύνευε να «επιφέρει τις ίδιες μη βιώσιμες πολιτικές της αιγυπτιακής κυβέρνησης που έχουν υπονομεύσει τα πολιτικά και οικονομικά δικαιώματα».
«Η ΕΕ δεν έχει ξαναδώσει παρόμοιο ποσό»
Η Ολλανδή ευρωβουλεύτρια των Πρασίνων Τίνεκε Στρικ ασχολείται με το μεταναστευτικό εδώ και πολλά χρόνια, ενώ από το 2024 είναι εισηγήτρια του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για την Αίγυπτο. Μετά την επίσκεψή της στη χώρα, τον Δεκέμβριο του 2024, είπε στο Solomon πως «είναι ξεκάθαρο ότι η χώρα βρίσκεται σε πολύ επισφαλή κατάσταση».
Η οικονομία έχει δεχτεί «πολλά πλήγματα», μεταξύ άλλων από τη μείωση της κυκλοφορίας στο κανάλι του Σουέζ λόγω όσων συμβαίνουν στη Μέση Ανατολή. «Ταυτόχρονα, η χώρα έχει τεράστια στρατηγική σημασία για την ΕΕ», σημειώνει η Στρικ. Λόγω της γεωγραφίας της «περιβάλλεται από μεγάλη αστάθεια». Ως εκ τούτου «είναι πολύ σημαντικό να δούμε πώς μπορεί να υποστηριχθεί οικονομικά η Αίγυπτος».
Η Κοινή Συμφωνία περιλαμβάνει ένα μεγάλο χρηματικό ποσό και «η ΕΕ δεν έχει δώσει ποτέ ξανά στο παρελθόν παρόμοιο ποσό σε καμία χώρα εκτός από την Ουκρανία. Είναι πρωτοφανές. Αλλά θεωρούμε πως υπάρχουν λόγοι για να το κάνουμε».
Η ΕΕ ωστόσο πρέπει να διασφαλίσει ότι τα χρήματα αυτά δαπανώνται «σύμφωνα με την αρχή μας για τις εξωτερικές δράσεις» και υπό την προϋπόθεση της «χρηστής διακυβέρνησης και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων». Στην Αίγυπτο, αναφέρει η Στρικ, η κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων είναι τόσο «ανησυχητική» όσο και η κατάσταση του κράτους δικαίου.
«Ως εκ τούτου, είναι πραγματικά σημαντικό να γίνει κατανοητό και από τις δύο πλευρές ότι όχι μόνο θα εντείνουμε την οικονομική μας συνεργασία, αλλά και θα βελτιώσουμε και κάποιες ανεπάρκειες στο κράτος δικαίου». Η Στρικ υπενθυμίζει ότι η Αίγυπτος είχε υποσχεθεί στο Συμβούλιο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ ότι η κατάσταση θα βελτιωθεί.
«Η ΕΕ θα πρέπει να εκμεταλλευτεί την ευκαιρία που της προσφέρεται για να διασφαλίσει ότι ο λαός της Αιγύπτου θα επωφεληθεί από τη στήριξη αυτή σε ζητήματα που αφορούν την ελευθερία και τα θεμελιώδη δικαιωματά του».
* Η έρευνα αυτή δημοσιεύτηκε πρώτη φορά στις 10-1-2025 στον ιστότοπο Solomon και πραγματοποιήθηκε με την οικονομική υποστήριξη του Ιδρύματος Χάινριχ Μπελ – γραφείου Θεσσαλονίκης. Το περιεχόμενο του παρόντος άρθρου αποτελεί αποκλειστική ευθύνη των συγγραφέων και δεν αντιπροσωπεύει απαραίτητα τις απόψεις του Ιδρύματος.