Νομοθετική αντιμετώπιση της έμφυλης βίας

ΑΡΘΡΟ

Η βία κατά των γυναικών λαμβάνει ιδιαίτερα ανησυχητικές διαστάσεις, καθώς μία στις τρεις γυναίκες έχει υποστεί σωματική ή σεξουαλική βία. Στο παρόν άρθρο η δικηγόρος Αικατερίνη Γεωργιάδου πραγματοποιεί μια –μοναδική για τα ελληνικά δεδομένα– κριτική επισκόπηση του νομοθετικού πλαισίου για την έμφυλη βία. Εξετάζει τις προβλέψεις της Σύμβασης της Κωνσταντινούπολης και την έντονη ανησυχία όπως αυτή αποτυπώνεται στην έκθεση αξιολόγησης της GREVIO για την εφαρμογή της Σύμβασης στην Ελλάδα, ενώ εστιάζει ιδιαίτερα στη μόλις ψηφισθείσα Οδηγία της ΕΕ για την καταπολέμηση της βίας κατά των γυναικών, την οποία τα κράτη μέλη είναι υποχρεωμένα να ενσωματώσουν στο εθνικό τους δίκαιο εντός τριών ετών.

Νομοθετική αντιμετώπιση της έμφυλης βίας

Πόσο ελεύθερα και ισότιμα μπορεί να ζήσουν οι γυναίκες χωρίς τον φόβο παρενόχλησης, βίαιης επίθεσης, σωματικής βλάβης, οικονομικής εκμετάλλευσης, δολοφονίας, όταν σε ευρωπαϊκό επίπεδο μία στις τρεις έχει υποστεί σωματική ή σεξουαλική βία, κυρίως από συντρόφους (FRA 2014)[1];

Στον ελλαδικό χώρο, σύμφωνα με έρευνα (2023) του Εθνικού Κέντρου Κοινωνικών Ερευνών, το ποσοστό για τις γυναίκες που έχουν υποστεί σωματική ή σεξουαλική βία ανέρχεται σε 35,5%[2].

Η βία κατά των γυναικών παραμένει –δυστυχώς– παρούσα και λαμβάνει ιδιαίτερα ανησυχητικές διαστάσεις. Συνιστά μια πολυδιάστατη, πολύμορφη, συνεχώς εκτοξευόμενη αλλά ανεπαρκώς αντιμετωπιζόμενη παραβίαση θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

Σε διεθνές επίπεδο το δικαίωμα της γυναίκας να ζει χωρίς να υφίσταται βία κατοχυρώνεται από διεθνείς συμφωνίες, όπως η Σύμβαση για την εξάλειψη όλων των μορφών διακρίσεων κατά των γυναικών (1979)[3] και η Διακήρυξη των Ηνωμένων Εθνών για την εξάλειψη της βίας κατά των γυναικών (1993)[4].

Η Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης

Η πρώτη νομικά δεσμευτική διεθνής πράξη για την καταπολέμηση της βίας κατά των γυναικών και το πλέον εκτεταμένο διεθνές πλαίσιο που αντιμετωπίζει σφαιρικά και διεξοδικά τις διαφορετικές μορφές βίας κατά των γυναικών είναι η Σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης «Για την Πρόληψη και την Καταπολέμηση της Βίας κατά των Γυναικών και της Ενδοοικογενειακής Βίας» που υπογράφηκε το 2011 (Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης)[5].

Η Σύμβαση στοχεύει στην εναρμόνιση των εθνικών νομοθεσιών αλλά και στην ανάπτυξη διοικητικών πρακτικών που αποσκοπούν στην πρόληψη και καταπολέμηση της βίας, ώστε τα θύματα της βίας να απολαμβάνουν ίσης προστασίας σε όλα τα κράτη μέλη του Συμβουλίου.

Η διεθνής αυτή πράξη αναγνωρίζει τη βία κατά των γυναικών ως παραβίαση ανθρωπίνων δικαιωμάτων και μορφή διάκρισης. Η μη λήψη κατάλληλων μέτρων από τα κράτη για την αντιμετώπισή της επισύρει την ευθύνη αυτών. Η Ελλάδα την ενσωμάτωσε στη νομοθεσία της με τον ν. 4531/2018. Η Ευρωπαϊκή Ένωση προσχώρησε τον Ιούνιο του 2023 προς περαιτέρω ενίσχυση των σκοπών της δίνοντάς της σημαντική αξία τόσο πολιτικά όσο και νομικά[6].

Η Σύμβαση ορίζει νομικά τη βία κατά των γυναικών (σωματική, σεξουαλική, ψυχολογική, οικονομική). Είναι η πρώτη διεθνής συνθήκη που προσδιορίζει τον όρο φύλο (οι κοινωνικά δημιουργημένοι ρόλοι, συμπεριφορές, και ιδιότητες, πρότυπα που μια δεδομένη κοινωνία θεωρεί κατάλληλα για τους άνδρες και τις γυναίκες). Διευρύνει τον ορισμό της οικογένειας (σε πρώην ή νυν συντρόφους ακόμη και όταν δεν συνοικούν). Δίνει ιδιαίτερη σημασία στην πρόληψη και την προστασία των θυμάτων. Προβλέπει ποινικοποίηση συμπεριφορών και θεσπίζει ένα ολοκληρωμένο πλαίσιο μέτρων, νομικών και πολιτικών, για την πρόληψη της βίας αυτής, την υποστήριξη των θυμάτων και την τιμωρία των δραστών και επιβάλλει συγκεκριμένες υποχρεώσεις.

Η δυνατότητα απομάκρυνσης του θύματος από τον δράστη, η υποχρέωση ίδρυσης κέντρων υποδοχής των θυμάτων σε όλη την επικράτεια, η υποχρέωση των κρατών να εξασφαλίσουν την κατάρτιση επαγγελματιών που ασχολούνται με τα θύματα βίας, η συντονισμένη συνεργασία πολλαπλών φορέων και η καθιέρωση τυποποιημένων διαδικασιών ώστε να επιτυγχάνεται ο ολοκληρωμένος και κατάλληλος χειρισμός των περιστατικών βίας, η υλοποίηση θεραπευτικών προγραμμάτων για τους δράστες, η ιδιαίτερη πρόβλεψη για την έκδοση ή ανανέωση άδειας παραμονής των αλλοδαπών γυναικών θυμάτων ενδοοικογενειακής βίας, η υποχρέωση των υπηρεσιών επιβολής του νόμου να παράσχουν άμεση, έγκαιρη και κατάλληλη προστασία στα θύματα, η υποχρέωση για αποτελεσματική έρευνα, δίωξη και τιμωρία των αδικημάτων βίας χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, είναι ορισμένες από αυτές.

Έκθεση GREVIO

Καινοτομία και δικλείδα ασφαλείας της εφαρμογής της Σύμβασης συνιστά η ίδρυση μηχανισμού παρακολούθησης (GREVIO), ένα ανεξάρτητο όργανο που είναι επιφορτισμένο με την παρακολούθηση της εφαρμογής της Σύμβασης από τα κράτη-μέλη που την έχουν υπογράψει.

Η GREVIO στην πρώτη έκθεση αξιολόγησης (2023)[7] για την Ελλάδα εκφράζει έντονη ανησυχία για την εφαρμογή της Σύμβασης. Αναλύει διεξοδικά την κατάσταση που επικρατεί στη χώρα μας και προβαίνει σε διαπιστώσεις και συστάσεις προς τις εθνικές αρχές.

Διατυπώνει 71 συστάσεις και προτάσεις που αφορούν τα 47 από τα 61 άρθρα της Σύμβασης που εξετάστηκαν. Από αυτές 18 συστάσεις (ποσοστό 25,3%) είναι κατεπείγουσες, επειδή νομοθεσία και/ή εφαρμοζόμενες πολιτικές ή πρακτικές της χώρας μας είναι αντιφατικές με προβλέψεις της Σύμβασης ή έρχονται σε αντίθεση με τη Σύμβαση είτε δεν υπάρχουν προβλέψεις. Τριάντα τέσσερις (34) συστάσεις (ποσοστό 47,9%) είναι επείγουσες επειδή υπάρχουν ελλείψεις που πρέπει να διορθωθούν το συντομότερο δυνατό. Δεκαοκτώ (18) συστάσεις (ποσοστό 25,3%) είναι επείγουσες σε δεύτερο χρόνο ενώ υπάρχει και μία (1) πρόταση (1,4%) για βελτίωση της υλοποίησης επειδή οι σχετικές προβλέψεις θεωρούνται επαρκείς[8].

Στα πλαίσια του παρόντος από την έκθεση αξιολόγησης επισημαίνονται τα παρακάτω:

Η GREVIO χαιρετίζει κάποια θετικά μέτρα που έχουν ληφθεί για την εφαρμογή της Σύμβασης της Κωνσταντινούπολης, όπως η σύσταση 74 εξειδικευμένων αστυνομικών μονάδων[9], καθώς και οι τροποποιήσεις της νομοθεσίας για τη βία κατά των γυναικών, συμπεριλαμβανομένης της θέσπισης ορισμού (αν και ελλιπούς), βασισμένου στην έννοια της ελεύθερης συναίνεσης[10], τόσο για τον βιασμό όσο και για την παρενόχληση στον χώρο εργασίας.

Ωστόσο παραπέρα διαπιστώνει την ανάγκη άμεσης λήψης μέτρων βελτίωσης σε διάφορους τομείς, όπως την ίδρυση και λειτουργία κέντρων αντιμετώπισης θυμάτων βιασμού και κέντρων παραπομπής σεξουαλικής βίας, κάτι που είναι ιδιαίτερα ανησυχητικό, καθώς, όπως παρατηρεί, σημειώνεται μεγάλη απόκλιση ανάμεσα στα υψηλά ποσοστά καταγγελιών περιστατικών βίας κατά των γυναικών και στα χαμηλά ποσοστά καταδίκης τους, ιδιαίτερα σε περιπτώσεις βιασμού[11].

Σημειώνει ότι θα πρέπει να αυξηθεί σημαντικά ο αριθμός των κλινών στα καταφύγια και να παρασχεθούν επιπλέον υπηρεσίες (π.χ. επείγουσας διαμονής), προκειμένου να φιλοξενηθούν ακόμη περισσότερες γυναίκες-θύματα βίας[12], διότι η λειτουργία μόνο 20 καταφυγίων για κακοποιημένες γυναίκες, όπου χωρούν μόνο 450 ατομικές κλίνες, υστερεί συγκριτικά με τον στόχο της Σύμβασης της Κωνσταντινούπολης για ένα οικογενειακό μέρος ανά 10.000 άτομα[13] [14].

Οι επείγουσες συστάσεις προς τις ελληνικές αρχές, μεταξύ άλλων, περιλαμβάνουν:

Δημιουργία κέντρων κρίσεων βιασμού ή/και κέντρων παραπομπής σεξουαλικής βίας που παρέχουν άμεση ιατρική φροντίδα, υποστήριξη τραυματισμών, διασφάλιση έγκαιρης πρόσβασης σε ιατροδικαστικές εξετάσεις και άμεση, βραχυπρόθεσμη και μακροπρόθεσμη ψυχολογική βοήθεια από ειδικευμένους επαγγελματίες σε όλη τη χώρα[15].

Καθιέρωση τυποποιημένων διαδικασιών –αποτελεσματικής και πολυυπηρεσιακής προσέγγισης με τη συμμετοχή εξειδικευμένων υπηρεσιών και μη κυβερνητικών οργανώσεων– για την αξιολόγηση κινδύνου και τη διαχείριση της ασφάλειας των θυμάτων έμφυλης βίας[16]. Λήψη μέτρων που θα διασφαλίζουν ότι η πρόσβαση του θύματος σε υπηρεσίες υποστήριξης δεν εξαρτάται από την προθυμία του θύματος να υποβάλει καταγγελία[17].

Συστηματική και υποχρεωτική εκπαίδευση όλων των επαγγελματιών που εργάζονται με θύματα ή δράστες όλων των μορφών βίας, και ιδίως των δικαστικών λειτουργών, για τον εντοπισμό και την αντιμετώπιση όλων των μορφών βίας[18]. Εισαγωγή εκπαίδευσης και κατευθυντήριων γραμμών για όλους τους σχετικούς επαγγελματίες του συστήματος ποινικής δικαιοσύνης, για να διασφαλιστεί η κατανόηση του βιασμού και της σεξουαλικής βίας ως αδικημάτων που βασίζονται στην απουσία συναίνεσης και όχι στη χρήση βίας. Άρση των δυσκολιών που εμποδίζουν τις γυναίκες θύματα και τα παιδιά τους να διαφύγουν από τη βία[19].

Καθιέρωση πολιτικών και πρακτικών στηριζόμενων στην αναγνώριση ότι σε ένα πλαίσιο ενδοοικογενειακής βίας η κοινή γονική μέριμνα μπορεί να αποτελεί για τον δράστη το μέσο για να συνεχίσει να διατηρεί τον έλεγχο και την κυριαρχία στη μητέρα και τα παιδιά της και για να συνεχίσει να ασκεί βία εναντίον τους[20]. Ενσωμάτωση διαδικασιών αξιολόγησης και διαχείρισης κινδύνου για τον καθορισμό της επιμέλειας και των δικαιωμάτων επίσκεψης, και περιορισμού των δικαιωμάτων αυτών όταν είναι απαραίτητο για να εγγυηθούν την ασφάλεια της μητέρας και του παιδιού[21].

Τερματισμός της πρακτικής της αφαίρεσης των παιδιών από μη βίαιους γονείς ή του περιορισμού των γονεϊκών τους δικαιωμάτων με την αιτιολογία του «συνδρόμου γονεϊκής αποξένωσης» ή συναφών εννοιών. Διασφάλιση παροχής κατάλληλης κατάρτισης και κατευθυντήριων γραμμών με στόχο την ευαισθητοποίηση των δικαστών και άλλων αρμόδιων επαγγελματιών σχετικά με τις βλαβερές συνέπειες της βίας στα παιδιά που εκτίθενται σε αυτήν, με το γεγονός ότι η έκθεση αυτή τα καθιστά θύματα από μόνα τους, καθώς και σχετικά με την έλλειψη επιστημονικής βάσης για το «σύνδρομο γονεϊκής αποξένωσης»[22].

Εισαγωγή συστήματος αναδρομικής επανεξέτασης των υποθέσεων δολοφονιών των γυναικών εξαιτίας του φύλου τους και αξιολόγησης εάν τα κενά στη θεσμική ή/και δικαστική αντιμετώπιση συνέβαλαν στη θανατηφόρα έκβαση, με στόχο να αποτραπούν στο μέλλον και να λογοδοτήσουν τόσο οι δράστες όσο και οι θεσμοί που έρχονται σε επαφή με τα θύματα και τους δράστες[23].

Ελλείψεις στη διερεύνηση σεξουαλικών εγκλημάτων από τις ελληνικές ανακριτικές και δικαστικές αρχές διαπιστώνονται, εκτός από την GREVIO, και από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου στην πρόσφατη απόφαση του Χ κατά Ελλάδος (αρ. προσφυγής 38588/21), 13 Φεβρουαρίου 2024[24].

Η Ευρωπαϊκή Οδηγία 2024/1385

Η καταπολέμηση της βίας κατά των γυναικών αποτελεί μέρος της δράσης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την προστασία των βασικών αξιών της ΕΕ και τη διασφάλιση της τήρησης του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ[25].

Στα νομικά δεσμευτικά εργαλεία ευρωπαϊκής κλίμακας για να συμβάλει στην αντιμετώπιση της βίας κατά των γυναικών προστέθηκε πρόσφατα η ευρωπαϊκή́ Οδηγία για την καταπολέμηση της βίας κατά των γυναικών και της εξ οικείων βίας (2024/1385)[26]. Η πρώτη νομοθετική πράξη της ΕΕ που αντιμετωπίζει συνολικά τη βία κατά των γυναικών ψηφίστηκε από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στις 24-04-2024 με μεγάλη πλειοψηφία, 522 ψήφους υπέρ, 27 κατά και 72 αποχές, και δημοσιεύθηκε στις 24-05-2024 στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Οι πρόσφατες ρυθμίσεις θα ισχύσουν είκοσι ημέρες μετά τη δημοσίευση ενώ τα κράτη μέλη υποχρεούνται εντός τριετίας να τις ενσωματώσουν στο εθνικό τους δίκαιο.

Η νέα νομοθετική πράξη της ΕΕ αποσκοπεί στην επίτευξη των στόχων της Σύμβασης της Κωνσταντινούπολης στο πλαίσιο των τομέων αρμοδιότητας της ΕΕ. Υποστηρίζει τις δεσμεύσεις που έχουν αναλάβει τα κράτη μέλη για την πρόληψη της βίας κατά των γυναικών λειτουργώντας συμπληρωματικά και ενισχύοντας την προστασία που παρέχει η Σύμβαση.

Η Οδηγία, που για πρώτη φορά θέτει στον ευρωπαϊκό χώρο ενιαίο πλαίσιο και κοινούς κανόνες για την αποτελεσματική αντιμετώπιση της βίας κατά των γυναικών σε ολόκληρη την ΕΕ, καθώς σχετικά πρότυπα είναι κατακερματισμένα σε διάφορες νομικές πράξεις, αναγνωρίζει στο προοίμιό της ότι οι υφιστάμενες διατάξεις σε ενωσιακό και εθνικό επίπεδο έχουν αποδειχθεί ανεπαρκείς.

Οι θεματικές στις οποίες εκτείνεται και τα μέτρα που θεσπίζει σε σχέση με τους στόχους που επιδιώκει, ακολουθώντας κατά βάση τα πρότυπα και τη διάρθρωση της Σύμβασης της Κωνσταντινούπολης, είναι οι νομοθετικές αλλαγές που πρέπει να υιοθετήσουν τα συμβαλλόμενα μέρη και οι πολιτικές που πρέπει να αναλάβουν για την υλοποίησή τους· η ποινικοποίηση των σχετικών αδικημάτων και επιβολή κυρώσεων· η προστασία και υποστήριξη των θυμάτων· η πρόσβαση στη δικαιοσύνη· η ενισχυμένη συλλογή δεδομένων· η πρόληψη· ο συντονισμός και η συνεργασία.

Σημαντικός είναι ο νομικός ορισμός του θύματος, ευρύτερος από αυτόν της Σύμβασης της Κωνσταντινούπολης, που περιλαμβάνει και προστατεύει όχι μόνο τις γυναίκες που υφίστανται βία αλλά και τα παιδιά που γίνονται μάρτυρες. Για τη στήριξη και ασφάλεια των παιδιών εισάγεται η υποχρέωση των κρατών μελών να διατηρούν χώρους που επιτρέπουν ασφαλή επαφή τους με τον γονέα που ασκεί τη γονική μέριμνα ο οποίος είναι δράστης ή ύποπτος βίας κατά των γυναικών και έχει δικαίωμα επικοινωνίας με το παιδί (άρθρο 32).

Στον τομέα των προληπτικών μέτρων επιβάλλει στα κράτη μέλη την υποχρέωση για κατάρτιση και ενημέρωση των σχετικών επαγγελματιών: αστυνομικών και προσωπικού των δικαστηρίων, δικηγόρων, δικαστών και εισαγγελέων, επαγγελματιών στον τομέα υγείας (παιδιάτρων, μαιευτήρων, γυναικολόγων), εργαζόμενων στα μέσα ενημέρωσης (άρθρο 38). Τα μέτρα αυτά προβλέπει και η Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης ενώ συστάσεις για την ενίσχυσή τους διατυπώνει η GREVIO.

Για τη συλλογή δεδομένων στον ευρωπαϊκό χώρο τα κράτη μέλη οφείλουν να διεξάγουν έρευνα στον γενικό πληθυσμό σχετικά με την έμφυλη βία που θα διενεργείται κάθε πέντε χρόνια βάσει ενιαίας μεθοδολογίας που εκπονείται από τη Eurostat και ελάχιστο περιεχόμενο τον ετήσιο αριθμό των καταγγελλόμενων αδικημάτων και καταδικαστικών αποφάσεων, τον αριθμό των γυναικοκτονιών, τον αριθμό και τις ικανότητες υποδοχής των κέντρων υποδοχής ανά κράτος μέλος (άρθρο 44).

Έως 14-06-2029 τα κράτη μέλη δεσμεύονται να εγκρίνουν εθνικά σχέδια δράσης για την πρόληψη και καταπολέμηση της έμφυλης βίας (άρθρο 39), ενώ η Επιτροπή θα υποβάλει έκθεση στα πέντε χρόνια εφαρμογής της (έως 14-06-2032) σχετικά με το αν οι κανόνες πρέπει να αναθεωρηθούν (άρθρο 45).

Τα εγκλήματα κυβερνοβίας κατά των γυναικών

Με μια προσέγγιση υψηλής ποινικοποίησης –η οποία αμφισβητείται από τη διεθνή εμπειρία κατά πόσο είναι κατάλληλη και αποτελεσματική για την αντιμετώπιση του φαινομένου– και χωρίς να καλύπτει ολόκληρο το φάσμα που συνιστά βία κατά των γυναικών, η Οδηγία καταγράφει και τυποποιεί ως εγκλήματα συγκεκριμένες μορφές και συμπεριφορές έμφυλης βίας.

Οι ποινικές αυτές προβλέψεις θα πρέπει να ενσωματωθούν στην εθνική νομοθεσία των κρατών μελών εφόσον δεν περιλαμβάνονται ήδη. Έτσι, σε όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση τυποποιείται και ποινικοποιείται ο ακρωτηριασμός των γυναικείων γεννητικών οργάνων (άρθρο 3), ο καταναγκαστικός γάμος (άρθρο 4), η μη συναινετική κοινοποίηση υλικού προσωπικής φύσης ή παραποιημένου υλικού (άρθρο 5), η παρενοχλητική κυβερνοπαρακολούθηση (άρθρο 6), η κυβερνοπαρενόχληση (άρθρο 7), η κυβερνοϋποκίνηση βίας ή μίσους κατά ομάδας προσώπων ή μέλους τέτοιας ομάδας προσδιοριζόμενης βάσει του φύλου (άρθρο 8), η ηθική αυτουργία, η συνέργεια και απόπειρα σε κυβερνοϋποκίνηση βίας ή μίσους (άρθρο 9).

Η διάπραξη των εγκλημάτων αυτών τιμωρείται με ποινές φυλάκισης από ένα έως πέντε χρόνια, ενώ προβλέπονται ως επιβαρυντικές περιστάσεις που επισύρουν αυστηρότερες ποινές η διάπραξη του εγκλήματος εις βάρος ή παρουσία παιδιού, κατά ευάλωτου προσώπου, κατά πρώην ή νυν συζύγου ή συντρόφου ή δημόσιου εκπροσώπου, δημοσιογράφου ή υπερασπιστή των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, από δράστη που είναι πρώην ή νυν σύζυγος ή σύντροφος, ή όταν πρόθεση του δράστη ήταν να τιμωρηθεί το θύμα για τον γενετήσιο προσανατολισμό, το φύλο, το χρώμα, τη θρησκεία, την κοινωνική προέλευση ή τις πολιτικές πεποιθήσεις του (άρθρο 11).

Η ποινικοποίηση του ακρωτηριασμού των γυναικείων γεννητικών οργάνων, του καταναγκαστικού γάμου, της παρενοχλητικής παρακολούθησης, είχε προηγηθεί στη Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης και έχει μεταφερθεί και στην ελληνική ποινική νομοθεσία.

Η Σύμβαση, πέραν των ανωτέρω, προβλέπει ως αδικήματα την αναγκαστική άμβλωση και στείρωση (39), τη σωματική (35) και ψυχολογική βία (33), τη σεξουαλική παρενόχληση (άρθρο 40) και τη σεξουαλική βία περιλαμβανομένου του βιασμού (άρθρο 36).

Τα εγκλήματα κυβερνοβίας κατά των γυναικών δεν καλύπτονται ειδικά από τη Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης και τυποποιούνται με την Οδηγία. Όπως διαπιστώνεται στην αιτιολογική έκθεση της πρότασης της Οδηγίας[27], η κυβερνοβία είναι εξίσου διαδεδομένη: το 2020 εκτιμήθηκε ότι μία στις δύο νέες γυναίκες είχε υποστεί έμφυλη κυβερνοβία[28]. Οι γυναίκες εν γένει βιώνουν συχνότερα κυβερνοβία λόγω του βιολογικού ή του κοινωνικού φύλου τους, ιδίως δε σεξουαλικές μορφές κυβερνοβίας. Οι γυναίκες στοχοποιούνται συστηματικά στο διαδίκτυο από βίαιες ακροδεξιές εξτρεμιστικές ομάδες και τρομοκρατικές ομάδες που προτίθενται να διαδώσουν μίσος εναντίον τους. Το λεγόμενο κίνημα των incel (ανδρών που ακούσια δεν έχουν ερωτικές σχέσεις με γυναίκες), για παράδειγμα, υποκινεί τη βία κατά των γυναικών στο διαδίκτυο και προωθεί την εν λόγω βία ως ηρωική πράξη.

Ως μέτρο προστασίας των θυμάτων κυβερνοβίας προβλέπεται η άμεση αφαίρεση υλικού κυβερνοβίας/κυβερνοενόχλησης και η απενεργοποίηση πρόσβασης του δράστη με έκδοση άμεσων εντολών προς τους παρόχους υπηρεσιών φιλοξενίας ενώ δίνεται η δυνατότητα στους τελευταίους να τις προσβάλουν δικαστικά στα δικαστήρια του κράτους μέλους της αρμόδιας αρχής που εξέδωσε την εντολή (άρθρο 23).

Για την ποινικοποίηση των ως άνω συμπεριφορών χρησιμοποιήθηκαν ως νομικό θεμέλιο οι υφιστάμενες νομικές βάσεις όπως ορίζονται στα άρθρα 82 παρ. 2 και 83 παρ. 1 της Συνθήκης Λειτουργίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ), για να διευκολυνθεί η αμοιβαία αναγνώριση των δικαστικών αποφάσεων και διαταγών, καθώς και η αστυνομική και δικαστική συνεργασία σε ποινικές υποθέσεις που έχουν διασυνοριακές διαστάσεις.

Το «αγκάθι» του βιασμού

Αναφορικά με τα σεξουαλικά εγκλήματα, το «μεγάλο αγκάθι» της Οδηγίας είναι ότι δεν περιλαμβάνει ορισμό για τον βιασμό, μία από τις βασικές μορφές έμφυλης βίας, όταν η μία στις δέκα Ευρωπαίες άνω των 15 ετών έχει βιώσει κάποιας μορφής σεξουαλική βία και μία στις είκοσι έχει βιαστεί, σύμφωνα με τον Οργανισμό Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ[29]. Στην πρόταση που ενέκρινε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στις 8 Μαρτίου του 2022 ακολουθώντας τα πρότυπα της Σύμβασης της Κωνσταντινούπολης με κριτήριο τη συναίνεση, προτεινόταν η ποινικοποίηση του βιασμού λόγω έλλειψης συναίνεσης[30] (άρθρο 5).

Στα δύο χρόνια που διήρκεσε η επεξεργασία της πρότασης από την κατάθεση (08-03-2022) έως την ψήφισή της, ο ορισμός του βιασμού αποτέλεσε το μεγάλο αγκάθι, καθώς υπήρξε έντονη διχογνωμία μεταξύ διαφόρων πολιτικών ομάδων και χωρών της ΕΕ. Ορισμένα κράτη μέλη διαφώνησαν, μεταξύ αυτών η Ουγγαρία για ιδεολογικούς λόγους, η Γαλλία και η Γερμανία για νομικούς (με το επιχείρημα ότι το ποινικό δίκαιο εμπίπτει στην αποκλειστική αρμοδιότητα των κρατών μελών και όχι της ΕΕ), αν και οι δύο τελευταίες έχουν επικυρώσει τη Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης, που τις δεσμεύει και ορίζει τον βιασμό με βάση την έλλειψη συναίνεσης.

Χωρίς να καταστεί εφικτή μια συμφωνία ο ορισμός απαλείφθηκε –προς απογοήτευση των εισηγητριών της Οδηγίας και παρά τις διαμαρτυρίες γυναικείων οργανώσεων και οργανώσεων υπεράσπισης ανθρωπίνων δικαιωμάτων– ενώ η ποινική μεταχείρισή του παρέμεινε στην αποκλειστική αρμοδιότητα και διακριτική ευχέρεια των κρατών μελών.

Στο τελικό κείμενο της Οδηγίας η αναφορά στον βιασμό περιορίζεται στις διατάξεις της πρόληψης, προστασίας και καλύτερης πρόσβασης στο σύστημα δικαιοσύνης για τις επιζώσες. Ειδικότερα η Οδηγία προβλέπει: Ειδικά μέτρα για την πρόληψη του βιασμού και την προώθηση του κεντρικού ρόλου της συναίνεσης στις σεξουαλικές σχέσεις. Εκστρατείες και προγράμματα ευαισθητοποίησης για τον βιασμό (άρθρο 35). Ειδική υποστήριξη (ιατρικοφαρμακευτική, ψυχολογική) για θύματα σεξουαλικής βίας (άρθρο 26).

Ελλιπής συμμόρφωση στις προβλέψεις της Σύμβασης της Κωνσταντινούπολης

Η απόφαση για την εξαίρεση από την Οδηγία του βιασμού στη βάση της απουσίας συναίνεσης έχει μεγάλη νομική αλλά και πολιτική σημασία τη στιγμή που η ΕΕ προσχώρησε στη Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης ενώ εγείρει ερωτήματα εάν η εξαίρεση αυτή συνιστά συμμόρφωση της Οδηγίας με τα πρότυπα που θέτει η Σύμβαση.

Από την άλλη η μη πλήρης συμμόρφωση του Έλληνα νομοθέτη στις προβλέψεις της Σύμβασης για τα αδικήματα σεξουαλικής βίας έχει διαπιστωθεί από την GREVIO.

Ειδικότερα: Στην ελληνική νομοθεσία τα σεξουαλικά αδικήματα ποινικοποιούνται μέσω διαφορετικών διατάξεων Ποινικού Κώδικα. Το άρθρο 336 (όπως ισχύει μετά τις τελευταίες τροποποιήσεις με τον ν. 4855/2021 άρθρο 71) παρέχει διπλό ορισμό του βιασμού και αναφέρεται σε γενετήσιες πράξεις. Ως τέτοιες ορίζονται η συνουσία και οι ίσης βαρύτητας με αυτήν πράξεις. Δηλαδή αναφέρεται στις πράξεις που προϋποθέτουν διείσδυση και δεν εντάσσεται στο προστατευτικό πεδίο οποιαδήποτε σεξουαλική πράξη ή συμπεριφορά. Ένας ορισμός περιγράφει ένα σοβαρό έγκλημα, το οποίο μπορεί να τιμωρηθεί με φυλάκιση τουλάχιστον 10 ετών και το οποίο απαιτεί χρήση σωματικής βίας ή απειλή σοβαρού και άμεσου κινδύνου για τη ζωή ή τη σωματική ακεραιότητα (δεν αναφέρει την ψυχολογική βία ή απειλή). Ο δεύτερος αποτελεί μια «ηπιότερη» μορφή που καλύπτει τις γενετήσιες πράξεις χωρίς τη συναίνεση του θύματος και μπορεί να οδηγήσει σε ποινή φυλάκισης έως και 10 ετών. Το άρθρο 338 καλύπτει τη σεξουαλική βία που διαπράττεται εναντίον ατόμου ανίκανου να αντισταθεί. Τέλος, το άρθρο 343 ποινικοποιεί τις σεξουαλικές πράξεις που γίνονται με κατάχρηση θέσης ανωτερότητας.

Η GREVIO χαιρετίζει μεν τον ορισμό του βιασμού που βασίζεται στην έννοια της ελεύθερα χορηγούμενης συναίνεσης[31]. Ωστόσο, ανησυχεί για τις συνεχιζόμενες προκλήσεις στο εφαρμοστέο ποινικό δίκαιο, οι οποίες δεν οδηγούν σε συνεπή προσέγγιση στη δίωξη υποθέσεων βιασμού. Σημειώνει τον πολύ χαμηλό αριθμό καταδικών για βιασμό – τα μόνα διαθέσιμα στοιχεία για τη σεξουαλική βία δείχνουν ότι υπήρχαν μόλις οκτώ καταδίκες για βιασμό το 2020[32]. Υπενθυμίζει ότι η κύρωση πρέπει να καθορίζεται από το γεγονός και μόνο ότι η πράξη πραγματοποιείται χωρίς τη συγκατάθεση του θύματος, είτε διαπράττεται από κάποιον που ασκεί βία είτε από κάποιον που κάνει κατάχρηση εξουσίας[33].

Περαιτέρω υποδεικνύει στις ελληνικές αρχές να λάβουν όλα τα απαραίτητα μέτρα, συμπεριλαμβανομένων των νομοθετικών, για να άρουν τα εμπόδια που έχουν απομείνει (χρήση βίας ή απειλών) και περιορίζουν την αποτελεσματικότητα του ορισμού του βιασμού που βασίζεται στην έννοια της ελεύθερα δοθείσας συναίνεσης[34]. Συστήνει επίσης να διασφαλίζονται οι κατάλληλες κυρώσεις για όλες τις σεξουαλικές πράξεις που διαπράττονται χωρίς τη συναίνεση του θύματος, ανεξάρτητα από τα προσωπικά χαρακτηριστικά του[35].

Αντί επιλόγου

Αναμένεται να φανεί στην πράξη εάν η Οδηγία, που αποτελεί τη συνέχεια της Σύμβασης της Κωνσταντινούπολης, όπως και οι νομοθεσίες που θα ενσωματώσουν τα κράτη μέλη –μεταξύ αυτών και η Ελλάδα– θα βελτιώσουν την κατάσταση για την αντιμετώπιση της έμφυλης βίας.

Ο αγώνας για την ισότητα και την εξάλειψη των διακρίσεων δεν είναι αγώνας μόνο των γυναικών. Είναι αγώνας που πρέπει να δοθεί πρώτα από την ίδια την κοινωνία, η οποία θα θωρακίσει τους θεσμούς της, θα προσφέρει πλήρη υποστήριξη στα θύματα και θα εκπαιδεύσει κατάλληλα τα μέλη της ώστε να αποδομήσουν τη βία ως κοινωνικό μηχανισμό με τον οποίο οι γυναίκες αναγκάζονται να βρίσκονται σε υποδεέστερη θέση σε σχέση με τους άνδρες.

 

[1] (https://fra.europa.eu/sites/default/files/fra-2014-vaw-survey-at-a-glance-oct14_el.pdf (2014). Οργανισμός Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (FRA), Βία κατά των γυναικών: πανευρωπαϊκή έρευνα. Έκθεση με τα κύρια αποτελέσματα, 2014· Η έρευνα του FRA για τη βία κατά των γυναικών βασίζεται σε προσωπικές συνεντεύξεις με 42.000 γυναίκες σε ολόκληρη την ΕΕ. Αποτελεί την πιο ολοκληρωμένη έρευνα παγκοσμίως για τις εμπειρίες των γυναικών σχετικά με τη βία.

[2] https://www.ekke.gr/research/outcomes/deliverables-files/42 ΕΚΚΕ Έμφυλη βία κατά των γυναικών και άλλες μορφές διαπροσωπικής βίας στην Ελλάδα (GBV-EL).

[3] (https://www.ohchr.org/en/instruments-mechanisms/instruments/convention-elimination-all-forms-discrimination-against-women) Σύμβαση για την εξάλειψη όλων των μορφών διακρίσεων κατά των γυναικών (1979).

[4] https://www.refworld.org/legal/resolution/unga/1993/en/10685 Διακήρυξη των Ηνωμένων Εθνών για την εξάλειψη της βίας κατά των γυναικών (1993).

[5] https://rm.coe.int/1680462536 Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης.

[6] Η προσχώρηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν απαλλάσσει τα κράτη μέλη από την υποχρέωση κύρωσής της. Από την ΕΕ δεν έχουν κυρώσει τη Σύμβαση η Βουλγαρία, η Τσεχία, η Ουγγαρία, η Λετονία, η Λιθουανία και η Σλοβακία.

[7] Έκθεση αξιολόγησης της Ελλάδας για τα νομοθετικά και άλλα μέτρα που θέτουν σε εφαρμογή τις διατάξεις της Σύμβασης της Κωνσταντινούπολης. Ολόκληρη η Έκθεση, η οποία δημοσιεύθηκε στις 14 Νοεμβρίου 2023 και είναι διαθέσιμη στην αγγλική γλώσσα στον επίσημο ιστότοπο της Σύμβασης της Κωνσταντινούπολης: https://www.coe.int/en/web/istanbul-convention/-/grevio-publishes-its-baseline-evaluation-report-on-greece.

[9] Ό.π. σημ. 7, σελ. 6.

[10] Ό.π. σημ. 7, παράγραφος 218.

[11] Ό.π. σημ. 7, παράγραφος 261.

[12] Ό.π. σημ. 7, παράγραφος 28.

[13] Ό.π. σημ. 7, παράγραφος 140.

[14] Σύμφωνα με το άρθρο 23 της Σύμβασης της Κωνσταντινούπολης, τα κράτη μέλη υποχρεούνται να λάβουν τα απαραίτητα νομοθετικά ή άλλα μέτρα για να φροντίσουν για τη δημιουργία κατάλληλων, εύκολα προσβάσιμων καταφυγίων σε επαρκή αριθμό για την παροχή ασφαλούς στέγασης και την ενεργή προσέγγιση των θυμάτων, ειδικά για τις γυναίκες και τα παιδιά τους.

[15] Ό.π. σημ. 7, παράγραφος 158.

[16] Ό.π. σημ. 7, παράγραφος 277.

[17] Ό.π. σημ. 7, παράγραφος 158.

[18] Ό.π. σημ. 7, παράγραφος 92.

[19] Ό.π. σημ. 7, παράγραφος 200.

[20] Ό.π. σημ. 7, παράγραφος 200.

 [21] Ό.π. σημ. 7, παράγραφος 200.

[22] Ό.π. σημ. 7, παράγραφος 200.

[23] Ό.π. σημ. 7, παράγραφος 278.

[24] https://hudoc.echr.coe.int/eng#{%22itemid%22:[%22001-230857%22]} ΕΔΔΑ, Υπόθεση Χ κατά Ελλάδας.

[25] Η βία κατά των γυναικών και η ενδοοικογενειακή βία μπορούν να θίξουν πολλά από τα θεμελιώδη δικαιώματα που κατοχυρώνονται στον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Τα εν λόγω δικαιώματα περιλαμβάνουν το δικαίωμα στην ανθρώπινη αξιοπρέπεια (άρθρο 1), το δικαίωμα στη ζωή (άρθρο 2), την απαγόρευση των βασανιστηρίων και της απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης (άρθρο 4), την απαγόρευση των διακρίσεων, μεταξύ άλλων λόγω φύλου (άρθρο 21), και το δικαίωμα πρόσβασης στη δικαιοσύνη (άρθρο 47).

[27] https://eur-lex.europa.eu/legal-content/EL/TXT/?uri=CELEX%3A52022PC0105 Πρόταση - Αιτιολογική Έκθεση της Οδηγίας.

[28] Υπηρεσία Έρευνας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (EPRS), Combating gender-based violence: Cyberviolence, European added value assessment, 2021 (Καταπολέμηση της έμφυλης βίας: κυβερνοβία, αξιολόγηση της ευρωπαϊκής προστιθέμενης αξίας, 2021).

https://eur-lex.europa.eu/legal-content/EL/TXT/?uri=CELEX%3A52022PC0105 (Κεφάλαιο 2, Άρθρο 5). Πρόταση - Αιτιολογική έκθεση της Οδηγίας.

[31] Ό.π. σημ. 7, παράγραφος 214.

[32] Ό.π. σημ. 7, παράγραφος 214.

[33] Ό.π. σημ. 7, παράγραφος 216.

[34] Ό.π. σημ. 7, παράγραφος 218.

[35] Ό.π. σημ. 7, παράγραφος 218.