Πώς φτάσαμε στην κρίση των τιμών φυσικού αερίου και της ηλεκτρικής ενέργειας;

Χρόνος ανάγνωσης: 2 λεπτά

Η πρόσφατη ενεργειακή κρίση, η οποία στην πραγματικότητα είναι κρίση τιμών και όχι πραγματικής έλλειψης προσφοράς ενέργειας, ξεκίνησε από την αλλαγή των δεδομένων προσφοράς και ζήτησης:

  • Η ανάκαμψη της οικονομίας μετά τον αναγκαστικό εγκλεισμό (lockdown) λόγω πανδημίας είχε ως συνέπεια την απότομη αύξηση της ζήτησης ενέργειας.
  • Η απόσυρση των πυρηνικών σταθμών ηλεκτροπαραγωγής της Γερμανίας οδήγησε συγκεκριμένα σε αύξηση ζήτησης του ορυκτού αερίου για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας. 
  • Η ζήτηση για υγροποιημένο ορυκτό αέριο (LNG) αυξήθηκε στην αγορά της Ασίας, με συνέπεια να παραδίδονται μικρότερες ποσότητες στην Ευρώπη.
  • Η παραγωγή ορυκτού αερίου εντός Ευρώπης μειώθηκε, λόγω εξάντλησης των κοιτασμάτων στη Βόρεια Θάλασσα και στην Ολλανδία. 

Η Ευρώπη βρέθηκε απροετοίμαστη καθώς, λόγω έλλειψης οικονομικού ενδιαφέροντος, οι υπόγειες αποθήκες ορυκτού αερίου παρέμεναν μισογεμάτες. Επιπλέον, η ενεργειακή ασφάλεια της Ευρώπης που βασιζόταν κατά 40% στο ρωσικό ορυκτό αέριο, υπονομεύτηκε δραστικά από τη Ρωσία μέσα από μια σειρά γεωπολιτικών εξελίξεων, με αποκορύφωμα την εισβολή στην Ουκρανία. Όλα τα παραπάνω προκάλεσαν αλυσιδωτές αντιδράσεις στα χρηματιστήρια φυσικού αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας, μεγεθύνοντας το πρόβλημα. 

Στην Ελλάδα, η εκτίναξη των τιμών της ηλεκτρικής ενέργειας οφείλεται σε έναν συνδυασμό παραγόντων: στην εξάρτηση της ηλεκτροπαραγωγής κατά 40% από το ορυκτό αέριο, στην απουσία διμερών συμβάσεων αγοραπωλησίας ενέργειας που θα εξασφάλιζαν σταθερές τιμές στη χονδρική και άρα και στη λιανική αγορά, και τέλος, στη χρηματιστηριοποίηση του ορυκτού αερίου και της ηλεκτρικής ενέργειας. Μέρος της λύσης για την Ελλάδα βρίσκεται στην απομάκρυνση από τη διαπραγμάτευση της ηλεκτρικής ενέργειας κατά 100% στο χρηματιστήριο και στη διάθεσή της κατά 70% τουλάχιστον μέσω διμερών συμβάσεων, όπως συμβαίνει στην υπόλοιπη Ευρώπη.