Κοινότητα

Ο όρος «κοινότητα» χρησιμοποιείται για να περιγράψει ένα σύνολο διαφορετικών και συχνά αντικρουόμενων δρώντων, οι οποίοι συμμετέχουν στην οργάνωση της φροντίδας.

Κοινότητα

Αυτοί μπορεί να είναι άτυποι και «από τα κάτω», όπως για παράδειγμα ένα δίκτυο διευρυμένων οικογενειών που φροντίζουν κάποιο άρρωστο μέλος τους, ομάδες γειτονιάς που στηρίζουν άπορα νοικοκυριά, ή κινηματικές πρωτοβουλίες που στέκονται αλληλέγγυες σε κακοποιημένες γυναίκες· ωστόσο, σε αυτή την κατηγορία εμπίπτουν και επαγγελματοποιημένοι δρώντες, όπως αστικές μη κερδοσκοπικές εταιρείες (ΑΜΚΕ), διεθνείς ή τοπικές μη κυβερνητικές οργανώσεις (ΜΚΟ) που εργάζονται για την υποστήριξη ατόμων με αναπηρία ή αναλαμβάνουν κεντρικό ρόλο στη «διαχείριση» του προσφυγικού ζητήματος, αλλά και επιχειρήσεις της κοινωνικής οικονομίας, όπως για παράδειγμα οι κοινωνικοί συνεταιρισμοί για την εργασιακή ένταξη ατόμων με ψυχοκοινωνικά προβλήματα (ΚΟΙΣΠΕ)· σε όλα αυτά έρχεται να προστεθεί η Εκκλησία και οι εκκλησιαστικές οργανώσεις, που παραδοσιακά αναλαμβάνουν σημαντικούς ρόλους υποστήριξης (ορισμένων) ευάλωτων πληθυσμών.

Η «κοινότητα» περιλαμβάνει ριζοσπαστικές, άτυπες πρωτοβουλίες που αντιστέκονται στην ιδιωτικοποίηση της φροντίδας και σε λογικές αποκλεισμού, μέχρι και επαγγελματικές οργανώσεις που ανταγωνίζονται στην αγορά για την απορρόφηση κρατικών και ευρωπαϊκών κονδυλίων. Όσο ευρέως και να ορίσουμε την κοινότητα, ωστόσο, είναι γεγονός ότι κι αυτή με τη σειρά της έρχεται να καλύψει το έλλειμα φροντίδας από την πλευρά του κράτους – και αυτό συμβαίνει, όπως και με την οικογένεια, με μεγάλο κόστος και πίεση. Ειδικά την τελευταία δεκαετία των κρίσεων, η επικράτηση των νεοφιλελεύθερων πολιτικών μοιάζει να μεταφέρει την ευθύνη για την οργάνωση της φροντίδας στη λεγόμενη «κοινωνία των πολιτών».

Την ίδια στιγμή, καμία κοινωνική πολιτική από μόνη της, χωρίς την τοπική κοινότητα, δεν μπορεί να απο-ιδρυματοποίησει, να εντάξει, να φροντίσει όσους και όσες το έχουν ανάγκη. Κι αυτό γιατί σε περιόδους κρίσεων, που το κράτος απουσιάζει και η εξαθλίωση απειλεί ολοένα και μεγαλύτερα κομμάτια του πληθυσμού, οι ίδιες οι κοινότητες αναπτύσσουν πρακτικές ριζοσπαστικής αλληλεγγύης και αλληλοβοήθειας που ενδυναμώνουν τους ευάλωτους. Ένας τέτοιος χώρος ριζοσπαστικής κοινοτικής φροντίδας δημιουργήθηκε και στην Ελλάδα την προηγούμενη δεκαετία με την ανάδυση ενός τεράστιου δικτύου αλληλεγγύης – κοινωνικά ιατρεία, συλλογικές κουζίνες, αγορές χωρίς μεσάζοντες, χαριστικά παζάρια και κολεκτίβες εργασίας κατάφεραν να δείξουν στην πράξη ότι η φροντίδα (μπορεί να) είναι μια πράξη αντίστασης στην ανισότητα.