Στην Ελλάδα, οι Αφγανές βουλευτίνες προσπαθούν να ιδρύσουν ένα εξόριστο κοινοβούλιο Αφγανών γυναικών. Μόλις το άκουσα, ήταν ξεκάθαρο ότι έπρεπε να τις συναντήσω.
Το Αφγανικό κοινοβούλιο, με σχεδόν 30% από τα μέλη του να είναι γυναίκες, υπήρξε πρωτοπόρο στην περιοχή για χρόνια, χάρη σε μια σταθερή ποσόστωση (το ποσοστό των γυναικών βουλευτών διατηρούσε προβάδισμα σε σχέση ακόμα και με μερικές χώρες της ΕΕ, όπως η Βουλγαρία, η Τσεχία ή η Κροατία). Όταν στη χώρα πήραν τον έλεγχο οι Ταλιμπάν, οι περισσότερες βουλευτίνες αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους. Η πλειοψηφία εξ αυτών ζει επί του παρόντος στην Ελλάδα. Θέλησα, επομένως, να μάθω πώς βλέπουν το μέλλον του Αφγανιστάν υπό το πρίσμα του ολοένα συρρικνούμενου περιθωρίου ελιγμών για γυναίκες και κορίτσια και της εξαθλιωμένης οικονομικής κατάστασης της χώρας.
Το ταξίδι μου αποτέλεσε επίσης ευκαιρία να επανέλθω στο θέμα των εξαγωγών όπλων. Η προηγούμενη κυβέρνηση της Γερμανίας προμήθευσε υποβρύχια στην Τουρκία, παρόλο που το Συμβούλιο της ΕΕ είχε επιβάλει κυρώσεις σε Τούρκους αξιωματούχους λόγω της κλιμάκωσης των εντάσεων στη Μεσόγειο. Τα υποβρύχια αυτά θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν κατά της Ελλάδας, ενός κράτους μέλους της ΕΕ. Στην Ελλάδα το ζήτημα βρίσκεται ευλόγως ψηλά στην ατζέντα της εξωτερικής πολιτικής, καθώς η Αθήνα βλέπει τη συμπεριφορά της Τουρκίας στη Μεσόγειο ως απειλή.
Περιέργεια για την κυβέρνηση συνασπισμού του σοσιαλδημοκρατικού κόμματος με τους Ελεύθερους Δημοκράτες και τους Πράσινους
Την πρώτη μέρα της διαμονής μου, η οποία υποστηρίχθηκε ενεργά από το γραφείο Θεσσαλονίκης του Ιδρύματος Χάινριχ Μπελ, προσκλήθηκα στο ελληνικό κοινοβούλιο. Το πρόγραμμα περιλάμβανε συνάντηση με τη βουλευτή Ντόρα Μπακογιάννη, την πρώτη γυναίκα υπουργό εξωτερικών της Ελλάδας και την πρώτη γυναίκα δήμαρχο των Αθηνών. Συζήτησα μαζί της τον αντίκτυπο της σύρραξης στο Αφγανιστάν στη μετανάστευση και τον αριθμό των προσφύγων στην Ελλάδα, το ελληνικό ενδιαφέρον για μια κοινή ευρωπαϊκή θέση σχετικά με τις εξαγωγές όπλων και την αλλαγή της κυβέρνησης μετά από τις εκλογές στη Γερμανία. Ανταλλάξαμε, επίσης, απόψεις για το ζήτημα του σεξισμού προς τις γυναίκες πολιτικούς. Η δυσφήμιση και οι μισογυνιστικές προκαταλήψεις υπερβαίνουν τα επιμέρους κόμματα ή τα εθνικά σύνορα.
Η νέα κυβέρνηση συνεργασίας στη Γερμανία αποτέλεσε το θέμα πολλών από τις συζητήσεις μου. Μετά από 16 χρόνια διακυβέρνησης της Άγκελα Μέρκελ, πολλοί στρέφουν το βλέμμα τους στη Γερμανία με περιέργεια για το τι θα φέρει η νέα κυβέρνηση. Πολλά είναι αυτά που προσδοκώνται από εμάς όσον αφορά την άμυνα της Ευρώπης και τα ανθρώπινα δικαιώματα, αλλά επίσης σε σχέση με την κλιματική διπλωματία και τη φεμινιστική εξωτερική πολιτική.
Μετά τη συνάντηση, πήγα στις κεντρικές εγκαταστάσεις του ελληνικού τηλεοπτικού σταθμού ΣΚΑΪ για να παραχωρήσω συνέντευξη ακριβώς επ’ αυτού του ζητήματος: τι μπορούν να περιμένουν τα κράτη μέλη και η ΕΕ από τη νέα γερμανική κυβέρνηση και την πρώτη γυναίκα υπουργό εξωτερικών της Γερμανίας; Τι θέση θα πάρει η Γερμανία για τις εξαγωγές όπλων στην Τουρκία; Και τι μπορεί κανείς να αναμένει από τη Γαλλική Προεδρία στο Συμβούλιο της ΕΕ; Μετά τις πρόσφατες αμέτρητες εξ αποστάσεως συνεντεύξεις (λόγω του Covid-19), ήταν μια ευχάριστη αλλαγή να μπορώ πράγματι να κάθομαι ξανά απέναντι από κάποιον δημοσιογράφο σε ένα τηλεοπτικό στούντιο.
Η επιστροφή των Ταλιμπάν: απόλυτη δυσπιστία, πόνος και αναζήτηση λύσεων
Το απόγευμα είχα ραντεβού με τον πρώην Ευρωβουλευτή των Πρασίνων Νίκο Χρυσόγελο, ο οποίος πλέον εμπλέκεται σε τοπικά κοινωνικοοικολογικά έργα. Το σημείο συνάντησής μας ήταν πολύ ιδιαίτερο. Συναντηθήκαμε στο Welcommon Hostel. Το μέρος αυτό είχε σχεδιαστεί ως από κοινού κατάλυμα για τουρίστες και αιτούντες άσυλο, αλλά μετά τη μεγάλη πτώση του τουρισμού στην Ελλάδα το hostel είχε πολλά κενά δωμάτια. Καθώς πολλοί χρηματοδοτούμενοι από το κράτος ξενώνες είχαν κλείσει συγχρόνως, από τα δωμάτια επωφελούνται πλέον πρόσφυγες που χρήζουν προστασίας. Κατά τη διάρκεια της συνάντησης, ο Νίκος Χρυσόγελος με σύστησε σε αρκετούς Αφγανούς πρώην δικαστές και εισαγγελείς που απομακρύνθηκαν από τη χώρα με τη βοήθεια του Διεθνούς Δικηγορικού Συλλόγου και τώρα μένουν στο Welcommon Hostel, μεταξύ άλλων μερών. Κατά τη συζήτησή μας, γρήγορα κατέστη σαφές πόσο εξουθενωτικό πρέπει να είναι για αυτούς να αναμένουν την έγκριση των αιτήσεων επανεγκατάστασης και τη συνέχεια του ταξιδιού προς μέλη της οικογένειάς τους σε άλλα κράτη μέλη της ΕΕ, με τα οποία επιθυμούν να επανενωθούν. Χρειαζόμαστε επειγόντως πιο ευέλικτες και πρακτικές λύσεις εδώ, καθώς είναι ξεκάθαρο ότι αυτοί οι άνθρωποι δεν θα μπορέσουν να επιστρέψουν σύντομα στο Αφγανιστάν. Και φυσικά δεν πρέπει να ξεχνάμε τα αμέτρητα πρόσωπα που παραμένουν στη χώρα λόγω έλλειψης επαφών και πόρων.
Την επόμενη μέρα συνάντησα τελικά τις Αφγανές βουλευτίνες στις αίθουσες του Δικτύου Μέλισσα. Η οργάνωση αυτή έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην απομάκρυνση των γυναικών και παρέχει σε αυτές μια πλατφόρμα ανταλλαγής απόψεων και δικτύωσης. Καθώς οι βουλευτίνες δεν στεγάζονται όλες στο ίδιο μέρος από τη στιγμή της άφιξής τους στην Ελλάδα, η συνάντηση τους πρόσφερε μια ευκαιρία καλωσορίσματος για να ανταλλάξουν ιδέες και να συζητήσουν μελλοντικές στρατηγικές.
Στην Ελλάδα βρίσκονται περίπου 25 από τις 69 γυναίκες πρώην βουλευτίνες. Οι υπόλοιπες έχουν μεταβεί στην Τουρκία, τις ΗΠΑ, τον Καναδά ή άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Σύμφωνα με έρευνα του BBC, εννιά βουλευτίνες βρίσκονται ακόμη στο Αφγανιστάν.
Μία από τις πρώτες που πήρε τον λόγο ήταν η Amina Afzali, πρώην Υπουργός Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων. Παρακολούθησε την επιστροφή των Ταλιμπάν με απόλυτη δυσπιστία, η οποία γρήγορα μετατράπηκε σε οδύνη, όταν είδε την καταστροφή πολλών από αυτά που είχαν επιτευχθεί έως τότε. Σε τελική ανάλυση, οι Αφγανές γυναίκες αγωνίζονται για την ελευθερία και τα δικαιώματά τους για τα τελευταία 100 χρόνια, μια περίοδο που ασφαλώς συμπεριέλαβε και πολλά πισωγυρίσματα. Πολλά από όσα είχαν κατορθώσει τα τελευταία 20 χρόνια τα βλέπουν τώρα να καταστρέφονται με συγκλονιστικό ρυθμό, και παρόλο που είναι εξόριστες, οι συζητήσεις τους περιστρέφονται σχεδόν αποκλειστικά γύρω από πιθανούς τρόπους συνέχισης της βελτίωσης της κατάστασης επιτόπου.
Τα αποθεματικά της κεντρικής τράπεζας του Αφγανιστάν και μια ανθρωπιστική κρίση
Η ερώτηση για τον τρόπο μεταχείρισης των περιουσιακών στοιχείων της Αφγανικής Κεντρικής Τράπεζας που έχουν παγώσει πυροδότησε τις πρώτες ζωηρές συνομιλίες και ο διερμηνέας μου με δυσκολία προλάβαινε να μεταφράσει.
Τα εν λόγω στοιχεία περιλαμβάνουν αποθεματικά ύψους τουλάχιστον 9,5 δισεκατομμυρίων δολαρίων ΗΠΑ, ποσό που σύμφωνα με μερικές βουλευτίνες θα μπορούσε να μετριάσει την επισιτιστική ανασφάλεια και τη βαθιά ριζωμένη φτώχεια στη χώρα. Άλλες ήταν πεπεισμένες ότι τα χρήματα στα χέρια των Ταλιμπάν δεν θα είχαν χρησιμοποιηθεί προς όφελος του πληθυσμού. Ακόμα κι αν απελευθερώνονταν τα κονδύλια, θα κάλυπταν το κόστος εισαγωγών της χώρας μόνο για περίπου 15 μήνες, σύμφωνα με υπολογισμούς της Παγκόσμιας Τράπεζας. Τα δομικά προβλήματα, όπως η ξηρασία, η εξάρτηση από τη διεθνή βοήθεια και η υψηλή ανεργία, δεν μπορούν να λυθούν ακόμα και με την απελευθέρωση των αποθεματικών.
Το ζήτημα των αποθεματικών της κεντρικής τράπεζας συνδέεται στενά με την αναγνώριση του καθεστώτος των Ταλιμπάν. Προς το παρόν, κανένα κράτος δεν αναγνώρισε τους Ταλιμπάν. Και σύμφωνα με τις γυναίκες στην αίθουσα, αυτό θα έπρεπε να παραμείνει ως έχει.
Είναι σαφές ότι η χώρα αντιμετωπίζει μια ανθρωπιστική κρίση και ότι οι γυναίκες και τα παιδιά πλήττονται ιδιαιτέρως. Σύμφωνα με εκτιμήσεις της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους πρόσφυγες, σχεδόν 23 εκατομμύρια άνθρωποι, ήτοι το 55% του πληθυσμού, υποφέρουν από ακραίο λιμό. Υπάρχει, επομένως, επιτακτική ανάγκη να συνεχιστεί η ανθρωπιστική βοήθεια της ΕΕ προς τη χώρα. Νωρίτερα φέτος, ο ΟΗΕ απηύθυνε έκκληση συγκέντρωσης δωρεών ύψους άνω των 5 δισεκατομμυρίων δολαρίων ΗΠΑ για το Αφγανιστάν με την ελπίδα να αποκατασταθούν οι βασικές υπηρεσίες της χώρας που καταρρέουν. Πρόκειται για το μεγαλύτερο ποσό που έχει ζητηθεί ποτέ ως ανθρωπιστική βοήθεια για μία μόνο χώρα.
Η αντιμετώπιση της ανθρωπιστικής κρίσης δεν συνεπάγεται αναγνώριση της νομιμότητας των Ταλιμπάν, που συνιστούν μεγάλο μέρος του προβλήματος. Η βοήθεια πρέπει να φτάσει στους ανθρώπους της χώρας, ανεξάρτητα από το φύλο, την καταγωγή ή τις θρησκευτικές τους πεποιθήσεις.
Ελπίδα για την επόμενη γενιά;
Αναλογιζόμενες τις συνθήκες εξαθλίωσης στο Αφγανιστάν και τον πόθο να μοχθήσουν για το καλό της χώρας τους, οι βουλευτίνες με δυσκολία αντέχουν το γεγονός ότι αδυνατούν να ασκήσουν το καθήκον τους. Μια βουλευτίνα που δεν επιθυμούσε να κατονομαστεί ανέφερε πόσο δύσκολο της φαίνεται να μην κάνει τίποτα όταν έρχονται στα χέρια της αναφορές για σεξουαλική εκμετάλλευση και εμπορία ανθρώπων, γεγονός που είναι δύσκολο να αλλάξει από την εξορία. Ακριβώς για αυτόν το λόγο, η Shagufa Noorzai, που εξελέγη στην επαρχία Helmand, παρακάλεσε να συνεχιστεί η υπεράσπιση των ζητημάτων που προβληματίζουν τις γυναίκες.
Το εξόριστο κοινοβούλιο δεν έχει ακόμα επίσημο πρόεδρο. Οι βουλευτίνες βρίσκονται προς το παρόν σε διαδικασία αναπροσαρμογής, η οποία θα οδηγήσει στην εγκαθίδρυση του εξόριστου κοινοβουλίου. Ως μέλος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, είμαι ασφαλώς έτοιμη να στηρίξω τις γυναίκες σε αυτό το σημαντικό έργο. Το ίδιο ισχύει και για πολλούς από τους συναδέλφους μου.
Ένα πράγμα είναι ξεκάθαρο. Ως Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να καταβάλουμε τη μέγιστη δυνατή προσπάθεια για να βοηθήσουμε τους ανθρώπους του Αφγανιστάν. Αυτό περιλαμβάνει την επιτάχυνση των διαδικασιών εγκατάλειψης της χώρας, ιδιαιτέρως για όσους βρίσκονται σε κίνδυνο (π.χ. μειώνοντας τα γραφειοκρατικά εμπόδια στις αιτήσεις βίζας), και την επέκταση της ανθρωπιστικής βοήθειας και στήριξης για την αφγανική κοινωνία των πολιτών. Ειδικά οι γυναίκες και τα κορίτσια χρειάζονται αυτή τη στήριξη περισσότερο από ποτέ. Το ίδιο ισχύει φυσικά και για τους τοπικούς εργαζόμενους που καθιστούν δυνατή την υλοποίηση έργων στο Αφγανιστάν με τη χρηματοδότηση της ΕΕ. Για αυτό το ζήτημα έχω ήδη υποβάλει ερώτημα για προφορική απάντηση στον Ύπατο Εκπρόσωπο της ΕΕ για θέματα εξωτερικής πολιτικής, Ζοζέπ Μπορέλ.
Το θέμα αφορά επίσης την επόμενη γενιά. Στο παρασκήνιο της συνάντησης μίλησα με τη 18χρονη εγγονή μιας εκ των βουλευτών. Λόγω της εισβολής των Ταλιμπάν δεν μπόρεσε να ολοκληρώσει τη φοίτησή της για να πάρει το απολυτήριο του λυκείου, καθώς οι Ταλιμπάν αρνήθηκαν σε κορίτσια την πρόσβαση στην εκπαίδευση. Ενόψει αυτής της έκτακτης κατάστασης, το σχολείο της έλαβε υπόψη τους βαθμούς των εξετάσεων που διεξάγονται εν μέσω τριμήνου ως βάση για τον υπολογισμό του μέσου όρου βαθμολογίας για τα πιστοποιητικά αποφοίτησης του κοριτσιού. Τώρα ελπίζει να μεταβεί με τη γιαγιά της στον Καναδά για να σπουδάσει ιατρική.
Οι αφοσιωμένοι πολίτες του Αφγανιστάν, όπως οι γυναίκες που γνώρισα, θα αποτελέσουν επίσης σημαντικό σύνδεσμο με τη χώρα μελλοντικά. Για αυτόν τον λόγο θα συνεχίσω να ανταλλάσσω ιδέες μαζί τους τα επόμενα χρόνια.
Το παρόν άρθρο βασίζεται στην πρωτότυπη έκθεση της συντάκτριας για το ταξίδι της στην Ελλάδα.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στα αγγλικά στο eu.boell.org στις 24 Ιανουαρίου 2022.