
Μια πολύ κατατοπιστική συζήτηση για την πρώην Ανατολική Γερμανία και την προβληματική ενσωμάτωσή της στο ενιαίο γερμανικό κράτος πραγματοποιήθηκε στην 21η ΔΕΒΘ από το Goethe-Institut Thessaloniki και το Ίδρυμα Χάινριχ Μπελ – Γραφείο Θεσσαλονίκης, με αφορμή το βιβλίο Ungleich vereint. Warum der Osten anders bleibt (Άνισα ενωμένοι. Γιατί η Ανατολή παραμένει διαφορετική). Συγγραφέας του είναι ο καθηγητής Κοινωνιολογίας στο Πανεπιστήμιο Humboldt του Βερολίνου Steffen Mau, ο οποίος έχει χαρακτηριστεί από την εφημερίδα Frankfurter Allgemeine Zeitung ως ο «πιο περιζήτητος κοινωνικός εμπειρογνώμονας της χώρας». Ο ίδιος, μαζί με έναν άριστο γνώστη της Γερμανίας, τον δημοσιογράφο Τάσο Τέλλογλου, μίλησαν μεταξύ άλλων για τις ανισότητες μεταξύ Ανατολικής και Δυτικής Γερμανίας που εξακολουθούν έντονες 35 χρόνια μετά την ένωσή τους, για τις στρεβλώσεις στις ενδογερμανικές σχέσεις και για την πολιτική κουλτούρα που έχει αναπτυχθεί στην Ανατολική Γερμανία, όπου η ακροδεξιά έχει μια σημαντική διείσδυση στον πληθυσμό.

Η εκδήλωση πραγματοποιήθηκε στις 9 Μαΐου 2025, και ακριβώς μία εβδομάδα νωρίτερα, στις 2 Μαΐου, είχε συμβεί στη Γερμανία μια εξέλιξη που προκάλεσε πολιτικό σεισμό: η Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Προστασίας του Συντάγματος εξέδωσε πόρισμα ότι υπάρχουν σαφείς ενδείξεις για τον χαρακτηρισμό της Εναλλακτικής για τη Γερμανία (AfD) ως «αποδεδειγμένα εξτρεμιστικού» κόμματος. Η συζήτηση λοιπόν δεν θα μπορούσε παρά να ξεκινήσει απ’ αυτό.
Πράγματι, όπως διαπιστώνει και ο Steffen Mau, η AfD με τον καιρό γίνεται περισσότερο εξτρεμιστική σε σχέση με παρόμοια κόμματα άλλων χωρών. Ωστόσο ο ίδιος δεν συμφωνεί ιδιαίτερα με τις εξελίξεις που πιθανόν προδιαγράφει αυτό το πόρισμα, γιατί, όπως είπε, «τα κόμματα έχουν εστιάσει υπερβολικά στη δικαστική αντιμετώπιση της AfD και σε μεγάλο βαθμό έχουν αφήσει κατά μέρος την πολιτική μάχη απέναντί της. Στη Γερμανία όμως, με την ιστορία που έχει, θα έπρεπε να υπάρχει μεγαλύτερη ευαισθησία για το γεγονός πως η δημοκρατία πράγματι μπορεί να ανατραπεί». Η αλήθεια είναι πως η πλειοψηφία του πληθυσμού, όπως σημείωσε, αντιδρά στην πολιτική συνεργασία άλλων κομμάτων με την AfD, ωστόσο διάχυτος είναι ο φόβος μήπως μέχρι τις επόμενες εκλογές του 2029 δεν μπορέσουν να αντέξουν οι «Brandmauer», δηλαδή οι πολιτικές δυνάμεις και οι πολίτες που ορθώνουν ανάστημα στην ακροδεξιά.
«Αρσενικοποιημένη και γηράσκουσα κοινωνία»
Μεγάλο μέρος αυτού του παιχνιδιού θα κριθεί στην Ανατολική Γερμανία, όπου τα ποσοστά της ακροδεξιάς είναι πολύ μεγαλύτερα από την υπόλοιπη χώρα. Ίσως το πιο διαδεδομένο αφήγημα για την άνοδο της ακροδεξιάς ειδικά στην Ανατολική Γερμανία είναι η πολιτική κουλτούρα του πληθυσμού της, η οποία έχει διαμορφωθεί στα χρόνια του σοσιαλιστικού παρελθόντος της περιοχής και υποτίθεται πως κάνει τους Ανατολικογερμανούς πιο επιρρεπείς στον αυταρχισμό. Ο Steffen Mau όμως τονίζει πως κάτι τέτοιο ισχύει μόνο εν μέρει – και πράγματι, όπως παραδέχεται, το κομματικό σύστημα της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας δεν έχει στις ανατολικές περιοχές τις ίδιες βαθιές ρίζες. Αν όμως αποδεχθούμε κάτι τέτοιο ως τη μοναδική εξήγηση, συσκοτίζουμε άλλες αιτίες, πολύ πιο σημαντικές και συναφείς με το θέμα, λέει ο ίδιος.
Για παράδειγμα, αμέσως μετά την πτώση του Τείχους, την περίοδο 1989-1991, έφυγαν πάρα πολλοί άνθρωποι από την περιοχή, ενώ σημειώθηκε ένα πραγματικό δημογραφικό σοκ με πτώση των γεννήσεων κατά 60%, το οποίο επηρεάζει βεβαίως τη σημερινή σύνθεση του πληθυσμού, σημειώνει ο συγγραφέας. «Έτσι, η Ανατολική Γερμανία δημογραφικά παραμένει μία συρρικνούμενη περιοχή – και οι συρρικνούμενες περιοχές είναι κοινωνίες φόβου». Ένα άλλο πολύ ενδιαφέρον σημείο που ανέφερε ο ίδιος είναι ότι οι περισσότερες γυναίκες συνεχίζουν τις σπουδές τους και φεύγουν, ενώ οι άντρες ασχολούνται με πιο χειρωνακτικές εργασίες και παραμένουν. Το αποτέλεσμα είναι ότι η διαφορά ανάμεσα στον ανδρικό και τον γυναικείο πληθυσμό είναι εξαιρετικά μεγάλη και σε ορισμένες περιπτώσεις τρομακτική – υπάρχουν, για παράδειγμα, κάποιες περιοχές όπου σε 100 άντρες αντιστοιχεί μία γυναίκα! «Η Ανατολική Γερμανία είναι μια αρσενικοποιημένη και γηράσκουσα κοινωνία. Πολλοί άνδρες μεγαλώνουν χωρίς να αναλαμβάνουν ποτέ την οικογενειακή ευθύνη, με αποτέλεσμα να διαμορφώνουν ένα προφίλ που τους φέρνει πιο κοντά στην AfD», τονίζει ο Mau. Παράλληλα, και σε σχέση με το παραπάνω, παρατηρείται ένα έμφυλο χάσμα όσον αφορά την εκλογική συμπεριφορά, καθώς πλέον –αντίστροφα σε σχέση με το παρελθόν– οι γυναίκες ψηφίζουν πιο προοδευτικά σε σχέση με τους άντρες.
«Ο κανονισμός λειτουργίας του σπιτιού είχε ήδη γραφτεί από άλλους»
Πάντως, το σημαντικότερο και εμφανέστερο στοιχείο που διαφοροποιεί τις δύο περιοχές είναι η οικονομική κατάσταση. Διότι, αν μια εύλογη απορία είναι πώς η Δυτική Γερμανία πέτυχε τον εκδημοκρατισμό της κοινωνίας της μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και γιατί η Ανατολική Γερμανία δεν πέτυχε κάτι αντίστοιχο μετά το 1989, η απάντηση είναι ότι στην πρώτη περίπτωση σημειώθηκε ένα πραγματικό οικονομικό θαύμα, κάτι που δεν συνέβη στη δεύτερη. Όπως λέει ο Steffen Mau, η ανοικοδόμηση της Ανατολής στην πραγματικότητα σήμανε πως απλώς ακολούθησε τη Δύση – τόσο τα χρήματα όσο και το προσωπικό για την εφαρμογή της Μετάβασης (Wende) προήλθαν από τη Δυτική Γερμανία. Στις ανατολικές περιφέρειες ακόμη και σήμερα είναι πιο πιθανό να συναντήσει κανείς σε υψηλόβαθμες θέσεις του Δημοσίου και των επιχειρήσεων Δυτικογερμανούς. «Οι Ανατολικογερμανοί ήταν σαν να μπήκαν στο σπίτι της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας, αλλά ο κανονισμός λειτουργίας του σπιτιού (Hausordnung) είχε ήδη γραφτεί για αυτούς χωρίς αυτούς. Ψυχολογικά, προφανώς, είναι πολύ ενοχλητικό να σου λένε πώς πρέπει να γίνουν τα πράγματα. Έχει και η Ελλάδα ανάλογη εμπειρία με την κρίση χρέους...», σημείωσε χαρακτηριστικά. Αλλά βέβαια, όπως μας θυμίζει, και η Ανατολική Γερμανία είναι εξαιρετικά ετερογενής από τη μία περιοχή στην άλλη. Το χάσμα πόλης - υπαίθρου είναι τεράστιο, ειδικά σε σχέση με τις πανεπιστημιουπόλεις.
«Εναλλακτικά εργαλεία για αναζωογόνηση της δημοκρατίας»
Σύμφωνα με τον Mau, στην Ανατολική Γερμανία λείπουν τα συνδικάτα, οι σύλλογοι και γενικά άλλοι οργανισμοί και θεσμοί, οι οποίοι εντέλει σχηματίζουν τις κοινωνίες. Επιπλέον, τα κόμματα έχασαν χιλιάδες μέλη – και μάλιστα σ’ αυτό τον έντονο σκεπτικισμό για τα κόμματα παίζουν πολύ σημαντικό ρόλο τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, που γίνονται το κύριο μέσο πολιτικής κοινωνικοποίησης ειδικά των νέων ακριβώς λόγω της έλλειψης άλλων οργανισμών, μέσω των οποίων θα μπορούσαν να εξωτερικευθούν οι προβληματισμοί. «Θα ήταν επιθυμητό να ενισχυθούν τα δημοκρατικά κόμματα και το κομματικό σύστημα εν γένει, όμως δεν το βλέπω πιθανό, οπότε χρειάζονται εναλλακτικά εργαλεία για να αναζωογονήσουμε τη δημοκρατία μας». Ένα απ’ αυτά είναι και τα Συμβούλια Πολιτών (Bürgerräte), που όπως δείχνουν οι έρευνες ενδυναμώνουν τους πολίτες και ενισχύουν το αίσθημα ότι μπορούν να επηρεάσουν τα πράγματα. «Ας σκεφτούμε, για παράδειγμα, την περίπτωση της υποχρεωτικής στράτευσης που τώρα συζητιέται στη Γερμανία. Δεν θα ήταν κοινωνικά αποδεκτό να αποφασιστεί κάτι τέτοιο με τον παραδοσιακό τρόπο, αλλά είναι ένα θέμα που ταιριάζει να συζητηθεί σε συμβούλια πολιτών. Σίγουρα, το μοντέλο αυτό δεν λύνει όλα τα ζητήματα αλλά αποτελεί έναν καλό δρόμο, και είναι πολύ θετικό που και στην κυβερνητική προγραμματική συμφωνία υπάρχει σαφής σχετική αναφορά».