Συμπεράσματα: Ούτε κλίμα ούτε θέσεις εργασίας

Κανένα από τα βασικά επιχειρήματα υπέρ της πυρηνικής ενέργειας δεν ευσταθεί, καθώς ούτε ουδέτερη ως προς τον άνθρακα είναι, ούτε αξιόπιστη, ούτε παράγει ενέργεια «κατά παραγγελία» για την τροφοδοσία των οικονομιών, ούτε «ποιοτικές θέσεις εργασίας» δημιουργεί... Το άρθρο αυτό είναι το καταληκτικό κεφάλαιο από το βιβλίο του δρος Neil Overy Ούτε κλίμα ούτε δουλειές: Πυρηνικοί μύθοι για τη Δίκαιη Μετάβαση, μια έκδοση του Γραφείου Κέιπ Τάουν του Ιδρύματος Χάινριχ Μπελ.

Χρόνος ανάγνωσης: 5 λεπτά
Επτά μύθοι για την πυρηνική ενέργεια 8
Teaser Image Caption
Φωτογραφία του Viktor Hesse από την ουκρανική πόλη-φάντασμα Πριπιάτ, η οποία εκκενώθηκε για πάντα μετά το πυρηνικό ατύχημα του Τσερνομπίλ το 1986.

Η πυρηνική ενέργεια προβάλλεται ως η λύση για την αντιμετώπιση της κλιματικής έκτακτης ανάγκης, επειδή είναι ουδέτερη ως προς τον άνθρακα, αξιόπιστη, παράγει ενέργεια «κατά παραγγελία» για την τροφοδοσία των οικονομιών και θα δημιουργήσει «ποιοτικές θέσεις εργασίας».

Η ανάλυση που προηγήθηκε δείχνει ότι κανένας από αυτούς τους ισχυρισμούς δεν ευσταθεί. Στην πραγματικότητα, μια διαρκής εξάρτηση από την πυρηνική ενέργεια θα επιδεινώσει την ικανότητά μας να μετριάσουμε τις εκπομπές, να διασφαλίσουμε τον ενεργειακό εφοδιασμό σε μια εποχή μεταβαλλόμενου κλίματος ή να διευκολύνουμε μια δίκαιη μετάβαση.

Πρώτον, καθώς η εξάρτηση της πυρηνικής ενέργειας από το νερό την καθιστά ιδιαίτερα ευάλωτη στις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, δεν θα μπορέσει να αποτελέσει αξιόπιστη πηγή ενέργειας. Μπροστά σε ένα ασταθές κλίμα, η αποκέντρωση και η διαφοροποίηση της παραγωγής είναι ο μόνος δρόμος για την ενεργειακή ανθεκτικότητα.

Δεύτερον, ακόμη και στην απίθανη περίπτωση που οι πυρηνικοί σταθμοί βρίσκονται σε τοποθεσίες που δεν θα επηρεαστούν από τις αλλαγές της θερμοκρασίας, τις καταιγίδες, την άνοδο της στάθμης της θάλασσας ή την έλλειψη νερού, η μεγάλη χρονική απόσταση ανάμεσα στον σχεδιασμό και στη λειτουργία των νέων σταθμών (σχεδόν μια δεκαετία) σημαίνει ότι οι νέοι πυρηνικοί σταθμοί θα βοηθήσουν ελάχιστα στον μετριασμό των εκπομπών κατά την κρίσιμη δεκαετία μέχρι το 2030. Συγκριτικά, οι μεγάλης κλίμακας σταθμοί ηλιακής και αιολικής ενέργειας ολοκληρώνονται κατά μέσο όρο στο μισό περίπου χρόνο – τρία χρόνια από τον σχεδιασμό έως τη λειτουργία.

Τρίτον, ακόμη και ως τεχνολογία που θα μπορούσε δυνητικά να μειώσει τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου μετά το 2030 σε σύγκριση με τα ορυκτά καύσιμα, το κόστος της πυρηνικής ενέργειας είναι απαγορευτικά ακριβό και συνεπάγεται πολιτικές σε βάρος των φτωχών. Ακόμα και πριν συνυπολογιστούν τα έξοδα διαχείρισης των πυρηνικών αποβλήτων, το κόστος ενός νέου πυρηνικού σταθμού είναι περίπου τετραπλάσιο από αυτό των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Ένα τέτοιο υπέρογκο κόστος όχι μόνο αποσπά πόρους από δημόσιες υπηρεσίες όπως η υγεία και η παιδεία, αλλά και παραγκωνίζει τις επενδύσεις που απαιτούνται για μια δίκαιη μετάβαση –ανάπτυξη δεξιοτήτων, βιομηχανικά προγράμματα και ένα ισχυρότερο κοινωνικό δίχτυ ασφαλείας– ακριβώς όταν αυτές θα χρειάζονται περισσότερο. Η πυρηνική ενέργεια, παρά το τεράστιο κόστος της, δημιουργεί οικονομική τόνωση μικρότερη από εκείνη που δημιουργούν οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.

Τέταρτον, όλα τα στοιχεία δείχνουν ότι οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας δημιουργούν περισσότερες θέσεις εργασίας από τους σταθμούς πυρηνικής ενέργειας, έως και έξι φορές περισσότερο, ανάλογα με την τεχνολογία και τον τρόπο μέτρησης των θέσεων εργασίας. Επιπρόσθετα, όχι μόνο παράγουν περισσότερες θέσεις εργασίας, αλλά δημιουργούν και μεγαλύτερη ποικιλία θέσεων εργασίας, σε πιο ευέλικτες τοποθεσίες. Αυτό σημαίνει ότι οι θέσεις εργασίας είναι προσβάσιμες σε ευρύτερο φάσμα ανθρώπων και μπορούν να τοποθετηθούν εκεί όπου χρειάζονται περισσότερο.

Τα δύο παραπάνω σημεία υποδηλώνουν ότι η πυρηνική ενέργεια είναι εντελώς ακατάλληλη για να τροφοδοτήσει μια δίκαιη μετάβαση: ενώ οι θέσεις εργασίας που δημιουργεί είναι λίγες και πολύ υψηλής εξειδίκευσης, η οικονομική τόνωση που επιφέρει έχει μικρότερο αντίκτυπο ενώ το κόστος της πιθανότατα θα οδηγήσει σε πολιτικές λιτότητας.

Πέμπτον, ακόμη και αν αγνοήσουμε όλα τα παραπάνω –κόστος, χρόνο, θέσεις εργασίας, οικονομικές επιπτώσεις, κινδύνους αξιοπιστίας του εφοδιασμού– η πυρηνική ενέργεια εξακολουθεί να παρέχει κατώτερα περιβαλλοντικά αποτελέσματα. Το μέσο αποτύπωμα άνθρακα της πυρηνικής ενέργειας είναι τουλάχιστον δύο έως τέσσερις φορές μεγαλύτερο από εκείνο των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας – σύμφωνα με πολύ συντηρητικούς υπολογισμούς. Επιπλέον, δημιουργεί μια κρίση τοξικών αποβλήτων που θα κληροδοτηθεί στις επόμενες γενιές.

Τέλος, η ιστορία μάς δείχνει ότι οι κοινωνικές και οικονομικές συνέπειες ενός σοβαρού ατυχήματος σε πυρηνικό σταθμό είναι καταστροφικές τόσο για τους εργαζόμενους όσο και για την κοινωνία στο σύνολό της. Τέτοια αποτελέσματα δύσκολα μπορούν να δικαιολογηθούν από τις λίγες θέσεις εργασίας που δημιουργεί η πυρηνική ενέργεια.

Όλα αυτά οδηγούν στο συμπέρασμα ότι η πυρηνική ενέργεια δεν είναι, δεν ήταν, ούτε θα γίνει ποτέ ένα βιώσιμο μέσο παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, ιδίως στο πλαίσιο της επιδεινούμενης κλιματικής έκτακτης ανάγκης. Μέσω κάθε είδους μέτρησης γίνεται προφανές ότι οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας είναι μια πολύ καλύτερη επιλογή, αν θέλουμε να αντιμετωπίσουμε ουσιαστικά τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα για να αποτρέψουμε μια κλιματική καταστροφή, διασφαλίζοντας παράλληλα αξιοπρεπή επίπεδα διαβίωσης και ανατρέποντας την ανισότητα.

Υπάρχει επείγουσα ανάγκη να εγκαταλείψουμε τον καπιταλισμό της καταστροφής μαζί με την πυρηνική ενέργεια, υπέρ των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και μιας πιο βιώσιμης και δίκαιης αναπτυξιακής πορείας. Οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας πρέπει να υπερισχύσουν και να εκτοπίσουν μια για πάντα την τοξική κληρονομιά της πυρηνικής ενέργειας.

 

Η πυρηνική ενέργεια δεν είναι, δεν ήταν, ούτε θα γίνει ποτέ ένα βιώσιμο μέσο παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, ιδίως στο πλαίσιο της επιδεινούμενης κλιματικής έκτακτης ανάγκης. Μέσω κάθε είδους μέτρησης γίνεται προφανές ότι οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας είναι μια πολύ καλύτερη επιλογή