Το άρθρο αυτό έχει ως αντικείμενο θέματα της πόλης γενικώς, αλλά κυρίως περιλαμβάνει παρατηρήσεις που συνδέονται με την ιδέα ενός Green Deal ειδικώς για την Αθήνα.
Το εδώ και τώρα
Στο διάστημα των μηνών που μεσολάβησαν η συνθήκη του Covid-19 έθεσε υπό αμφισβήτηση ή ανέτρεψε πολλά δεδομένα και επιτάχυνε σημαντικές εξελίξεις, ενώ είχαμε την ευκαιρία να βιώσουμε στην πράξη διάφορες αλλαγές, που υπό άλλες συνθήκες θα μπορούσαμε μόνο να φανταστούμε. Βεβαίως, το θέμα από μόνο του είναι τεράστιο και εδώ θα περιοριστώ σε παρατηρήσεις που συνδέονται με την ιδέα ενός Green Deal για την Αθήνα. Ξεκινάω, λοιπόν, από δύο φρέσκιες εμπειρίες που είχα πρόσφατα:
- H πρώτη μου αφορά στην επίσκεψη με ποδήλατο, και τη χρήση του ποδηλατοδρόμου που έχει δημιουργηθεί για να συνδέει την περιοχή του Κεραμεικού και το Γκάζι με το παραλιακό μέτωπο, καταλήγοντας πάνω κάτω στο ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος. Ήταν μία στιγμή που είχα την ευκαιρία να βιώσω την πόλη μέσα από τα μάτια του ποδηλάτη, συγκεκριμένα ως μία κατηγορία που δεν είναι πλέον αόρατη, αλλά που αρχίζει να του αποδίδεται ασφαλής χώρος για τις ζωτικές ανάγκες αυτής της μορφής κινητικότητας. Δεν είχα προηγούμενη εμπειρία του ποδηλατόδρομου -ναι, άργησα να τον επισκεφθώ μερικά χρόνια- αλλά αντιλαμβάνομαι ότι η κίνηση αυτή την περίοδο είναι ιδιαίτερα αυξημένη.
- Η δεύτερη εμπειρία μού δίνει την ευκαιρία να μεταφέρω την ατμόσφαιρα στο Πεδίον του Άρεως, που το τελευταίο διάστημα ζει μια περίοδο πρωτόγνωρης δόξας έχοντας μετατραπεί σε δημοφιλή προορισμό για όλες τις ηλικιακές ομάδες, χρώματα, δραστηριότητες και κοινωνικές τάξεις. Μου είναι δύσκολο να θυμηθώ πριν ή μετά από μια παρατεταμένη περίοδο παρακμής κάποια εποχή στην ιστορία του που να υπήρξε τόσο δημοφιλής προορισμός. Ελπίζω μάλιστα, μια και είμαστε όντα της συνήθειας, ότι μπορεί, ακόμα και όταν αρθούν κάποτε οι περιορισμοί, να συνεχίσει ο κόσμος να αποζητά και να εντάσσει στο πρόγραμμά του μία βόλτα για άσκηση, κοινωνική συναναστροφή, επαφή με το φυσικό στοιχείο, ή ψυχαγωγία στο πάρκο.
Η πρώτη εμπειρία αποτελεί έμπρακτη απόδειξη για την επίδραση που μπορεί να έχει μία χωρική παρέμβαση όπως ο ποδηλατοδρόμος, και η δεύτερη για την ελπίδα που πάντα έχω ότι, υπό συγκεκριμένες συνθήκες, η συλλογική συμπεριφορά είναι δυνατό να αλλάξει.
Αν η δεύτερη καραντίνα ανέδειξε τη σημασία του δημοσίου χώρου, από την πρώτη καραντίνα (Μάρτιος μέχρι Μάιος) πολλοί από εμάς θυμήθηκαν τις ταράτσες των κτιρίων τους, επινοώντας νέες, απλές ιδέες επικοινωνίας, αλλά και περισυλλογής. Την ίδια περίοδο ο αέρας, το φυσικό περιβάλλον, οι άγριες μορφές ζωής και η βιοποικιλότητα είχαν ευκαιρία να ανανεωθούν και να ανακάμψουν στην Αθήνα, όπως και παντού στον κόσμο, και μας έδωσαν τη δυνατότητα να σκεφτούμε πόσο εμείς οι άνθρωποι έχουμε κατακυριεύσει τον πλανήτη εις βάρος όλων των μορφών ζωής, τελικά και εις βάρος του ανθρώπινου είδους.
Οι συνήθειες και ο τρόπος με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε τα πράγματα και χρησιμοποιούμε την πόλη τελούν διαρκώς υπό διαπραγμάτευση και επανατοποθέτηση, και ο Bruno Latour μας υπέδειξε ότι θα μπορούσαμε να γίνουμε όλοι μας καταλύτες για μια αλλαγή.
Δίδυμοι στόχοι σε βάθος χρόνου: Υγιής κοινωνία και υγιές περιβάλλον
Δεν νομίζω ότι υπάρχουν καινούργιες συνταγές χωρίς καινούργιες μεθοδολογίες: οι θεωρίες της πολιτικής οικολογίας, της κοινωνικής οικολογίας, της περμακουλτούρας και της βαθιάς οικολογίας δεν είναι καινούργιες, ούτε και η θεωρία της αποανάπτυξης πλέον, αλλά η σημασία τους παραμένει. Η εγκυρότητα και η διερεύνηση των προαπαιτουμένων για την εφαρμογή τους στην πράξη, ακόμη παραπάνω δε ο συνδυασμός τους, παραμένουν ζητούμενα και πιο επίκαιρα από ποτέ.
Κάτι που λείπει σε όλες τις κλίμακες, και ακόμη περισσότερο σε επίπεδο πόλης, είναι η χάραξη μακροχρόνιας στρατηγικής, και μάλιστα αυτή που προκύπτει μέσα από συλλογικές διαδικασίες διαβούλευσης, οι οποίες είναι συμπεριληπτικές όσο γίνεται μεγαλύτερων τμημάτων του πληθυσμού. Η πόλη έχει ανάγκη στρατηγικής που προκύπτει οργανικά μέσα από διαδικασίες που εξασφαλίζουν και εγγυώνται τον διάλογο ανάμεσα στους φορείς και την κοινωνία. Η καλλιέργεια της συμμετοχής με τη μορφή θεσμών που ενδυναμώνουν και καλλιεργούν την εμπλοκή των πολιτών με έναν αυθεντικό και όχι προσχηματικό τρόπο είναι απαραίτητη για μια βιώσιμη δημοκρατία και διακυβέρνηση της αστικής, συλλογικής και περιβαλλοντικής σφαίρας.
Αν και τα τελευταία χρόνια εμφανίζονται όλο και περισσότερο πρωτοβουλίες σε διάφορες κλίμακες που αποσκοπούν στη συμμετοχή, πρόκειται στην πραγματικότητα για μία σχεδόν παρθένα περιοχή που μας βρίσκει απροετοίμαστους και απαίδευτους, και θα χρειαστεί συνειδητή και συστηματική προσπάθεια από όλους και σε όλα τα επίπεδα για να εξελιχθεί και να εδραιωθεί. Η εναλλακτική της αυθεντικής καλλιέργειας της συμμετοχής είναι απολυταρχικά καθεστώτα, και οι κίνδυνοι που αντιμετωπίζουμε προς αυτή την κατεύθυνση ήδη είναι πολλοί και δυσθεώρητοι. Εκεί έξω υπάρχουν πλέον διαθέσιμα -και συνεχώς αναπτύσσονται και άλλα- η τεχνογνωσία και διάφορα εργαλεία που μπορούν να αξιοποιηθούν για την εκπαίδευση στη διεξαγωγή πετυχημένων διαδικασιών διαβούλευσης.
Δημιουργική, βιώσιμη, συμμετοχική πόλη
Με άλλα λόγια, δεδομένης μιας υπάρχουσας πραγματικότητας, η Αθήνα και οι Αθηναίοι χρειάζεται να αντιμετωπίζουν με αγάπη και δημιουργικά τη γειτονιά και την πόλη τους, δοκιμάζοντας και επινοώντας τρόπους επικοινωνίας και συμμετοχής, ώστε να θεσπίσουν μια περίοδο συντονισμένων αλλαγών και διαδικασίες που θα συμβούν ταυτόχρονα χωρικά αλλά και κοινωνικά. Χρειάζεται, δηλαδή, ένας συντονισμός που να περιλαμβάνει τόσο το κοινωνικό όσο και το χωρικό σκέλος, διότι αυτά τα δύο τροφοδοτούν το ένα το άλλο. Και δεν είναι κατ' ανάγκη πολυέξοδα ούτε μεγαλόσχημα έργα βιτρίνας, αλλά ζήτημα πολιτικής βούλησης και προτεραιοτήτων. Για παράδειγμα, είναι σαφής και αισθητή πλέον η έλλειψη μη εμπορικών χώρων που απευθύνονται στις ανάγκες του κοινωνικού συνόλου (και δεν αναφέρομαι μόνο σε πάρκα και δημόσιους χώρους αλλά και σε αντίστοιχους κλειστούς φιλόξενους χώρους) και που να παρέχουν υπηρεσίες οι οποίες είναι αναγκαίες σε μεγάλους αριθμούς, όπως κέντρα γειτονιάς, βιβλιοθήκες, παιδικές χαρές και άλλοι πολυλειτουργικοί χώροι που να επιτρέπουν στους πολίτες να έχουν πρόσβαση σε γνώση, σε ευκαιρίες δημιουργικότητας, ανταλλαγής και διαβούλευσης, κοινωνικοποίησης, και ψυχαγωγίας. Χώροι που θα δίνουν τη δυνατότητα στους νέους να ξεδιπλώσουν τις ικανότητες και τη φαντασία τους, νιώθοντας ότι συμβάλλουν σε κάτι που αφορά τους ίδιους αλλά και το κοινωνικό σύνολο. Σίγουρα δεν πρόκειται για έργα πολιτικής σκοπιμότητας ενός κόμματος ή μιας δημοτικής αρχής. Ένα green deal για την Αθήνα θα πρέπει να αφορά μία σταδιακή μεταμόρφωση η οποία περιλαμβάνει παραμέτρους που είναι τόσο χωρικές όσο και κοινωνικές. Αυτές οι δύο παράμετροι πρέπει να εξελίσσονται αμφίδρομα, διότι η μία υποστηρίζει και τροφοδοτεί την άλλη.
Υγιή, ανθρώπινα κτίρια
Η τυπολογία της αθηναϊκής πολυκατοικίας σε συνδυασμό με την έλλειψη πολεοδόμησης, την ασφυκτική πυκνότητα και το υδροκεφαλικό μέγεθος της πόλης, που συγκεντρώνει τον μισό πληθυσμό της χώρας, συνθέτουν τη σημερινή προβληματική πραγματικότητα και ταυτόχρονα πολιτική, κοινωνική και σχεδιαστική πρόκληση. Ωστόσο, μας διευκολύνει αν κατανοήσουμε ότι ένα πρόβλημα εμπεριέχει και τη λύση του, ώστε να αναζητήσουμε μέσα στα ίδια του τα χαρακτηριστικά απαντήσεις, γυρίζοντας ανάποδα τη συνθήκη και μετατρέποντάς την δυνητικά σε συγκριτικό πλεονέκτημα. Με αυτό το κτιριακό απόθεμα ως υποδομή αξίζει να εξετάσουμε πώς θα μπορούσαμε να αναζητήσουμε σημεία και τρόπους παρέμβασης, ταυτόχρονα κοιτώντας προς το μέλλον και σε βάθος χρόνου.
Αρκετά τέτοια πειράματα έχουν πραγματοποιηθεί ήδη με μορφή διπλωματικών εργασιών τόσο στο ΕΜΠ, όσο πιθανότατα και σε άλλες αρχιτεκτονικές σχολές της χώρας, και θα μπορούσε αυτό το λανθάνον δυναμικό να ενεργοποιηθεί προς όφελος της πόλης και των αυριανών γενιών αρχιτεκτόνων και πολιτών. Το εγχείρημα Cohab Athens διερευνά τρόπους με τους οποίους θα μπορούσε να μετατραπεί μια πολυκατοικία σε ένα εναλλακτικό μοντέλο διαβίωσης πιο κοντά σε αυτό που μας είναι γνωστό ως cohousing από χώρες όπως η Γερμανία, η Ελβετία και οι σκανδιναβικές, ώστε να αρχίσει να αναπνέει καλύτερα η πόλη και να αναπτύσσονται και να διευκολύνονται πιο ουσιαστικές κοινωνικές σχέσεις. Άλλες, διαφόρων τύπων παρεμβάσεις αποσκοπούν στην ενεργοποίηση κοινών χώρων, στη δημιουργία -όπου υπάρχει δυνατότητα- κενών κοινόχρηστων ζωνών, όπως ας πούμε στους ακάλυπτους, και στην ενεργοποίηση των ταρατσών. Ένα τέτοιο εγχείρημα, που έγινε πρωτοβουλιακά το 2016 από μια ομάδα καλλιτεχνών και αρχιτεκτόνων στην περιοχή των Εξαρχείων, είχε εξαιρετική επιτυχία και θα έπρεπε να βρει συνεχιστές και μιμητές, και ίσως να θεσμοθετηθεί ως κάτι πιο μόνιμο.
Σε συνέχεια των σκέψεων σε ό,τι αφορά την ενεργοποίηση των ταρατσών, που είναι ένας αόρατος και αναξιοποίητος πόρος για την πόλη, έχουν προταθεί, και παραμένουν ως σημαντικές και σε πολλές περιπτώσεις ρεαλιστικές προτάσεις, η ιδέα της βελτίωσης της θερμικής συμπεριφοράς του κτιρίου, της ποιότητας του αέρα, του μικροκλίματος και της βιοποικιλότητας της πόλης, με διαφόρων ειδών φυτεύσεις: από μικρού πάχους, που επιτυγχάνουν τη μόνωση των υποκείμενων ορόφων και τη βελτίωση του μικροκλίματος, μέχρι μεγαλύτερου πάχους και βάρους, με εντατικότερη συντήρηση, παρακολούθηση και συμμετοχή, που αποσκοπούν στην αξιοποίηση των ταρατσών είτε για αισθητικούς λόγους είτε ενισχύοντας τις δυνατότητες της τοπικής παραγωγής τροφής.
Υγιείς γειτονιές
Έχω την τύχη και το προνόμιο, έχοντας μετακομίσει σχετικά πρόσφατα, να ζω σε μια ιδιαίτερη περιοχή του κέντρου της Αθήνας, όπου περνάει ένας πεζόδρομος που δημιουργεί μια νοητή γέφυρα ανάμεσα στο λόφο του Στρέφη και το Πεδίον του Άρεως. Πρόκειται για αυτό που όσοι ασχολούμαστε επιστημονικά με το αντικείμενο της πόλης αποκαλούμε «πράσινο διάδρομο». Έτσι, έχω την ευκαιρία και την τύχη, σε ό,τι αφορά τον τρόπο με τον οποίο πραγματικά αντανακλάται στην καθημερινότητα, να παρατηρώ στην πράξη τις ιδιότητες της έννοιας του πράσινου διαδρόμου. Πρόκειται πραγματικά για έναν «διάδρομο» που είναι γεμάτος ζωή και φιλοξενεί έναν πολύ μεγάλο αριθμό πουλιών, που μου αρέσει να παρατηρώ. Αυτό με κάνει να συνειδητοποιώ ότι ακόμη και το κέντρο της πόλης είναι ένας τόπος που φιλοξενεί ζωές πολύ περισσότερων ειδών από όσα φανταζόμαστε ή αντιλαμβανόμαστε. Μία απτή απόδειξη για το ότι η ζωή στις πόλεις μπορεί να είναι πολύ ομορφότερη, υγιέστερη και πιο βιώσιμη με τη δημιουργία όπου είναι εφικτό ανάλογων διαδρόμων. Με τον τρόπο που έχει χτιστεί βεβαίως αποτελεί σχεδιαστική πρόκληση, δεδομένου του ότι η πυκνότητα της πόλης και η τυπολογία της μονάδας με την οποία έχει παραχθεί, η γνωστή σε όλους μας πολυκατοικία, δεν βοηθάει ιδιαίτερα σε αυτό. Οι δρόμοι κατά κανόνα είναι ιδιαίτερα στενοί, ο κυκλοφοριακός φόρτος των αυτοκινήτων μεγάλος και η πυκνότητα των κατοίκων μεγάλη. Το 2011 ωστόσο διενεργήθηκε ένας αρχιτεκτονικός διαγωνισμός που ονομαζόταν Αθήνα επί 4. Κατά τη γνώμη μου, ήταν ένας από τους πιο ουσιαστικούς διαγωνισμούς που έλαβαν χώρα με αντικείμενο την πόλη, που στόχευε στην αναβάθμιση των γειτονιών. Ο συγκεκριμένος διαγωνισμός αναζητούσε προτάσεις πού θα μετασχημάτιζαν σε πράσινους, κοινωνικούς κόμβους δραστηριοτήτων τις διασταυρώσεις ανάμεσα σε μικρούς δρόμους σε διάφορες γειτονιές της πόλης, αλλά και σε κόμβους "pocket park", όπως αναφέρονται πλέον παντού με μια σύγχρονη ορολογία οι αναπλάσεις πρασίνου μικρής κλίμακας. Ωστόσο, έχει περάσει μία δεκαετία μέσα στην οποία θάφτηκε στη σκόνη του χρόνου, της κρίσης και των σκοπιμοτήτων, ή καλύτερα, όπως στη συγκεκριμένη περίπτωση, στην έλλειψή τους. Ένα εξαιρετικό επίσης άλλο παράδειγμα που θα μπορούσε να βρει μιμητές είναι το δείπνο της άνοιξης που εισάχθηκε στην οδό Σβώλου στη Θεσσαλονίκη και αποτελεί πλέον έναν θεσμό που κινητοποιεί τους γείτονες της γειτονιάς στο να συνδιοργανώσουν μια γιορτή στο δρόμο τους.
Ένας διαρκής, παραγωγικός και ανθεκτικός πολιτισμός
Η επαναφορά της παραγωγής στην πηγή κατανάλωσης και η μετατροπή της λογικής του παρόντος γραμμικού συστήματος λειτουργίας της πόλης σε ένα κλειστό σύστημα, που εμπνέεται από τις διαδικασίες που βρίσκουμε στη φύση σε ένα υγιές οικοσύστημα, είναι το ζητούμενο για τον 21ο αιώνα και αποτελεί, θα έλεγα, έναν κύριο στόχο βιωσιμότητας για τις πόλεις, ενώ αποτελεί μια εφικτή πρόκληση για την Αθήνα του 2031.
Η επανατοποθέτηση των προτεραιοτήτων προς μια βιώσιμη ενεργειακή πολιτική θα πρέπει να αφορά τον εξορθολογισμό των ενεργειακών μας αναγκών με στόχο τη μείωση, σε συνδυασμό με δράσεις εξοικονόμησης ενέργειας σε πολλαπλά επίπεδα, και τη διανεμημένη, μικρής κλίμακας παραγωγή ενέργειας μέσα στην ίδια την πόλη. Μια κυκλική οικονομία βασισμένη σε αρχές βιωσιμότητας σε ό,τι αφορά τις δραστηριότητες, τη χρήση, κατανάλωση και διαχείριση πόρων όπως ενέργεια, αέρας, νερό, είδη διατροφής, οργανικά και ανόργανα υλικά, εργαλεία, εξοπλισμός κλπ., μια οικονομία που αναδεικνύει διαρκώς νέες πτυχές της πολιτιστικής κληρονομιάς, που παράγει ταυτόχρονα σύγχρονο πολιτισμό, που εμπνέεται από τα χαρακτηριστικά του αττικού τοπίου, της ελληνικής φύσης και του μεσογειακού κλίματος, ενώ εφευρίσκει διαρκώς νέους τρόπους επανάχρησης και ανακύκλωσης πόρων, υλικών και αξιών, ώστε να είναι πάντα επίκαιρες, σε αφθονία και εκτιμητέες, πρέπει να είναι ο στόχος μας για την επόμενη δεκαετία.
Το καταστάλαγμα της εμπειρίας μου από διαφορές κοινωνίες (και δεν είναι μόνο ευρωπαϊκές) είναι ότι, μάλλον, ένας συντονισμένος συνδυασμός κοινωνικών και χωρικών δράσεων έχει ελπίδες να επιφέρει αποτέλεσμα, ενώ έχει αποδειχθεί ότι δεν είναι βιώσιμες οι δράσεις που είναι μόνο από τα κάτω ή μόνο από τα πάνω. Χρειάζεται συντονισμός και αναζήτηση ισορροπίας σχέσεων, πέρα από συγκεκριμένες κυβερνήσεις και ιδεολογίες, που να εξασφαλίζουν τη συνέχεια, τη διαφάνεια και τον χώρο για να εκφραστούν όλες οι απόψεις, ακόμη κι αν αυτές συγκρούονται μεταξύ τους. Όπως συνηθίζω να λέω -και δεν είμαι ο μόνος- δημιουργούμε την πόλη και η πόλη μάς δημιουργεί.
Αθήνα, 31 Δεκεμβρίου 2020