Τι σημαίνει για μένα χωρική δικαιοσύνη στην πράξη;

ΑΡΘΡΟ

Η ισότητα και η δικαιοσύνη δεν αναζητούνται στο κενό, αλλά σε υπαρκτούς χρόνους και χώρους, επισημαίνει στο άρθρο του ο Κωστής Χατζημιχάλης, ομότιμος καθηγητής του Τμήματος Γεωγραφίας στο Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο. Οι ανισότητες και οι αδικίες δεν είναι μόνο κοινωνικές αλλά και γεωγραφικές, όπως π.χ. οι ηλικιωμένοι στην ορεινή Ελλάδα ή στα μικρά νησιά, όταν μένουν χωρίς κέντρα υγείας, ταχυδρομεία ή τράπεζες, ή όπως οι ενδο-ευρωπαϊκές ανισότητες που πυροδότησαν την κρίση του 2008-2012. Το κυριότερο σχετικό πρόβλημα στη σημερινή Ελλάδα είναι η αντίθεση ανάμεσα στην εγκατάλειψη και στην υπερεκμετάλλευση του χώρου και των τοπικών πόρων, κυρίως της γης και του νερού.

Κωστής Χατζημιχάλης teaser image

Τι σημαίνει για μένα χωρική δικαιοσύνη στην πράξη;

Σημαίνει πειστικές απαντήσεις στα βιώματα εγκατάλειψης των ηλικιωμένων στην ορεινή Ελλάδα ή στα μικρά νησιά, όταν μένουν χωρίς κέντρα υγείας, χωρίς ταχυδρομεία, χωρίς τράπεζες ή ένα ΑΤΜ. Σημαίνει περιορισμό της χωρικής ανισότητας που βιώνουν όσα παιδιά φοιτούν σε σχολεία απομακρυσμένων περιοχών χωρίς δασκάλους, χωρίς κάλυψη από ίντερνετ, μια χωρική αδικία που φωτίστηκε κατά την πανδημία του Covid-19 με τα διαδικτυακά μαθήματα. Σημαίνει την αντίδραση στον εγκλεισμό σε τόπους ακραίας ρατσιστικής απομόνωσης, όπως στα κέντρα κράτησης μεταναστών στην Ευρώπη και στην Ελλάδα, όπου η έννοια της δικαιοσύνης είναι ανύπαρκτη, όταν παραβιάζονται διεθνείς συνθήκες που έχει υπογράψει η χώρα μας. Σημαίνει την άρση του αποκλεισμού από την πόλη όταν κάποιες γειτονιές δεν έχουν επαρκή δημόσια συγκοινωνία, όπως στο ωραίο κινηματογραφικό έργο «Το 47» στη Βαρκελώνη. Σημαίνει τον περιορισμό των ενδοευρωπαϊκών ανισοτήτων που πυροδότησαν την οικονομική και πολιτική κρίση του 2008-2012. Σημαίνει, τέλος, τις δίκαιες αντιδράσεις απέναντι στην ακραία ταπείνωση που υφίστανται σήμερα οι άνδρες και οι γυναίκες Παλαιστίνιοι/ες της Δυτικής Όχθης στα δεκάδες τσεκ-πόιντ, όταν διασχίζουν το αυθαίρετο τείχος που έχει κατασκευάσει το νεο-αποικιακό κράτος του Ισραήλ περιφράσσοντας τη γη τους. Για να μη μιλήσω για την επιτομή τής χωρικά εντοπισμένης εγκληματικής αδικίας, τη γενοκτονία που συμβαίνει σε ζωντανή μετάδοση στον αποκλεισμένο χώρο της Γάζας.

Οι ανισότητες δεν είναι μόνο κοινωνικές αλλά και γεωγραφικές, μιλάμε πάντα για χωροκοινωνικές ανισότητες και αφορούν όλους τους τόπους, όλα τα άτομα και όλα τα σώματα

Θα μπορούσα να συνεχίσω με πολλά ακόμη παραδείγματα, είναι όμως αρκετά για να μας εισάγουν σε κάτι σημαντικό: η ισότητα και η δικαιοσύνη δεν αναζητούνται στο κενό, αλλά σε υπαρκτούς χρόνους και χώρους. Δεν έχουμε απλά αδικίες αλλά χωρο-κοινωνικές αδικίες σε τόπους που έχουν όνομα, γι’ αυτό οι δράσεις δικαιοσύνης πρέπει να έχουν και χωρική διάσταση. Οι ανισότητες δεν είναι μόνο κοινωνικές αλλά και γεωγραφικές, μιλάμε πάντα για χωροκοινωνικές ανισότητες και αφορούν όλους τους τόπους, όλα τα άτομα και όλα τα σώματα, με τις ταξικές, έμφυλες, εθνοτικές, ηλικιακές και ΛΟΑΤΚΙ διακρίσεις που τα χαρακτηρίζουν. Έχει σημασία λοιπόν να σκεφτούμε την αδικία, τη δικαιοσύνη, την ισότητα και χωρικά, να τις δούμε από τη ματιά της γεωγραφίας και στη συνέχεια να δράσουμε αντίστοιχα.

Η οργάνωση του χώρου, μια κρίσιμη διάσταση των ανθρώπινων κοινωνιών, αντανακλά κοινωνικά δεδομένα και επηρεάζει τις κοινωνικές σχέσεις, κάτι που διαπίστωσε και επεξεργάστηκε θεωρητικά ο Γάλλος φιλόσοφος Ανρί Λεφέβρ (Henri Lefebvre) από τις αρχές της δεκαετίας του 1970. Κατά συνέπεια, τόσο η δικαιοσύνη όσο και η αδικία γίνονται ορατές στον χώρο. Αισθήματα όπως αυτά της αγανάκτησης, της εγκατάλειψης, του εγκλεισμού/αποκλεισμού ή της εκμετάλλευσης, βιώνονται άνισα από άτομα και κοινωνικές ομάδες αλλά σε συγκεκριμένους τόπους και περιοχές. Γι’ αυτό, η ανάλυση των αλληλεπιδράσεων μεταξύ χώρου και κοινωνίας είναι απαραίτητη για την κατανόηση των χωροκοινωνικών αδικιών και για τη διαμόρφωση χωρικών πολιτικών και δράσεων που αποσκοπούν στην αντιμετώπισή τους.

Κάποιοι τόποι και κάποιες κοινωνίες πληρώνουν με τη ζωή τους λάθη και παραλείψεις, ενώ αλλού η ζωή και οι περιουσίες είναι προφυλαγμένες

Ομόλογη της χωροκοινωνικής δικαιοσύνης είναι και η περιβαλλοντική δικαιοσύνη, ως αίτημα αλλαγών απέναντι στις άνισες συνθήκες ζωής και τις αρνητικές επιπτώσεις στο περιβάλλον και τις τοπικές κοινωνίες, π.χ. από εξορύξεις, από την αποστέρηση ζωτικών πόρων όπως η γη και το νερό, από βιομηχανική ρύπανση ή από θορύβους, κυρίως όμως λόγω της κλιματικής κρίσης. Κάποιοι τόποι και κάποιες κοινωνίες, λόγω τρωτότητας της περιοχής τους, πληρώνουν με τη ζωή τους λάθη και παραλείψεις, ενώ αλλού η ζωή και οι περιουσίες είναι προφυλαγμένες. 

Στον άνισο και άδικο κόσμο που ζούμε, οι χώροι και οι τόποι δεν είναι λοιπόν ουδέτεροι, δεν είναι απλά «δοχεία ζωής». Από τις κεντρικές περιοχές των πόλεων που υφίστανται gentrification (βίαιη εκδίωξη των κατοίκων λόγω τιμών γης ή υπερτουρισμού) μέχρι τις περιθωριοποιημένες περιοχές της υπαίθρου και από τις προφυλαγμένες κοινότητες του παγκόσμιου Βορρά μέχρι τις εκτεθειμένες σε πείνα και καταστροφές κοινότητες του παγκόσμιου Νότου, οι χώροι όπου ζούμε καθρεφτίζουν τις βαθύτερες δομές εκμετάλλευσης και αποκλεισμού που χαρακτηρίζουν το κυρίαρχο πρότυπο κοινωνικής αναπαραγωγής της εποχής μας, τον νεοφιλελεύθερο καπιταλισμό. Η χωροκοινωνική και περιβαλλοντική δικαιοσύνη είναι ένα χρήσιμο πλαίσιο προσέγγισης της νεοφιλελεύθερης συγκυρίας, γιατί στέκεται κριτικά απέναντι σ’ αυτές τις αδικίες και προσφέρει ιδέες και πρακτικές για μετασχηματιστικές αλλαγές των κυρίαρχων σχέσεων εξουσίας σε όλες τις μορφές της. Από τις θεσμικές/πολιτικές σχέσεις εξουσίας, ευρωπαϊκές, κρατικές και τοπικές, τις σχέσεις εξουσίας που επιβάλλει η αγορά και η απληστία των κεφαλαίων, μέχρι τις μικρο-εξουσίες που διαμορφώνονται στις καθημερινές σχέσεις. 

Η εξουσία εμφανίζεται και εξασκείται πάντα και χωρικά, διαχέεται σε πολλαπλές κλίμακες, από το παγκόσμιο επίπεδο μέχρι το τοπικό

Εδώ πρέπει να σημειώσω ότι υπάρχει μια μακρά παράδοση αντιμετώπισης της εξουσίας α-χωρικά, σαν να συμβαίνει στη μύτη μιας καρφίτσας. Όμως η εξουσία εμφανίζεται και εξασκείται πάντα και χωρικά, διαχέεται σε πολλαπλές κλίμακες, από το παγκόσμιο επίπεδο μέχρι το τοπικό. Δεν είναι τυχαίο ότι τα χωροκοινωνικά και τα περιβαλλοντικά προβλήματα σε διαφορετικές κλίμακες αποτελούν σημαντικό σημείο εκκίνησης πολιτικών διεκδικήσεων και αγώνων ενάντια στις διάφορες μορφές εξουσίας. 

Παρακάτω αναφέρω ενδεικτικά τέσσερις κατευθύνσεις για μετασχηματιστικές πολιτικές, δεδομένου ότι το αίτημα για χωροκοινωνική και περιβαλλοντική δικαιοσύνη έχει πολλούς αποδέκτες:

α) Αναδιανομή π.χ. σε χρήματα, υποδομές, υπηρεσίες και πληροφορίες, το αντίθετο δηλαδή από την υπάρχουσα περιφερειακή πολιτική της ΕΕ, η οποία εφαρμόζεται και στη χώρα μας και προωθεί την καταστροφική ανταγωνιστικότητα πόλεων και περιφερειών. 

β) Αναγνώριση των διακρίσεων, ατομικών και ομαδικών, π.χ. σε θέματα κοινωνικής τάξης, ηλικίας, φύλου, εθνότητας, σεξουαλικότητας. Τα άτομα και οι ομάδες των παραπάνω κατηγοριών έχουν διαφορετικά χωρικά αιτήματα και ανάγκες, τα οποία πρέπει να αναγνωρίζονται. 

γ) Σχεδιασμό για προβλέψεις και συλλογική προστασία της φύσης, των οικισμών και των κοινωνιών από κρίσεις, από παράλογες «αναπτυξιακές» προτάσεις και από τα καταστροφικά φαινόμενα της κλιματικής κρίσης.

δ) Ενίσχυση/υποστήριξη πρωτοβουλιών για την αντιμετώπιση της μικρο-παραβατικότητας ή της αδιαφορίας για τα «κοινά», τον δημόσιο χώρο στις πόλεις, τα δάση, τα νερά και τις παραλίες.

Δεν είμαστε όμως όλοι και όλες ίσοι/ες απέναντι σε μια χωροκοινωνική αδικία ή σε ένα περιβαλλοντικό πρόβλημα. Η χωρική διάσταση φωτίζει εκείνους και εκείνες που χάνουν ή κερδίζουν από τις επιπτώσεις π.χ. μιας καταστροφής από φυσικό φαινόμενο, από ένα έργο υποδομής ή ακόμη από την ιδεολογική χρήση ή την αδιαφορία για ένα τοπόσημο, για την εγχάρακτη μνήμη σε ένα τόπο. Είναι ακόμη ορατές οι άνισες χωροκοινωνικές επιπτώσεις των καταστροφών από τον μεσογειακό κυκλώνα «Ντάνιελ» στην ευρύτερη περιοχή της Θεσσαλίας. Δεν έχασαν όλοι το ίδιο, ενώ οι εταιρείες φωτοβολταϊκών βρήκαν ευκαιρία για κέρδη υφαρπάζοντας την εύφορη γη του κάμπου. Οι αγώνες ενάντια στην εγκατάσταση ανεμογεννητριών στα Άγραφα υπογραμμίζουν το χάσμα μεταξύ των επιδιώξεων των διεθνών εταιρειών ενέργειας και της τοπικής κοινωνίας. Οι εταιρείες βλέπουν τις βουνοκορφές σαν φτηνό οικόπεδο, ενώ στο φαντασιακό των ντόπιων αποτελούν τοπόσημα, μια πολύτιμη μνήμη σε ένα ευαίσθητο οικοσύστημα.

Αν όμως υπάρχει κάτι στη σημερινή Ελλάδα που υπογραμμίζει τις χωροκοινωνικές αδικίες, αυτό είναι η αντίθεση ανάμεσα στην εγκατάλειψη και την υπερεκμετάλλευση του χώρου και των τοπικών πόρων

Αν όμως υπάρχει κάτι στη σημερινή Ελλάδα που υπογραμμίζει τις χωροκοινωνικές αδικίες και συνακόλουθα το αίτημα για χωροκοινωνική και περιβαλλοντική δικαιοσύνη στην πράξη, αυτό είναι η αντίθεση ανάμεσα στην εγκατάλειψη και την υπερεκμετάλλευση του χώρου και των τοπικών πόρων, κυρίως της γης και του νερού.

Είναι μια αντίθεση που τη συναντάμε παντού. Στις πόλεις, η υπερεκμετάλλευση της γης υλοποιείται με τη φρενίτιδα των πολυτελών κατασκευών σε επιλεγμένες περιοχές για νεόπλουτους, Έλληνες και ξένους, με την επέλαση του Airbnb και την προώθηση φαραωνικών επεμβάσεων, ενώ η χαμηλότερη γαιοπρόσοδος σε «άλλες» γειτονιές σημαίνει την εγκατάλειψή τους χωρίς πράσινο, στο έλεος των σκουπιδιών, σε μόνιμη κυκλοφοριακή συμφόρηση, περιοχές που γίνονται θερμοπαγίδες το καλοκαίρι, έτοιμες όμως να πλημμυρίσουν στο πρώτο μπουρίνι. 

Στην ύπαιθρο η αντίθεση βρίσκεται μεταξύ της εγκατάλειψης της ορεινής χώρας με τα «τραγικά βουνά», όπως τα περιέγραφε ο Άγγελος Ελεφάντης, και της υπερεκμετάλλευσης της παράκτιας και νησιωτικής χώρας από τον τουρισμό. Στα «τραγικά βουνά» τα σχολεία κλείνουν ελλείψει μαθητών, οι λιγοστοί κάτοικοι είναι άνω των 60, οι δυνατότητες απασχόλησης σχεδόν ανύπαρκτες, η γεωργία και η κτηνοτροφία φθίνουν. Την εγκατάλειψη τροφοδοτούν πελατειακές πολιτικές τύπου ΟΠΕΚΕΠΕ αποθαρρύνοντας τους έντιμους επιχειρηματίες, η γη του ορεινού χώρου γίνεται στόχος εξορυκτικών και βιομηχανικών επιχειρήσεων ανανεώσιμων πηγών ενέργειας (ΒΑΠΕ), ενώ τα νερά των ποταμών, όπως του Αχελώου, γίνονται στόχος για νέα φράγματα. 

Αντιθέτως στα τουριστικά νησιά ανοίγουν και ιδιωτικά σχολεία, τα κέρδη από τον τουρισμό και τις οικοδομές στηρίζουν τις τοπικές οικονομίες και δημιουργούν τα υψηλότερα εισοδήματα στη χώρα, οι νέοι έχουν απασχόληση και υπερτερούν των άνω των 60. Όμως ο τουρισμός και το διεθνές real estate τρέφονται κι εδώ από την υφαρπαγή της γης και του λιγοστού νερού, με υπερδόμηση και πισίνες, καταστρέφοντας ό,τι έχει απομείνει από το άνυδρο τοπίο που τραγούδησαν οι ποιητές. 

Αυτές οι διαφορετικές Ελλάδες δεν είναι μόνο το αποτέλεσμα μακροχρόνιων δομικών αλλαγών στα συστήματα κοινωνικής αναπαραγωγής, κάποιοι θα τις δουν ως αναπόφευκτες. Είναι αλήθεια ότι παρόμοιες αλλαγές συμβαίνουν εδώ και χρόνια και στην υπόλοιπη Ευρώπη. Η πόλωση των αξιών γης στις πόλεις έχει διευρύνει τη χωροκοινωνική διαστρωμάτωση και έχει δημιουργήσει κρίση στέγης, εκεί όπου δεν υπάρχουν δομές κοινωνικής κατοικίας. Η απαξίωση της υπαίθρου ως τόπου παραγωγής προϊόντων βρίσκεται, δυστυχώς, στον πυρήνα των νεοφιλελεύθερων ευρωπαϊκών πολιτικών για τη γεωργία και την περιφερειακή ανάπτυξη. 

Στη χώρα μας όμως αποκτά και άλλες διαστάσεις. Οι βαριές βλάβες που βιώνουμε τα τελευταία χρόνια από την απουσία κράτους δικαίου και από την ένταση των χωροκοινωνικών ανισοτήτων αποδίδονται μονομερώς στις νεοφιλελεύθερες πολιτικές του κεντρικού κράτους και της τοπικής αυτοδιοίκησης. Πράγματι, οικονομικά κίνητρα, χωροταξικά σχέδια, τοπικά προγράμματα, όλα παρακολουθούν τα αιτήματα και τις στρατηγικές κερδοφορίας των κεφαλαίων, μεγάλων και μικρομεσαίων, για εξορύξεις, ΒΑΠΕ, τουρισμό και real estate, με επιθέσεις στον κόσμο της εργασίας και υποβάθμιση των κοινωνικών υπηρεσιών. 

Χωρίς να υποβαθμίζω ούτε στιγμή τα παραπάνω, η συμπεριφορά τους πρέπει να αναλυθεί και με όρους κοινωνικής/πολιτικής ψυχολογίας: με όρους αδιαφορίας, μοχθηρίας, ακόμη και μίσους απέναντι σε καθετί κοινό, στον δημόσιο χώρο, στη φύση, στα δάση, στα νερά, στις βουνοκορφές, στις παραλίες, σε ό,τι έχει απομείνει για συλλογική χρήση. Αυτή η απέχθεια διαχέεται και σε μεγάλο μέρος της κοινωνίας, δεν εντοπίζεται μόνο στις δομές εξουσίας. Στις αρνητικές μακρο-παρεμβάσεις της τελευταίας προστίθενται οι καθημερινές μικρο-παραβατικότητες των πολιτών και των μικρομεσαίων επιχειρηματιών. Από τα αυθαίρετα στα δάση, την κατάληψη δρόμων και πλατειών από τραπεζοκαθίσματα, την ηχορύπανση, την εχθρότητα απέναντι στα λιγοστά αστικά δένδρα, μέχρι την αδιαφορία για τα σκουπίδια, τους βανδαλισμούς σε παγκάκια, σε παραλίες και μνημεία. 

Η βίαιη υφαρπαγή του δημόσιου χώρου, της φύσης, της γης και των νερών συμβάλλει στο να γίνουμε τα υποτελή άτομα που χρειάζεται η νεοφιλελεύθερη κατάσταση των πραγμάτων

Μπροστά μας εξελίσσεται μια τεραστίων διαστάσεων αλλαγή των όρων κοινωνικής αναπαραγωγής και επιβίωσης στον τόπο που μας έλαχε να ζούμε. Ο δημόσιος χώρος, η φύση, η γη και τα νερά είναι ο ορίζοντας μέσα στα οποία διαμορφώνονται τα νοήματα της συλλογικότητας, της ελευθερίας και της δημοκρατίας. Γι’ αυτό η βίαιη υφαρπαγή τους συμβάλλει στο να γίνουμε τα υποτελή άτομα που χρειάζεται η νεοφιλελεύθερη κατάσταση των πραγμάτων. Αυτή η κατάσταση θα συνεχιστεί και θα επιδεινωθεί από την κλιματική κρίση. Όχι μόνο γιατί βρίσκεται στον πυρήνα του σημερινού κυρίαρχου προτύπου οικονομικής μεγέθυνσης, αλλά γιατί είναι για πολλούς ένας «υπαρξιακός ακρωτηριασμός», όπως έγραφε ο Κώστας Μανωλίδης, και μια ώθηση για πολιτική παραίτηση, αυτό ακριβώς που επιδιώκει το status quo

Απέναντι σ’ αυτές τις τάσεις επείγει η αντίστασή μας.