Η αγορά ενέργειας στην Ελλάδα απελευθερώθηκε πλήρως το 2012. Μέχρι τότε, η ΔΕΗ κατείχε το μονοπώλιο στην παραγωγή, μεταφορά, διανομή και πώληση ηλεκτρικής ενέργειας. Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΡΑΑΕΥ, μέχρι και τον Αύγουστο του 2021 στην ελληνική αγορά προμήθειας δραστηριοποιούνταν 20 προμηθευτές[1]. Η Οδηγία (ΕΕ) 2019/944, όπως ενσωματώθηκε στο ελληνικό δίκαιο με τον Ν. 4986/2022 για την ηλεκτρική ενέργεια, ορίζει ότι οι προμηθευτές υποχρεούνται να παρέχουν στους πελάτες τους πληροφορίες για το μείγμα καυσίμων που χρησιμοποιούν για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, όπως και για τον περιβαλλοντικό τους αντίκτυπο (π.χ., εκπομπές CO2 από την ηλεκτροπαραγωγή). Ειδικότερα, η νομοθεσία ορίζει ότι η συνεισφορά κάθε πηγής ενέργειας στην ηλεκτρική ενέργεια που αγοράζει ο καταναλωτής πρέπει να γνωστοποιείται στον λογαριασμό, ενώ θα πρέπει να ενσωματώνεται και σε διαδικτυακά εργαλεία σύγκρισης, ως μέσο προώθησης της συνειδητής αλλαγής συμπεριφοράς των καταναλωτών ενέργειας στο πλαίσιο της ενεργειακής μετάβασης. Στην πραγματικότητα, οι πρακτικές των περισσότερων προμηθευτών έρχονται σε αντίθεση με τις απαιτήσεις της Οδηγίας, καθώς οι πληροφορίες αυτές δεν παρέχονται τακτικά μέσω των λογαριασμών με τρόπο κατανοητό που να διευκολύνει τη σύγκριση, παρά μόνο εφόσον ζητηθούν, και η διάθεσή τους εναπόκειται στη διακριτική ευχέρεια του εκάστοτε προμηθευτή.
Όσον αφορά στη δυνατότητα προμήθειας καθαρής ενέργειας, η έρευνα κατέδειξε ότι οι καταναλωτές μπορούν να επιλέξουν να προμηθεύονται αποκλειστικά καθαρή ενέργεια, από ορισμένους προμηθευτές, αν και ενδέχεται να ισχύουν προσαυξήσεις ανάλογα με τον προμηθευτή ενέργειας. Σύμφωνα με σχετική έκθεση του Διαχειριστή ΑΠΕ και Εγγυήσεων Προέλευσης (ΔΑΠΕΕΠ), για το έτος 2021, οι παρακάτω 14 προμηθευτές (σε σύγκριση με 11 που ήταν το προηγούμενο έτος) προσέφεραν στους πελάτες τους «πράσινα τιμολόγια» ή πράσινα προϊόντα», εξασφαλίζοντας εγγυήσεις προέλευσης για την ποσότητα καθαρής ηλεκτρικής ενέργειας που τους παρείχαν.
-
Για έναν καθαρό λογαριασμό που ενδυναμώνει τους καταναλωτές, χρειάζεται:
Η ενσωμάτωση στους λογαριασμούς όλων των απαιτούμενων πληροφοριών σύμφωνα με την Οδηγία (ΕΕ) 2019/944 για την ηλεκτρική ενέργεια (πληροφορίες για το συνολικό ετήσιο ενεργειακό μείγμα και το περιβαλλοντικό αποτύπωμα της συνολικής ηλεκτροπαραγωγής των προμηθευτών, για τις πηγές που χρησιμοποιήθηκαν για την ενέργεια που κατανάλωσε ο πελάτης). Είναι αξιοσημείωτο ότι το Συμβούλιο των Ευρωπαϊκών Ρυθμιστικών Αρχών Ενέργειας (CEER) δημοσίευσε οδηγίες καλής πρακτικής για αξιόπιστες οικολογικές «πράσινες» προσφορές και την προστασία των καταναλωτών από παραπλανητικές και αθέμιτες εμπορικές πρακτικές ψευδοοικολογικής ταυτότητας (greenwashing). Οι εν λόγω οδηγίες εστιάζουν στον κρίσιμο ρόλο των εθνικών ρυθμιστικών αρχών ενέργειας για τη σύννομη ενημέρωση των καταναλωτών, την παρουσίαση χρηστικών διαδικτυακών εργαλείων σύγκρισης τιμών ως προς το μείγμα παραγωγής του κάθε προϊόντος, τους απλούς, καθαρούς και κατανοητούς λογαριασμούς ενέργειας και τον τρόπο ενημέρωσης για τις εγγυήσεις προέλευσης, όπως γεωγραφικές ή ενεργειακές επισημάνσεις καθώς και επισημάνσεις στήριξης της παραγωγής από ΑΠΕ.
Είναι προφανές πως η εποπτεία από τη ΡΑΑΕΥ ως προς τη συμμόρφωση των προμηθευτών και η διάθεση των αποτελεσμάτων στους πολίτες, με τρόπο σαφή και διαφανή, θα συμβάλει θετικά στην ουσιαστική ενημέρωση των τελευταίων. Προς αυτήν την κατεύθυνση, θα βοηθούσε και ο εμπλουτισμός του εργαλείου σύγκρισης τιμών της ΡΑΑΕΥ[2] με τα παραπάνω στοιχεία. Προχωρώντας ένα βήμα παραπέρα, στο εργαλείο θα μπορούσε να προστεθεί η δυνατότητα αναζήτησης και σύγκρισης «πράσινων τιμολογίων», ώστε οι καταναλωτές να μπορούν να λάβουν καλά ενημερωμένες αποφάσεις, στηρίζοντας παράλληλα την ανάπτυξη των ΑΠΕ.
Με δεδομένες τις συνθήκες έντονου ανταγωνισμού στην αγορά ενέργειας και ειδικότερα στην προμήθεια, φιλόδοξες εταιρικές στρατηγικές με στόχο την κλιματική ουδετερότητα και τη συμβολή στην προστασία του περιβάλλοντος μπορούν να αποτελέσουν στοιχείο διαφοροποίησης των προμηθευτών και προσέλκυσης πελατών, ιδιαίτερα των νέων. Όσο η διείσδυση των ΑΠΕ στο εθνικό μείγμα ηλεκτροπαραγωγής θα αυξάνεται, μόνη η εγγύηση ότι η ενέργεια που παρέχεται παράγεται από ΑΠΕ δεν θα είναι επαρκής, αλλά αυστηρότερα περιβαλλοντικά κριτήρια θα παίζουν ρόλο στις προτιμήσεις των πολιτών. Στη Σουηδία, όπου η εθνική ηλεκτροπαραγωγή προέρχεται κατά 61% από ΑΠΕ (2021)[3], ένας στους τρεις προμηθευτές διαφημίζει την εθελοντική πιστοποίηση «Καλή περιβαλλοντική επιλογή» (Good environmental choice) της Σουηδικής Εταιρείας Προστασίας της Φύσης (The Swedish Society for Nature Conservation). Οι προμηθευτές που λαμβάνουν την πιστοποίηση ελέγχονται κάθε χρόνο από ανεξάρτητο φορέα ως προς την εκπλήρωση μιας σειράς δεσμεύσεων όπως, για παράδειγμα, η εγκατάσταση φωτοβολταϊκών και αιολικών πάρκων εκτός προστατευόμενων φυσικών περιοχών, η ανακύκλωση των εγκαταστάσεων μετά τη λήξη της λειτουργίας τους, η διατήρηση βασικής ροής νερού σε μονάδες υδροηλεκτρικής ενέργειας ώστε να αποφεύγεται η αποξήρανση και να μειώνονται οι επιπτώσεις στη χλωρίδα και την πανίδα, κ.ά.[4].
[1] Ενεργοί προμηθευτές ηλεκτρικής ενέργειας, Αύγουστος 2021, Δικτυακός τόπος ΡΑΑΕΥ, 8.11.2022. Διαθέσιμο εδώ: https://cutt.ly/jN4Ny1p
[2] Εργαλείο Σύγκρισης Τιμών, ΡΑΑΕΥ. Διαθέσιμο εδώ: https://www.energycost.gr/
[3] Sweden.se. Διαθέσιμο εδώ: https://cutt.ly/NwsEVNjw
[4] The Swedish Society for Nature Conservation. Διαθέσιμο εδώ: https://www.bramiljoval.se/artiklar/energy/